Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

Χάθηκε η Ιθάκη μου






Στο σύρμα της ζωής επάνω ακροβατω ,
εχω κλειστά τα μάτια
εδώ πυροβολούν εν ψυχρώ ,
 στην οδύσσεια μου χαμένος θυμίζω ναυαγό ,
 προσπερνάω  Σκύλα, Χάρυβδη
 τα όνειρα μου ακολουθώ,
ανοίγω τα ματιά ζαλίζομαι παραπατώ ,
απλώνω τα χέρια μου κάπου να πιαστω,
χάθηκε η Ιθάκη μου
πέφτω στο κενό .
Α.Π.(παλιός μαθητής του 1ου Γυμνασίου Κω)




 

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

Η ρομαντική ιστορία των παπούδων της Αγγέλας!

 Στα παλιά τα χρόνια οι γυναίκες περίμεναν μια γιορτή,ένα πανηγύρι,ίσως ένα γάμο για να βγουν έξω από το σπίτι,για να συναντήσουν τον άνδρα που θα παντρευτούν,για να ξεσκάσουν και αυτές λίγο. Κάπως έτσι έγινε με την γιαγιά μου και τον παππού μου.
Η γιαγιά,μου τα διηγήθηκε όλα για την γνωριμία της με τον παππού. Ήταν λέει 21 Νοεμβρίου την ήμερα που γιορτάζει η Παναγία. Όπως κάθε χρόνο εκείνη την ήμερα στη Ζιά γινόταν πανηγύρι και η γιαγιά μου με τους γονείς της ετοιμάζονταν για να πάνε. Ο παππούς μου ήξερε ότι θα πάει εκεί η γιαγιά και έβαλε το καλό του το κοστούμι για να της κάνει εντύπωση. Έφτασε η ώρα για να πάνε,η γιαγιά μου όπως κάθε χρόνο στο πανηγύρι έλαμπε από ομορφιά,αλλά δεν ήξερε τι την περίμενε.          
Μόλις την είδε ο παππούς μου θαμπώθηκε και πήρε το θάρρος να ζητήσει από τους γονείς της να την χορέψει σε ένα χορό. Έτσι και έγινε,χόρεψαν μαζί ένα ρομαντικό χορό και ο παππούς μου άρχισε να την ρωτάει πράγματα σχετικά με την ζωή της.Η γιαγιά μου μετά τον χορό το ερωτεύτηκε παράφορα και δεν δίστασε να του το πει.Την επόμενη μέρα,χωρίς να χάσει χρόνο ο παππούς πήγε σπίτι της με κοστούμι,τριαντάφυλλα και σοκολατάκια να της ζητήσει το χέρι. Ο πατέρας της αντέδρασε και δεν το επέτρεψε ,διότι ήταν μικρή,16 χρόνων και 28 εκείνος.


 

Όμως ο παππούς μου δεν τα παράτησε. Με την τόσο μεγάλη αγάπη που της είχε περίμενε 4 χρόνια,ώσπου η γιαγιά μου έγινε 20 ! Την ημέρα των γενεθλίων της εκεί που δεν το περίμενε,ξαφνικά χτυπάει το κουδούνι .Ήταν όλοι μαζεμένοι στο σπίτι της για να σβήσει τα κεράκια. Πήγε λοιπόν να ανοίξει την πόρτα και τσουπ ο μεγάλος της έρωτας και μοναδικός ήταν εκεί,ντυμένος σα γαμπρός,με τριαντάφυλλα,αλλά εκείνη τη φορά δεν είχε σοκολατάκια,κρατούσε ένα μικρο κουτάκι .Μπήκε μέσα τους χαιρέτησε όλους και έπειτα γονάτισε μπροστά στα πόδια της γιαγιάς μου. Άνοιξε το κουτάκι με το δαχτυλίδι και η γιαγιά μου έμεινε στήλη άλατος. Ο παππούς μου όμως κοιτούσε τον πατέρα της και τον ρώτησε <<μας δίνεις την ευχή σου;>>.<<Ναι,να μου την προσέχεις>> απάντησε εκείνος,και τότε πέρασε το δαχτυλίδι στο δάχτυλο της γιαγιάς μου.
Έφτασε η μέρα του γάμου 15 Οκτωβρίου 1967,η γιαγιά μου και ο παππούς μου ήταν μέσα στη χαρά το ίδιο και τα δυο σόγια και οι υπόλοιποι καλεσμένοι .Στη συνέχεια κάνανε 2 κόρες,της πάντρεψαν,απέκτησαν 4 εγγόνια και το ένα από αυτά είμαι εγώ.


Ο παππούς μου ήταν ένας πολύ κάλος άνθρωπος,καλόκαρδος,με αισθήματα και γεροδεμένος. Τώρα πλέον δεν ζει,απεβίωσε στα 72 του χρόνια,αλλά η γιαγιά μου είναι εδώ μαζί μας, 66 χρονών και όλα αυτά που έχει περάσει με τον παππού τα θυμάται λες και ήταν εχθές !!
Αγγέλα Πολίτη, Γ4

Το προξενιό της γιαγιάς μου(ή πώς παντρεύεσαι κάποιον χωρίς να τον έχεις δει ποτέ!)


Στο μάθημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας  έχουμε μια εργασία  στην οποία πρέπει να γράψουμε πως γνωρίστηκαν και πως παντρεύτηκαν ο παππούς και η γιαγιά μου. Επειδή όμως η γιαγιά μου μένει πολύ μακριά, την πήρα τηλέφωνο και την ρώτησα. Με πέρασε βέβαια για λίγο τρελή και με το δίκιο της η γυναίκα, αφού μόλις σήκωσε το τηλέφωνο το πρώτο πράγμα που την ρώτησα είναι το πως παντρεύτηκε με τον παππού.

Θα σας γυρίσω λοιπόν 61 χρόνια πίσω, όταν η γιαγιά μου ήταν 20χρονών. Ζούσε σε ένα μικρό χωριό της Αλβανίας και εργαζόταν από μικρή ηλικία. Πριν από καιρό, μου είχαν πει πως η γιαγιά μου ήταν μια πανέμορφη γυναίκα, αρκετά ψηλή και καλόκαρδη. Πάντα βοηθούσε τους πάντες! Ο παππούς μου ήταν 21 χρονών. Ζούσε σε ένα άλλο μικρό χωριό κοντά στο χωριό της γιαγιάς μου αλλά κανείς δεν πήγαινε στο χωριό του άλλου, διότι είχαν πολλές δουλειές και δεν είχαν χρόνο και για αυτό δεν γνωρίζονταν. Μου έχουν πει, πως και ο παππούς μου ήταν πολύ όμορφος. Ήταν πολύ ψηλός, σχεδόν δύο μέτρα, με γυμνασμένο σώμα, ήταν πολύ αυστηρός βέβαια, αλλά όλοι έλεγαν πως ήταν αξιοζήλευτος άντρας.

 Μια μέρα λοιπόν, η οικογένειά του παππού μου αποφάσισε πως έπρεπε να παντρέψει το παιδί της. Έτσι πήγαν στο σπίτι της γιαγιάς μου , γιατί είχαν ακούσει πως ήταν άξια κοπέλα, και την ζήτησαν σε γάμο από τους γονείς της και αυτοί δέχτηκαν. Ο παππούς μου και η γιαγιά μου δεν γνωρίστηκαν εκείνη τη μέρα, αφού κανείς τους δεν ήξερε τίποτα για το προξενιό. Τους το ανακοίνωσαν μετά και αυτοί δέχτηκαν, αφού έτσι γινόταν τότε στα χωριά και σε πολλά άλλα μέρη.

Οι συγγενείς οργάνωσαν τον γάμο και σε 2-3 μέρες παντρεύτηκαν. Η γιαγιά μου φορούσε μια παραδοσιακή στολή με βράκα και όχι φόρεμα ή έστω φούστα. Το πρόσωπό της ήταν καλυμμένο με ένα παχύ κόκκινο ύφασμα και έτσι ούτε μπορούσε να δει τίποτα, ούτε μπορούσαν να την δουν. Την συνόδευαν, ή μάλλον, την οδηγούσαν δύο συγγενείς της. Ο παππούς μου φορούσε την αντρική στολή αλλά αυτός μπορούσε να παρακολουθήσει τον γάμο, αφού δεν του είχαν καλύψει το πρόσωπο. Όλοι οι συγγενείς χόρευαν επί ώρες, ενώ το ζευγάρι καθόταν όρθιο και δεν έκανε τίποτα.

Όταν τελείωσε ο γάμος, οι καλεσμένοι πήγαν στα σπίτια τους και το ζευγάρι στην κάμαρά του, η οποία δεν βρισκόταν και σε πολύ καλή κατάσταση. Πλέον είχε φτάσει η στιγμή το ζευγάρι να γνωριστεί. Ναι, ναι δεν κάνω πλάκα! Ο παππούς μου και η γιαγιά μου είδαν ο ένας τον άλλον για πρώτη φορά, αφού είχαν ήδη παντρευτεί. Όταν λοιπόν είδε ο ένας τον άλλον ερωτεύτηκαν και ήταν ένα πολύ ταιριαστό ζευγάρι. Είχαν μια όμορφη ζωή, αν και ήταν δύσκολη. Έκαναν 11 παιδιά, τα 3 όμως πέθαναν όταν ήταν ακόμη μωρά.
 

Τώρα, σήμερα 81 χρόνια μετά, ο παππούς μου και η γιαγιά μου είναι ακόμη μαζί. Η γιαγιά μου είναι 81 χρονών και ο παππούς μου 82. Είναι και οι δύο τους πολύ κουρασμένοι από την ζωή. Ο παππούς μου, που μέχρι πριν από κάτι μήνες έβγαινε μόνος του έξω στην αγορά, αυτή τη στιγμή, λόγω ενός εγκεφαλικού, βρίσκεται καθηλωμένος σε ένα κρεβάτι. Δεν βλέπει, δεν ακούει, δεν περπατάει και έχει χάσει τη μνήμη του. Η γιαγιά μου, είναι και αυτή σε άσχημη κατάσταση, όμως προσπαθεί να μην το δείχνει για να την αφήνουν να βοηθάει τον παππού μου, γιατί όπως λέει, ακόμα και σήμερα, όταν τον βλέπει θυμάται αυτά τα 81 υπέροχα χρόνια που έχουν περάσει μαζί. Όταν μιλήσαμε στο τηλέφωνο, μου είπε πως της λείπουν οι παλιές εποχές που ήταν και οι δυό τους νέοι και ευτυχισμένοι χωρίς προβλήματα, και που λέτε, με αυτό μου το τηλεφώνημα έκανα την γιαγιά μου να θυμηθεί τα παλιά και να συγκινηθεί.

 

Σέια Ντρέου, Γ4

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

"Ζούμε ήδη έναν τρίτο ακήρυχτο παγκόσμιο πόλεμο, μια νέα κατοχή..."Αργύρης Χιόνης

"Αγαπητοί μου φίλοι, σήμερα γιορτάζουμε το μεγάλο ΟΧΙ που είπε ο ελληνικός λαός στον ντόπιο και ξένο φασισμό. Έχουν από τότε περάσει 71 χρόνια, κι ενώ είχαμε πιστέψει ότι το τέρας είχε σκοτωθεί μια για πάντα, το βλέπουμε τώρα να αναγεννιέται με νέα μορφή και νέο όνομα.
Το εντός εισαγωγικών «ιδανικό.
 όνομα της παγκοσμιοποίησης, πίσω από το οποίο κρύβεται μια δράκα μεγαλοτραπεζιτών και κερδοσκόπων που στόχο έχουν την καθυπόταξη όλων των λαών του πλανήτη στην άμετρη λαιμαργία τους για πλούτο και εξουσία.






 


Φίλοι μου, έχω την αίσθηση ότι ζούμε ήδη έναν τρίτο ακήρυχτο παγκόσμιο πόλεμο, μια νέα κατοχή. Ήδη στον ανεπτυγμένο κόσμο μας στρατιές ανέργων …σκαλίζουν τα σκουπίδια αναζητώντας αποφάγια και αποφόρια για να κατευνάσουν την πείνα τους και να καλύψουν τη γύμνια τους. Όσο για τον υποανάπτυκτο κόσμο, τον τρίτο κόσμο, δεν έχουμε παρά να κοιτάξουμε την Αφρική που έχει καταντήσει ένα τεράστιο νεκροταφείο. Μήπως λοιπόν ήρθε η ώρα να ξαναστραφούμε προς το ξεχασμένο μέσα μας φως και να αντιτάξουμε σε αυτή τη νέα βαρβαρότητα μια σειρά από νέα ΟΧΙ, κάποια από τα οποία θα απευθύνονται και σε μας τους ίδιους, δηλαδή στο χαλασμένο, στο διαβρωμένο από το σύστημα κομμάτι του εαυτού μας;





 

Ενδεικτικά μόνο παραθέτω εδώ έναν κατάλογο με ΟΧΙ άμεσης εφαρμογής, τον οποίο είμαι σίγουρος ότι μπορείτε να συμπληρώσετε μόνοι σας με πολύ περισσότερα, γιατί δεν είναι δυνατόν να μην έχετε συνειδητοποιήσει ότι «πήραμε τη ζωή μας λάθος και πρέπει ν’ αλλάξουμε ζωή», όπως θα έλεγε κι ο Σεφέρης:

ΟΧΙ λοιπόν στην υπερκατανάλωση αγαθών και τις επίκτητες ανάγκες που μας δημιούργησαν οι έμποροι των εθνών.
ΟΧΙ στις πιστωτικές κάρτες και τις τοκογλυφίες των τραπεζών.
ΟΧΙ στα δάνεια που δεν μπορούμε να ξεπληρώσουμε.
ΟΧΙ στον παλαιοκομματισμό και τους κομματάρχες.
ΟΧΙ στη δαγκωτή ψήφο.
ΟΧΙ στο μέσο και στο κωλογλείψιμο. ΝΑΙ στην αξιοκρατία.
ΟΧΙ στον κομματικό οπαδισμό, γιατί διόλου δεν διαφέρει από τον χουλιγκανισμό των γηπέδων.
ΟΧΙ στην προσωπολατρία και οικογενειολατρία.
ΟΧΙ στην ψευδαίσθηση ότι ψηφίζοντας κάθε τέσσερα χρόνια τους εκλεκτούς ηγέτες μας εκτελούμε το δημοκρατικό καθήκον μας, και από ’κεί και πέρα δεν έχουμε άλλο ρόλο από το να τους χειροκροτούμε ή να τους βρίζουμε ανάλογα με το αν υπηρετούν ή όχι τα προσωπικά μας συμφέροντα.
ΟΧΙ στα κομματικοποιημένα και ενίοτε κρατικοδίαιτα συνδικάτα που λειτουργούν συντεχνιακά, φροντίζοντας μόνο για τα μέλη τους και γράφοντας στα παλιά τους τα παπούτσια την υπόλοιπη κοινωνία.
ΟΧΙ στην παιδεία που δημιουργεί εξειδικευμένα ανδρείκελα, αναίσθητους τεχνοκράτες, αυταρχικούς χαρτογιακάδες, γελοίους γιάπηδες και αρπακτικά golden boys. ΝΑΙ στην παιδεία που παράγει την απαραίτητη εξειδίκευση, διευρύνει γενικότερα το πνεύμα και δίνει νόημα ουσιαστικό στη ζωή.
ΟΧΙ στην πατριδοκαπηλία και τον στείρο εθνικισμό.
ΟΧΙ στο ρατσισμό και την ξενοφοβία.
ΟΧΙ στην καταστροφή του περιβάλλοντος. Πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε ότι ο κόσμος αυτός δεν πλάστηκε για μας, και μας ανήκει όσο ανήκει και στο πιο ελάχιστο μυρμήγκι. Δεν είναι παιχνίδι που μας χάρισε ο μπαμπάς μας και μπορούμε να το σπάσουμε για να δούμε τι έχει μέσα.
ΟΧΙ στην εκδρομική ή τουριστική φυσιολατρία. ΝΑΙ στην απόλυτη ταύτισή μας με τη φύση.
ΟΧΙ στην τεμπελιά. ΝΑΙ στην εργασία, ακόμα και σ’ αυτήν που δεν έχει σχέση με τις σπουδές που κάνουμε. Σε εποχές σαν αυτή που διανύουμε και που τίθεται ζήτημα επιβίωσης καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή. Καμιά δουλειά δεν είναι μόνο για τους περιφρονητέους μετανάστες.
ΟΧΙ στην τηλεόραση, όπου στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων μαθαίνουμε ποια glamorous ανύπαρκτη παντρεύτηκε με τον αντίστοιχό της glamorous ανύπαρκτο. ΝΑΙ στον πολιτισμό. ΝΑΙ στη μουσική. ΝΑΙ στο θέατρο. ΝΑΙ στον κινηματογράφο. ΝΑΙ και πάλι ΝΑΙ στο βιβλίο.
ΟΧΙ στον αθέμιτο ανταγωνισμό, στο διαγκωνισμό και στον ψευτοπαλλικαρισμό, στην τζάμπα μαγκιά, στο «ξέρεις ποιος είμαι εγώ μωρέ;». ΝΑΙ στο συναγωνισμό, στην ευγενή άμιλλα, τη συντροφικότητα, την αλληλεγγύη…».
Αργύρης Χιόνης,
(ΑΠΟ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΑΡΓΥΡΗ ΧΙΟΝΗ (1943-2011) ΣΤΙΣ 28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2011, ΔΥΟ ΜΗΝΕΣ ΠΡΙΝ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ)
 
Ευχαριστώ τον κ.Βίτσο που ανέβασε στο facebook την ομιλία του Α.Χιόνη και μπόρεσα να την υποκλέψω.

 


Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

Πρώτη συνάντηση της Λέσχης Ανάγνωσης!

Διανύουμε το τέταρτο έτος λειτουργίας της Λέσχης Ανάγνωσης και φέτος φιλοξενούμε μαθητές και μαθήτριες της Γ Γυμνασίου καθώς η Α και Β θα έχει τη δική της λέσχη με την εποπτεία της κ.Κρικέλη.Η σημερινή συνάντηση ήταν συνάντηση γνωριμίας καθώς -πλην της Σέιας- οι υπόλοιποι μαθητές πρώτη φορά έρχονται στη Λέσχη.


Μαθητές και μαθήτριες από όλη την Γ Γυμνασίου ανταποκρίθηκαν στην ανακοίνωση για τη λειτουργία της Λέσχης και μας περίμεναν στις 5, τυπικότατοι στο ραντεβού τους!Στην πρώτη αυτή συνάντηση μιλήσαμε για τον τρόπο λειτουργίας της Λέσχης, τα βιβλία που διαβάζουμε, τον τρόπο που διεξάγεται η συζήτηση και καταλήξαμε στο πρώτο βιβλίο που θα διαβάσουμε αυτή τη χρονιά.Το βιβλίο επιλέχτηκε με δημοκρατικές διαδικασίες(ψηφίσαμε και από τις τρεις προτάσεις επικράτησε αυτό!) και είναι το βιβλίο "Κόλιν Φίσερ" των Ζακ Στέντζ και Έντουαρντ Μίλερ.
 
Ο Άσλεϊ Έντουαρντ Μίλερ και ο Ζακ Στεντζ γνωρίστηκαν στο Internet, χάρη στην αγάπη που μοιράζονται για οτιδήποτε έχει σχέση με το "Star Trek". Μαζί έχουν ασχοληθεί με τη συγγραφή κειμένων και την παραγωγή υλικού για τηλεοπτικά προγράμματα - μεταξύ των οποίων για τις γνωστές σειρές επιστημονικής φαντασίας "Fringe και Terminator: The Sarah Connor Chronicles". Πιο πρόσφατα, έγραψαν το σενάριο για τις ταινίες "X-Men: First Class" και "Thor". Ζουν στο Λος Άντζελες.

Έχει ενδιαφέρον το τι λέει ο ένας από τους δύο συγγραφείς για την αγαπή του για τη φιολαναγνωσία:Ο Ζακ Στεντζ, σε μια συνέντευξή του εξηγώντας με ποιο τρόπο καλλιεργήθηκε η φιλαναγνωσία του υποστηρίζει πως «η αγάπη μου για το διάβασμα χτίστηκε στις βιβλιοθήκες όπου υπάρχουν διαθέσιμα τόσο πολλά πράγματα για να διαβάσει κανείς πάνω σε τόσο πολλά θέματα για τα οποία ενδιαφερόμουν, και όχι επιφανειακά όπως στο διαδίκτυο.» Σχολιάζοντας δε τις μεγάλες περικοπές που γίνονται σε πολλές πόλεις της Αμερικής στα κονδύλια για βιβλιοθήκες, υποστηρίζει πως θεωρεί τις βιβλιοθήκες «δημόσια υπηρεσία ισάξια με το οδικό δίκτυο, την αστυνομία ή την πυροσβεστική.


Η επόμενη μας συνάντηση θα είναι σε ένα μήνα για να συζητήσουμε το εν λόγω βιβλίο!

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

Η Ελλάδα σήμερα-αφίσα

Στα πλαίσια του μαθήματος της Νεοελληνικής Γλώσσας ορισμένοι μαθητές δημιούργησαν τη δική τους αφίσα για το τι είναι η Ελλάδα σήμερα.Πρώτή εργασία του Μάρκου Παπαδημητρίου από το Γ4.

 

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

Ελλάδα:βουτιά στα χρέη χωρίς "φιάλη οξυγόνου".

Η φιλόλογός μας , μας ζήτησε να γράψουμε ένα κείμενο για το τι είναι η Ελλάδα.Χαρτί,στυλό και ξεκινάω!Όταν ακούω τη λέξη "Ελλάδα",μου έρχονται στο μυαλό τα νησιά,η θάλασσα,ο ήλιος,τα αξιοθέατα.Η Ελλάδα πρέπει να σας πω πως έχει πολλά και όμορφα τοπία και όταν τα βλέπεις νιώθεις πως ζεις σε παραμύθι.Επίσης,η Ιστορία της είναι πλούσια και ενδιαφέρουσα.Εκτός απο τα τοπία,την Ιστορία και τα αξιοθέατα,όταν σκέφτομαι την Ελλάδα,αυτομάτως σκέφτομαι και τα παραδοσιακά φαγητά,τη μουσική,τους ανθρώπους,οι οποίοι είναι φιλόξενοι,φιλικοί και ευγενικοί ή τουλάχιστον έτσι ήταν πριν απο μερικά χρόνια.Μέχρι εδώ όλα ωραία και καλά αλλά η Ελλάδα δυστυχώς δεν είναι ένα παραμύθι μόνο με θετικά.
Σε αυτή τη φάση θέλω να σας διηγηθώ μια στιγμή της ζωής μου.Ένα απόγευμα που οι γονείς μου είχαν γυρίσει νωρίτερα απο τη δουλειά αποφάσισαν να πάνε μια βολτίτσα για να χαλαρώσουν λίγο και εγω είπα να πάω μαζί τους μιας και τελευταία <<τρέχουμε>> τόσο πολύ που σπανίως συναντιούνται τα βλέμματά μας στο σπίτι.Βγήκαμε λοιπόν και περπατούσαμε δίπλα απο τη θάλασσα η οποία έδειχνε τόσο όμορφη και ήρεμη.Ένα απαλό αεράκι φυσούσε το οποίο έκανε τα φύλλα των δέντρων να κουνιούνται.

Οση ώρα περπατούσαμε σκεφτόμουν πως έχω την τύχη να ζω σε ένα υπέροχο μέρος.Στη συνέχεια,όμως,στο δρόμο μας άρχισαν να ξεπροβάλλουν όμορφα και μεγάλα σπίτια,βίλες και μεζονέτες που έμοιαζαν με παλάτια.Όλα τους είχαν απο 2 και 3 ακριβά αυτοκίνητα,παρκαρισμένα.Εδώ έρχεται η στιγμή που αρχίζω και σκέφτομαι το μέλλον μου.Για να αποκτήσω και εγώ ένα τέτοιο σπίτι πρέπει να δουλέψω.Πρέπει να εργαστώ σκληρά.Πρέπει να προσπαθώ μέρα και νύχτα για να καταφέρω μια μέρα να αποκτήσω μια βίλα ή μεζονέτα και ένα ακριβό αυτοκίνητο."Ουφ" ,λέω απο μέσα μου, "αγχώθηκα".
Μα, μισό λεπτό.Είμαι 15,5 και σκέφτομαι απο τώρα οτι πρέπει να δουλεύω σκληρά στο μέλλον (αν βρω δουλειά δηλαδή) και αγχώνομαι άδικα;Μήπως είναι λίγο παρα τραβηγμένο;
Τώρα λοιπόν ξαναγυρνάω στην αρχική ερώτηση : Τι είναι η Ελλάδα; Η Ελλάδα είναι μια πανέμορφη χώρα η οποία βούτηξε στη θάλασσα των χρεών χωρίς να πάρει μαζί της φιάλη οξυγόνου.Οι άνθρωποί της ,αντί να σκέφτονται πως θα ξεχρεώσουν αυτά τα χρέη,σκέφτονται πως θα κερδίσουν περισσότερα χρήματα για να χτίσουν κι άλλα σπίτια και να αγοράσουν αμάξια και αυτή τους τη σκέψη την περνάνε και στα παιδιά τους με αποτέλεσμα αυτα να αγχώνονται και να πιέζουν τους εαυτούς τους.Αντί να σκεφτούν πως τα παιδιά τους,αγέννητα ακόμη,χρωτστάνε,σκέφτονται πως θα αποκτήσουν περισσότερη δύναμη!


Κάνω και ξανακάνω στον εαυτό μου την ερώτηση: "Τι είναι η Ελλάδα;" Η Ελλάδα είναι μια χώρα στην οποία οι άνθρωποί της έχουν καταλήξει να είναι εγωιστικοί και να θέλουν όλο και περισσότερα για τον εαυτό τους και το μόνο που καταφέρνουν είναι να χρωστάνε περισσότερα.Εγώ, ως Σέϊα,όταν ακούω την λέξη Ελλάδα,δεν σκέφτομαι μονο την Ελλάδα ως τοπίο,αλλά τους ανθρώπους της και αν κρίνουμε απο τους περισσότερους,η Ελλάδα είναι απλά "χαμένη" !!!
Σέια Ντρέου, Γ4

Ελλάδα, χώρα δυνατή!


Ελλάδα χώρα δυνατή
με περηφάνια και τιμή

Μια χώρα με μεγάλη ιστορία
και αγώνες χαραγμένους στην Αθανασία

Ελλάδα, μητέρα, δεν ξέρω τι να πω
για όλον αυτόν τον πανικό.

Κατέληξες σαν μια χωματερή
εξαιτίας πολλών απ τη Βουλή.

Μα εμείς δεν πρόκειται να παραδοθούμε
θα βρούμε την άκρη στο εγγυούμαι

Απόγονοι του Σωκράτη και του Περικλή
της ανθρωπότητας η ψυχή!

Βασίλης Ιγκιρλής, Γ1

 

Το ομοίωμα της γυναίκας του πρωτομάστορα(ή πώς να παίρνετε ιδέες από άλλα μαθήματα!)

Τ άκουσε ο πρωτομάστορας μα δεν ιδροκοπάει,
κάτι θα βρει για να σωθεί αυτή που αγαπάει.
Δεν έγινε δα και άδικα ο πρώτος των μαστόρων,
ήτανε αυτός σίγουρα ο πονηρότερος όλων.

Πιάνει, μηνάει της λυγερής με το πουλί τ αηδόνι
μια φορεσιά την πιο καλή δική της ,
γοργά να στείλει όσο μπορεί
τίποτα να μην ρωτήσει.
Μετά να πάει να κρυφτεί
στης μάνας της το σπίτι.

Σε κάποια σπηλιά αυτός φτιάχνει ένα ξύλινο καλούπι
ρίχνει λιωμένο το κερί
και φτιάχνει της γυναίκας του σουλούπι.
Ευθύς το ντύνει με τη φορεσιά
που του δωσε η γυναίκα
κι έφτιαξε αντίγραφο πιστό
όλους να κοροιδέψει.















Με το λίγο φως το γιόμα φέρνει το καλούπι
κι όλοι νομίζουν ότι είναι η γυναίκα.

Ένας πηχάει με το μυστρί κι άλλος με τον ασβέστη
παίρνει κι ο πρωτομάστορας και ρίχνει μέγα λίθο.

Τρέχει μετά στης πεθεράς
και παίρνει τη γυναίκα
σ ένα σακούλι κρεμαστό, στη μέση τα λεφτά του
-λίρες πολλές που έβγαλε χτίζοντας τα γεφύρια-
και πάει να ζήσει μακριά
στου Δούναβη τα μέρη.
Καρφάκι δεν του καίγεται αν πέσει το γιοφύρι!

Χάρης Νικολής, Γ3

 

Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2013

Του Παπουτσωμένου Γάτου!!(η παραλλαγή του Γεράσιμου)


Σαράντα πέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες

Γιοφύρι ν εθεμέλιωναν στης Άρτας το ποτάμι

Ολημερίς το χτίζανε το βράδυ εγκρεμιζόταν

Μοιριολογούν οι μάστοροι και κλαιν οι μαθητάδες

«Αλίμονο στους κόπους, μας κρίμα στις δούλεψές μας,

Ολημερίς να χτίζουμε, το βράδυ να γκρεμιέται»

 

Την ώρα που μοιριολογούν μαστόροι, μαθητάδες

Πουλάκι εμφανίζεται στο είδος χελιδόνι

Ἐνα πουλί πανέμορφο με ράμφος χρυσαφένιο

Να δασκαλέψει ήθελε το μάστορα το Μένιο:

 
 

«Άκου καλέ μου μάστορη τι πρέπει εδώ να γίνει

Ζώο μικρό και ζωηρό στη γέφυρα να μείνει

Κι όχι οποιοδήποτε γατί μην κλείσετε εκεί κάτω

Παρά τον όμορφο, γνωστό Παπουτσωμένο γάτο!

 

Το λέει ο Μένιος ο ψηλός, του Πρωτομάστορά του

Που ‘ταν κοντός μα όμορφος, Γιάννης το όνομά του

Κι αμέσως ο Πρωτομάστορας στο χώμα πέφτει κάτω

Και γέλωτας τον πιάνει βροντερός ακούγοντας για γάτο

 

 «Τι να σου πω βρε Μάστορη πολύ με διασκεδάζεις!

Θα σε καλώ στα party μου το κέφι να μ’ αλλάζεις»

Κι ο Μένιος τώρα ο δύστυχος με γουρλωμένα μάτια

Εκοίταζε το μάστορα που έγινε κομμάτια

 
 

Από τα γέλια εννοώ δεν ειν’ κυριολεξία

Μα προφανώς ποτέ ο κοντός δεν πιάνει την ουσία

«Μάστορη, Πρωτομάστορη, αφέντη κι αδερφέ μου

Αστείο δεν μου φαίνεται να ειν’ αυτό καλέ μου»

 

Κι αμέσως εσοβάρεψε ο όμορφος ο Γιάννης

«Ώστε αλήθεια μου το λες εσύ πλάκα δεν κάνεις;»

«Όχι καλέ μου μάστορα δεν αστειευόμουν

Ότι σου είπα έγινε στο χώμα σαν καθόμουν»

 

«Τότε το θέμα ειν΄ σοβαρό το γάτο πρέπει να βρω

Αυτόν με το υπόδημα να πάω και να τον πάρω»

Έτσι απ΄ την αυριανή ο Μένιος με το Γιάννη

Στους δρόμους βγήκαν και έψαχναν να βρουν δήθεν τηγάνι

 

Έτσι είπαν στις γυναίκες τους ζηλιάρες καθώς ήταν

Και τι να πουν οι δύστυχοι αφού γάτο δεν βρήκαν

Ψαξ΄ από δω ψαξ΄ από κει στα πόδια να κοιτάζουν

Τις γάτες όλου το χωριού μια-μια να εξετάζουν

 

Ολημερίς γυρεύανε το γάτο το γατούλη

Και κάποιος τους εσφύριξε πως τον φωνάζουν Τούλη

Ήτανε λέει κάποτε ένας μυλωνάς μεγάλος

Κι όταν απόθανε αυτός το μύλο ανέλαβ΄ άλλος.

 

Ο μεγαλύτερος υιός λαμπρότατος και ξύπνιος

Μα οι άλλοι αδικήθηκαν τους είχε πάρει ο ύπνος

Οι άλλοι γιοί του μυλωνά αρκέστηκαν στα λίγα

Ένα γαϊδούρι του ενός και τ’ άλλου μια ακρίδα

 

Μικρόσωμος κι ολιγαρκής ο εξυπνούλης γάτος

Και ξαφνικά ο μάστορης να ξεφωνίζει να ‘τος!

Τον βλέπει ο Μένιος ο ψηλός να μπαίνει σε καλύβα

Με μπότες κι όμορφη στολή φερμένη απ’ την Αθήνα!

 

Και από πίσω του ευθύς ακολουθούν κι οι δύο

Και μπάινουνε στο οίκημα του ενός από τους δύο

Του πιο αδικημένου γιού που πήρε ένα γάτο

Παπούτσια που εφόραγε στα πόδια κάτω-κάτω

 

Τους πιάνει ο γιός του μυλωνά «τι θέλετε;» τους λέει

Μα οι μάστοροι εκάθονται καθώς δεν ειν’ και νέοι

 

Ο γάτος δίπλα τους εκεί να κάθεται ν’ακούει

σα τον σοφό γραμματικό χωρίς να παρακούει

Και τη δική του εξέφρασε ο γάτος άποψή του

Πως το σωστό και πιο σοφό είναι να παν μαζί του

 

Έτσι και πήγαν μάστοροι ξωπίσω του σωτήρος

Ξωπίσω αυτού του ευγενή που χε μεγάλο κύρος

Φτάνουν σε μέρος ήσυχο που φύλλο δεν κουνιόταν

Με κυπαρίσια όμορφα που δεν καταπατιόταν

 

Τους λέει εκεί το ζωντανό γεφύρι δεν στεριώνει

ακόμα κι αν με χτίσετε κόσμο θα θανατώνει

Εγώ σας λέγω μάστοροι κόκορα αίμα ρίξτε

Βαθιά μες’ τα θεμέλια και μια σαμπάνια ανοίξτε

 

Οι μάστοροι ευχαρίστησαν το φοβερό το γάτη

Γιατί τη λύση έδωσε σε ένα μεγάλο άχτι

Κι οι μάστοροι επέστρεψαν στο χτίσμα να αναγγείλουν

Τα όλα όσα έγιναν και να τους παροτρύνουν

 

Να φέρει κάποιος μάστορης κόκορα για να σφάξουν

Και μια σαμπάνια όμορφη να πιούν για να γιορτάσουν

Και έχτισαν τη γέφυρα χωρίς ν’ αργοπορήσουν

Και ευεργέτη θέλησαν το γάτο να ορίσουν
 
 
 
Γεράσιμος Μουστάκης, Γ3

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Η σοκολατοΕλλάδα μας


Η Ελλάδα μας είναι σαν μια σοκολάτα που όταν ξεκινάς και την τρως σου αρέσει μα όσο πάει και λιγοστεύει. Όταν φτάσει στην μέση είσαι σε δίλημμα και δεν ξέρεις να την φας ή να μην την φας ? Είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Όταν όμως έχει τελειώσει η σοκολάτα θέλεις κι άλλη μια και άλλη μια ..

Έτσι ακριβώς παίρνουμε τα δάνεια και μετά δεν μπορούμε να τα ξεπληρώσουμε. Και όσο πάει και χειροτερεύει το πράγμα και γι' αυτό τον λόγο η Ελλάδα μας έχει χρεοκοπήσει. Και το συμπέρασμα είναι πως δεν πρέπει να ξεπερνάμε ποτέ μα ποτέ τα όρια.  Αν και η σοκολάτα ειναι παρα πολύ ωραία...

Μαριλού Ριμπέιρο, Γ4

(γιατί όπως λέει και το τραγούδι :
...............................................................
Σόκο φτάνει και παράτα
Να μασάς τη σοκολάτα – σόκο φτάνει
Σόκο φτάνει, σόκο στάσου
σκέψου λίγο την υγειά σου
Σόκο φτάνει
Όποιος φτιάχνει σοκολάτες
Πάει στον χάροντα πελάτες
Όπα φτάνει.......................
 
 

Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2013

Η παραλλαγή της Φαίδρας.

 
 
 
 
Τ’ άκουσε ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει.
Και στο πουλί λέει να μηνύσει στη γυναίκα:
Κλειδαμπαρώσου στην κάμαρα μέχρι εγώ να έρθω σπίτι.
Το πουλί, όμως με το που αντίκρισε τη γυναίκα την ερωτεύτηκε
Και αλλιώς επήγε κι είπε:
Από τον άνδρα σου έρχομαι που θέλει το καλό σου
να έρθεις μαζί μου σε πόλη μακρινή,μακριά απ’ το χωριό σου.
Εκείνη υπάκουσε ανήξερη σαν ήταν
Τον πρωτομάστορα αφήνει και τη μεγάλη προίκα.
Χολωμένος καθώς γύρισε ο πρωτομάστορας που λύση
δεν βρήκε, τη γυνή φωνάζει να ρθεί να της μιλήσει.
Εκείνη όμως άφαντη για μέρες και για μήνες
και όπως γκρεμιζόταν το γεφύρι
γκρεμίζονταν και οι ελπίδες.
Και αφού ο πρωτομάστορας μόνος του πια ήταν
απόφαση το πήρε μια μέρα με βροχή
απ΄ το γεφύρι έπεσε να συναντήσει
τη δική του τη γυνή.
 
 Φαίδρα Αλεφάντου, Γ1

Ελλάδα, μια χώρα εγωιστών.


Η Ελλάδα είναι μία από τις καλύτερες χώρες του κόσμου! Τα πάντα είναι υπέροχα! Οι παραλίες και η θάλασσα είναι πεντακάθαρες, πουθενά δεν θα βρεις το παραμικρό σκουπίδι, όλοι σέβονται την φύση και κάνουν τα πάντα για να την προστατεύσουν. Και οι άνθρωποι; Αυτοί είναι πάντα χαμογελαστοί, δεν τους λείπει τίποτα και όλοι περνάνε μια χαρά!

Μα ποιον κοροϊδεύω; Υπάρχει άνθρωπος που θα πάει να πετάξει τα σκουπίδια του στον κάδο; Σιγά τώρα μην κάνουν 10 βήματα και χάσουν κανένα γραμμάριο! Ή να πας τα μπάζα στον σκουπιδότοπο; Γιατί βρε αδερφέ να κάψεις τόσα καύσιμα για να πας μέχρι εκεί πέρα όταν έχεις τόσο δάσος και τόσες παραλίες να τα πετάξεις; Λες και θα σου ζητήσει κανείς τον λόγο γιατί τα πέταξες εκεί. Σεβόμαστε την φύση; Ποιος; Όταν το 70% των πυρκαγιών είναι εμπρησμοί ενώ το άλλο 20% είναι επειδή βαριόσουν να ανοίξεις το τασάκι του αυτοκινήτου σου και πέταξες έξω το τσιγάρο; Στην τελική από πότε απαγορεύεται να καπνίζεις όταν οδηγάς;

Βγες τώρα έξω και μέτρα πόσους χαρούμενους θα δεις. Βαριέσαι εεε; Που να σηκωθείς τώρα από τον καναπέ, να βγεις έξω και να νοιαστείς για τους συνανθρώπους σου; Θα σου πω εγώ λοιπόν! Οι μόνοι που θα δεις να γελάνε θα είναι κάποιοι 20άρηδες οι οποίοι ζούνε με το επίδομα ανεργίας και εις βάρος των γονιών τους. Και αντί να πάνε να δουλέψουν σε κανένα χωράφι μπας και βγάλουν κανένα φράγκο κάθονται στις καφετέριες όλη μέρα. Και αυτός που πραγματικά έχει ανάγκη τα λεφτά της ανεργίας γιατί είναι κουτσός, τυφλός ή οτιδήποτε άλλο κάθεται και πεθαίνει από την πείνα και το κρύο επειδή εσείς οι 20άρηδες φοβάστε να δουλέψετε! Αλλά να μου πεις πώς να δουλέψεις όταν δεν έχεις αγγίξει στην ζωή σου εργαλείο και δεν ξέρεις ούτε μια βίδα να βιδώσεις;

Αλλά δεν φταίτε εσείς, οι γονείς φταίνε που σας μάθανε έτσι. «Μην γρατζουνιστεί το παιδί μου γιατί μπορεί να πάθει κάτι!» Και να ‘μαστε τώρα, με μία γενιά ανίκανη που όταν επιτέλους βρει δουλειά σε ένα γραφείο κάθετε όλη μέρα και παίζει στον υπολογιστή του γραφείου μέχρι να τον απολύσουν. Τότε βουτάει τα λεφτά της αποζημίωσης και πάει στο σπιτάκι του. Ένα σπίτι 500 τετραγωνικών για μια 3μελή οικογένεια. Ένα σπίτι φτιαγμένο με λεφτά άλλων τα οποία κάποτε δανείστηκαν, μα ποτέ δεν επιστράφηκαν.

Αλλά βέβαια δεν είναι όλοι έτσι. Υπάρχουν και αυτοί που είναι ακριβώς το αντίθετο. Αυτοί που δεν έχουν ούτε φαγητό να φάνε, χρωστάνε 4 μήνες ενοίκιο και άλλους τόσους το ρεύμα στην ΔΕΗ. Αυτοί που παίρνουν μισθό αρκετό μόνο για μία φρατζόλα ψωμί την μέρα, άντε και λίγο κανονικό φαγητό μία φορά τον μήνα.

Και η εύλογη ερώτηση είναι: Καλά τι κάνουμε γι’ αυτό; Εεε λοιπόν να τι κάνουμε: Βάζουμε ηλίθιους να μας κυβερνήσουν οι οποίοι δεν ξέρουν που πάν’ τα τέσσερα επειδή ποτέ δεν βρέθηκαν σε κατάσταση ανάγκης για χρήματα. Ποτέ δεν δούλεψαν για να ξέρουν. Και όταν πια πάρουν τον ίσιο δρόμο και αρχίσουν να αλλάζουν τα πράγματα έστω και λίγο, τσουπ, πεταγόμαστε εμείς γιατί δεν θέλουμε να χάσουμε τις πολυτέλειες που συνηθίσαμε. Εκεί που πάνε να δυσκολέψουν τα πράγματα στα σχολεία για να πάρει ο καθένας τον δρόμο που του αξίζει και όχι να πάει να τελειώσει ένα πανεπιστήμιο μετά από 10 χρόνια και στο τέλος να μην ξέρει τίποτα, βγαίνει ο καθένας και λέει ότι δεν είναι σωστό γιατί δεν έχουν όλοι τις ίδιες δυνατότητες! Φυσικά και δεν τις έχουν! Ακριβώς γι’αυτό δεν χρειαζόμαστε άλλους άχρηστους που βγαίνουν από ένα καλό πανεπιστήμιο, άλλα κάποιους χρήσιμους που μαθαίνουν αυτό που μπορούν.




Και για όλα αυτά ποιος ευθύνεται; «Ποιος ξέρει;» ή «Ποιος νοιάζεται;» θα απαντήσεις. Λοιπόν αυτό ακριβώς ευθύνεται. Το ότι το μόνο που σε νοιάζει είναι ο εαυτός σου και το χρήμα. Δεν σε νοιάζει ο συνάνθρωπος σου ή το κράτος σου. Σε νοιάζει να περάσεις καλά, να ζήσεις μέσα στην πολυτέλεια και οι άλλοι ας πάνε να πνιγούνε. «Τι με νοιάζει εμένα που ο άλλος αυτοκτόνησε γιατί δεν ήθελε να πεθάνει ταπεινωμένος γιατί δεν είχε λεφτά να πάρει ψωμί να φάει;»  λες από την πολυθρόνα σου όταν αυτά τα 20€ που φυλάς καλύτερα από την ζωή σου θα μπορούσαν να σώσουν αυτόν τον άνθρωπο; Και γιατί να πάρεις καναπέ 1500€ όταν θα μπορούσες να πάρεις έναν με 200 ή έστω 500 και τα άλλα να τα δώσεις σε κάποιον που τα έχει ανάγκη;

Ναι είμαι σίγουρος ποια για το τι είναι η Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι μια χώρα εγωιστών. Είναι η χώρα στην οποία εύχομαι καμία άλλη χώρα να μην μοιάσει. Και όχι δεν βγάζω τον εαυτό μου έξω. Είμαι και εγώ σαν όλους τους άλλους. Ίσως να μην ζω σε ένα σπίτι που το χρωστάνε ακόμα οι γονείς μου και να έχω σπαταλήσει χρήματα για πολυτέλεια αλλά τουλάχιστον το αποδέχομαι. Και ίσως να είμαι 15 χρονών αλλά έχω δουλέψει περισσότερο από τους περισσότερους 20άρηδες και έχω βγάλει πολύ περισσότερα χρήματα από αυτούς. Γιατί αν μου έμαθαν κάτι οι γονείς μου αυτά τα 15 χρόνια αυτό είναι πώς να είμαι δίκαιος και πώς να αναλύω πράγματα σε βάθος και να βλέπω την αλήθεια. Μα πάνω απ’ όλα μου έμαθαν να έχω δική μου άποψη και να μην ακολουθώ ότι είπε κάποιος άγνωστος, σε αντίθεση με τους περισσότερους.
Σ.Λ

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

Το γιοφύρι της Άρτας(η κωμική παραλλαγή του Μιχάλη!)

"Τ' άκουσ' ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει.
Πιάνει, μηνάει της λυγερής με το πουλί τ' αηδόνι.
Αργά ντυθεί, αργά αλλαχτεί, αργά να πάει το γιόμα,
αργά να πάει να διαβεί της Άρτας το γιοφύρι.
Και το πουλί παράκουσε κι αλλιώς επήγε κι είπε:
"Γοργά ντύσου, γοργά άλλαξε, γοργά να πας το γιόμα,
γοργά να πας και να διαβείς της Άρτας το γιοφύρι.

















Νάτηνε κι έφτασε από τη μαύρη στράτα,
την έιδε ο πρωτομάστορας κι έπαθε πολύ μεγάλη πλάκα.
Της λέει ο πρωτομάστορας πως πρέπει να πεθάνει
και κείνη πάλι ξαφνικά όλη τη χαρά της χάνει.
-Γιατί αγάπη μου πρέπει να πεθάνω,
αφού για σενα είμαι τώρα εδώ, κι εσένα τώρα χάνω;
-Γιατί κάποιοι άλλοι αποφάσισαν για μένα
και στο ποτάμι θα σε ιδώ, μες στο βαθύ πυθμένα.
Κι αν δεν πεθάνεις εσύ τώρα
η Άρτα όλη θα χαθεί σε μια μόνο ώρα.
Γι αυτό αγάπη μου μες στο ποτάμι πήδα
αφού έρχεται κακό που ποτές μου δεν είδα.


Πέθανε η γυναίκα και κανείς δεν νοιάστηκε
και ξαφνικά όλη η αλήθεια ξεσκεπάστηκε.
Πώς η γυναίκα είχε κρυφό δεσμό με το γιο του παπά
μιας και εκείνη κυνηγούσε μόνο τα λεφτά.
Το έμαθε αυτό ο πρωτομάστορας
κι έφαγε τα νυχια του σαν να ήταν κάστορας.
Αυτός ο γιος του παπά του την είχε δώσει
και του καψε το σπίτι του για να ανταποδώσει.
Και έτσι τελειώνω λοιπόν αυτή την ιστορία
γιατί πολύ εκράτησε αυτή η αγγαρεία!!!!
Μιχάλης Ευσταθιάδης, Γ1

Το γιοφύρι της Άρτας (η κωμική παραλλάγή του Χρίστου)

Σαράντα πέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες γιοφύριν εθεμέλιωναν στης Άρτας το ποτάμι.
Ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ εγκρεμιζόταν.
Μοιρολογούν οι μάστορες και κλαιν οι μαθητάδες.
"Αλίμονο στους κόπους μας, κρίμα στις δούλεψές μας,
ολημερίς να χτίζουμε, το βράδυ να γκρεμιέται.
"Πουλάκι εδιάβη κι έκατσεν, αντίκρυ στο ποτάμι,
δεν εκελάηδε σαν πουλί, μηδέ σα χελιδόνι,
παρά εκελάηδε κι έλεγε ανθρώπινη λαλίτσα:
" αν δε στοιχειώσετε άνθρωπο, γιοφύρι δε στεριώνει
και μη στοιχειώσετε ορφανό, μη ξένο, μη διαβάτη,
παρά του πρωτομάστορα την όμορφη γυναίκα,
που έρχεται αργά τ' αποταχύ και πάρωρα το γιόμα.


















Τ άκουσε ο πρωτομάστορας κι απ τη χαρά πετάει,
δυο χρόνια τώρα με άλλες την απατάει.
Κάνει να βγάλει κινητό, μήνυμα να της στείλει
μα εκείνη κουτσομπόλευε μαζί με μια φίλη.

Ενώ ετοιμαζότανε και έβαζε και λακ
είδε τότε το μήνυμα και έκανε call me back.
Την παίρνει ο πρωτομάστορας και εκείνη απαντάει
"Αντρούλη μου λέγε , τι θες;Με σένα άλλο δεν πάει"
Της λέει πως πρέπει στο γιοφύρι για βοήθεια να έρθει
όμως εκείνη σκέφτεται από μέσα της: βρε τον ψεύτη!

Με τα πολλά ο πρωτομάστορας την έπεισε να πάει
και δυο σουβλάκια της παρήγγειλε αμέσως για να φάει.
Κατέφτασε η γυναίκα του μα εκείνος είχε φύγει,
είχε πάει σινεμά να δει τον Κοντοπίδη.
Ενώ εκείνος έλειπε, αυτή άκουσε για το στοίχειωμα
και του στησε ενέδρα να μπει αυτός στο τοίχωμα.

Με τους μαστόρους τα συμφώνησε ψέματα να του πούνε
τάχα πως μες στην κάμαρα διαμάντια λαμποκοπούνε.
Σαν ήρθε ο πρωτομάστορας πίστεψε τους μαστόρους
στην κάμαρα θα κατέβαινε μόνο υπό δύο όρους.
Πρώτα θα τον βοηθούσανε ν ανέβει πάλι απάνω
και στη γυναίκα του δε θα λεγαν τίποτα παραπάνω.















Κρυμμένη η γυναίκα του τ άκουγε όλα αυτά
μα από μέσα της εγέλαγε κρυφά. σατανικά.
Κατέβη ο πρωτομάστορας να έβρει τα διαμάντια
όμως βρήκε την κάμαρα ολωσδιόλου άδεια.
Πήγε απο πάνω η γυναίκα του κι άρχισε να τον χτίζει
μα τελικά το μόνο που ήξερε ήταν να κακαρίζει.

Έσπευσαν οι μάστοροι τη γυναίκα να βοηθήσουν
μήπως και δουν άσπρη μέρα και το γεφύρι χτίσουν.
Σαν τέλειωσε το στοίχειωμα αυτή βρήκε τον Κώστα
και πήγανε στον Πίκουλα και φάγανε κομπόστα!!!

Χρίστος Γερογιάννης, Γ1




 

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2013

Η κυρία Λίνα!


Πρώτες μέρες στο σχολείο και έρχονταν διάφοροι καθηγητές στην τάξη. Άλλοι άρχιζαν το μάθημα αμέσως και άλλοι έμπαιναν στον κόπο να μας γνωρίσουν πρώτα.

Εντύπωση μας έκανε μια καθηγήτρια διαφορετική από τις άλλες που δεν ντυνόταν σαν να ήταν στα 200 π.Χ.-όπως οι περισσότερες- και δεν ήταν ποτέ κατσουφιασμένη. Αντίθετα ήταν μες στη χαρά και πάντα με ένα μεγάλο χαμόγελο. Φαινόταν καλή και γλυκιά, αλλά όταν μιλούσε σοβαρά, μιλούσε σοβαρά. Δεν της πήρε πολύ καιρό να μας κερδίσει. Έκανε το μάθημα ενδιαφέρον και κατανοητό ταυτόχρονα. Τώρα όλοι συμμετείχαν και παρακολουθούσαν στο μάθημα. Όλη η τάξη άρχισε να βελτιώνεται. Ακόμα και ο Ορέστης που ήταν κακός μαθητής από 11 στα Αρχαία ανέβηκε στο 16!
 

Αυτό που την έκανε διαφορετική ήταν ότι δεν έβαζε τις φωνές αλλά καθόταν να συζητήσει μαζί μας και να κάνει με καλύτερο τρόπο να καταλάβουμε τα λάθη μας.

Το μόνο ελάττωμα της ήταν ότι μας έβαζε πολλές ασκήσεις .Όταν όμως παραπονιόμασταν μας εξηγούσε ότι το έκανε για μας, για να μάθουμε. Δεν θα την ξεχάσω ποτέ ούτε εγώ ούτε το υπόλοιπο περσινό Β5!

Ιωάννα Σεβαστάκη, Γ4

Όσο μπορείς να ερωτεύεσαι.


Αγαπητό ημερολόγιο

Σήμερα στο σχολείο γνώρισα τον Ορέστη. Ο Ορέστης είναι ο κακός μαθητής της τάξης αλλά και ο πιο όμορφος. Από τη στιγμή που τον γνώρισα η χαρά που νιώθω μέσα μου είναι απερίγραπτη. Αλλά από κείνη τη στιγμή που τον είδα άρχισε να αποσπάται  η προσοχή μου από το μάθημα. Έβλεπα συνέχεια τα τριαντάφυλλα στο παράθυρο της τάξης μου και σκεφτόμουν τον Ορέστη,  αγνοώντας φυσικά τις φωνές της δασκάλας. Αφού σκέφτηκα πολλές ώρες συμπέρανα (μεταξύ μας αυτό) ότι όσο μπορείς στη ζωή σου πρέπει να ερωτεύεσαι χωρίς να ντρέπεσαι για κάτι.

Αθηνά Βαρθακούρη, Γ1

Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013

Παιδικές αναμνήσεις


Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, κάθε καλοκαίρι το περνούσα στο χωριό της γιαγιάς μου κοντά στα Χανιά. Αυτό που μου άρεσε πάντα σε εκείνη ήταν ότι κάθε βράδυ μου έλεγε και μια ιστορία από τα απομνημονεύματα της. Επίσης συνήθιζε να μου μιλάει για τον παππού μου, τον Ορέστη. Πέθανε νέος και δεν πρόλαβα να τον γνωρίσω , αλλά μέσω της γιαγιάς ένιωθα ότι τον ήξερα καλά.

Αναφερόταν συχνά σε ιστορικά γεγονότα, όπως και στον Κρητικό πόλεμο καθώς και στους ήρωες που πολέμησαν για τη χώρα μας. Πολλές φορές την άκουγα να λέει πως οι άνθρωποι τότε δεν είχαν καμιά σχέση με τα ζα που ζουν σήμερα στην Ελλάδα. "Έχασαν οι Ρωμιοί τη Ρωμιοσύνη τους ",έλεγε στη μητέρα μου και έπειτα ακούγονταν φωνές στην κουζίνα. Εκείνη η φράση δεν καταλάβαινα τότε τι σημαίνει. Τώρα όμως που μεγάλωσα κατάλαβα πόσο δίκιο είχε η γιαγιά.

Φαίδρα Αλεφάντου Χριστοπούλου, Γ1

Ο βίος μου


Όταν πρωτοξεκίνησα το σχολείο , οι γονείς μου έβλεπαν πως ήμουν κακός μαθητής. Έτσι αποφάσισαν να με στείλουν να δουλέψω στον κύριο Μπολιβάρ. Τότε η χαρά σβήστηκε από το πρόσωπο μου. Πήγα να τον βρω στην ταβέρνα που λεγόταν Ορέστης. Μόλις έφτασα, άκουσα πολλές φωνές από μέσα. Μπήκα και τον είδα να κάθεται μόνος σε ένα απόμακρο τραπέζι. Κάθισα μαζί του και μιλήσαμε. Μου είπε να γίνω ζητιάνος, μια δουλειά χωρίς ελπίδα. Καθώς δεν μπορούσα να αρνηθώ, ξεκίνησα την αμέσως επόμενη ημέρα.

Φόρεσα βρώμικα ρούχα και στήθηκα κοντά στην τράπεζα. Περίμενα αρκετές ώρες ώσπου να έρθει  η πρώτη είσπραξη. Τέλειωσα το βράδυ και γύρισα στο σπίτι λέγοντας στους γονείς μου πως ήταν φριχτά και δεν θέλω να ξαναπάω. Ζητείται ελπίς φώναξα και τους έπεισα. Τώρα το πρωί πάω στο σχολείο και το απόγευμα δουλεύω στα υαλοπωλεία. Είμαι αρκετά ευχαριστημένος, αλλά το όνειρο μου είναι να γίνω ζωγράφος.

Χρήστος Γιαννόπουλος, Γ1

Ερωτική ιστορία.


Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας άντρας που λεγόταν Ορέστης . Ο Ορέστης είχε παντρευτεί, αλλά ο γάμος του δεν κράτησε πολύ, διότι η γυναίκα του πέθανε. Το περιστατικό συνέβη όταν πήγαν διακοπές στην Άρτα. Καθώς περπατούσαν η κοπέλα σκόνταψε και έπεσε από το γιοφύρι της Άρτας μέσα στο ποτάμι. Ο άντρας μόλις την είδε πήδηξε στο νερό, αλλά όμως δεν κατάφερε να τη σώσει. Μόλις συνειδητοποίησε ότι η κοπέλα χάθηκε, έπεσε σε βαθιά κατάθλιψη για δυο χρόνια.

Ένα βράδυ οι φίλοι του τον πήραν μαζί τους για ένα ποτό, μήπως γίνει καλύτερα , διότι είχαν περάσει δυο χρόνια και εκείνος ακόμα ήταν σε κατάθλιψη. Καθώς περπατούσε για το σπίτι του το ίδιο βράδυ έγινε η αναπάντεχη γνωριμία με τη Μόνικα .Εκείνο το βράδυ μόλις την είδε ένιωσε κάτι το περίεργο: ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά.
 

Το επόμενο βράδυ βγήκαν μαζί και ο Ορέστης από θλίψη ένιωσε τώρα χαρά. Στο τέλος της ωραίας αυτής βραδιάς ο Ορέστης συνόδευσε τη Μόνικα στο σπίτι της .Μετά από λίγη ώρα έριξε μια πέτρα στο παράθυρο της και αυτή όταν το άνοιξε είδε τριαντάφυλλα στο παράθυρο της. Ακριβώς δίπλα είδε ένα ποίημα που λεγόταν Τα πάθη της βροχής και ξεκινούσε λέγοντας :Δώρο ασημένιο ποίημα…. και τελείωνε λέγοντας :τα δώρα δεν είναι το παν. Μετά από ένα χρόνο παντρεύτηκαν και ο Ορέστης είπε: Τώρα πια θα είμαι χαρούμενος για πάντα!

Αντώνης Ανθούλης, Γ1

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

Μια ακόμη μέρα ανεργίας..


Και πάλι ξεκινάει μια μέρα ανεργίας και αναζήτησης για δουλειά.Κάθε φορά που διαβάζω
μια αγγελία στην εφημερίδα λέω:Τώρα! είναι η μεγάλη μου ευκαιρία, αλλά στη συνέχεια η κατάσταση εξελίσσεται πάντα σε τραγωδία.
Σκέφτομαι όμως από μέσα μου:στο σχολείο δεν ήμουν κακός μαθητής.Σχεδόν κάθε βράδυ προσευχόμενος λέω από μέσα μου :Ζητείται ελπίς.Προσπαθώ έστω και με τα λιγοστά λεφτά που έχω να δίνω χαρά στο παιδί μου με μικρά δώρα.Κι αυτό πολλές φορές με ρωτάει :μπαμπά πότε θα πάμε να δούμε το αρχαίο θέατρο με τον Ποσειδώνα και δεν ξέρω τι δικαιολογίες να βρω.Ελπίζω στο τέλος να μην καταλήξω ζητιάνος.Έτσι είναι πια η καθημερινότητα τα τελευταία χρόνια.
Γιάννης Γεωργιόπουλος, Γ1

 

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2013

Η Ελλάδα μας , το γιοφύρι της Άρτας.


Η Ελλάδα είναι πλέον σαν το γιοφύρι της Άρτας. Ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν. Έτσι και μείς που λέτε ολημερίς τη χτίζουμε την Ελλάδα ,μπας και αποκτήσουμε μια σωστή κοινωνία, και το βράδυ γκρεμίζεται. Στο γκρέμισμα βέβαια δέχεται βοήθεια και από ένα ξεχωριστό κοινό.
 

Στης Άρτας το γεφύρι λένε πως χτίσανε ζωντανή τη γυναίκα του πρωτομάστορα και τσούπ, νάτο το γεφύρι. ’Ετοιμο ! Το δικό μας πάλι πολύ προβληματικό, βρε αδερφέ. Τόσους και τόσους έχουμε χτίσει ζωντανούς (αν καταλαβαίνετε τι εννοώ) και πάλι αυτό εκεί να γκρεμίζεται. Τζάμπα κόπος!
 

Τώρα που γράφω είναι βράδυ. Νατο, πάλι γκρεμίζεται! Ο βίος μου πλέον μαρτύριο. Τι να κάνω η κακομοίρα που υποτίθεται ότι είμαι μια από αυτές που κτίζουν. Δε στεριώνει αυτή χώρα. Δουλειά χωρίς ελπίδα, πραγματικά. Ζητείται ελπίς γρήγορα και απεγνωσμένα. Ούτε στα νυχτερινά κέντρα τέτοιος χαμός. Σιωπηλές φωνές παντού όπου και αν γυρίσεις. Σε διαπερνούν σαν δυνατός άνεμος και σε κάνουν να ανατριχιάσεις. Τόσο που νιώθεις την καρδιά σου να βγαίνει έξω από το σώμα σου, να ξεσκίζει τη σάρκα σου! Όλος αυτός ο άνεμος σου αφήνει μια απαίσια γεύση την οποία προσπαθείς να διώξεις κάθε πρωί χτίζοντας, προσπαθώντας να το κάνεις να στεριώσει. Και νάτο πάλι το βράδυ να καταστρέφονται τα όνειρα σου. Νιώθεις  λες και έχουμε πόλεμο. Τα τριαντάφυλλα στο παράθυρο, αυτά που βλέπεις κάθε πρωί χαμογελαστά και περήφανα, το βράδυ τρέμουν. Κρύβονται πίσω από τη σκιά που τους δημιουργεί το φως του φεγγαριού. Τι ακριβώς συμβαίνει καλοί μου άνθρωποι;

Σέια Ντρέου, Γ4