Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Με αφορμή το προξενιό του Ερωτόκριτου - Η ιστορία της γιαγιάς της Θεοδοσίας


Η γιαγιά μου , την εποχή που γνώρισε τον παππού μου , ήταν φοιτήτρια της φιλοσοφικής σχολής Αθηνών. Ήταν μία άριστη μαθήτρια και το όνειρο της ήταν να γίνει φιλόλογος και να διδάξει. Ο παππούς μου ήταν επιχειρηματίας στην Αφρική. Είχε φύγει από την Ελλάδα νεαρός αναζητώντας μία καλύτερη ζωή.

         Τα έξοδα της γιαγιάς  μου στην Αθήνα , τα είχε αναλάβει ο θείος της και νονός της, πολύ γνωστός σπογγέμπορας της Καλύμνου. Δυστυχώς όμως το 1954 οι σπογγέμποροι έπαθαν μεγάλη καταστροφή εξαιτίας μίας αρρώστιας των σφουγγαριών. Έτσι ήταν αδύνατο πια η γιαγιά μου να συνεχίσει τις σπουδές της.

         Εκείνη την εποχή συνέπεσε ένα ταξίδι του παππού μου στην Κω. Σκοπός του ταξιδιού ήταν να βρει μία κοπέλα από την πατρίδα του , να την γνωρίσει και να κάνει οικογένεια. Ήθελε όμως εκτός από όλα τα άλλα , να είναι όμορφη , γιατί και αυτός ήταν ένας κούκλος.

         Κάποιος ξάδελφος του παππού μου μεσολάβησε για την γνωριμία τους η οποία υπήρξε καρμική , γιατί αμέσως ερωτεύτηκε ο ένας τον άλλο. Ο γάμος έγινε μετά από ενάμισι μήνα και μετά από ένα μήνα έφυγαν για την Αφρική , εκεί όπου ζούσε ο παππούς μου.

         Εκεί γεννήθηκαν και τα τρία παιδιά της γιαγιάς  μου , η μαμά μου και τα αδέλφια της. Η ζωή τους  εκεί ήταν πολύ καλή , δυστυχώς όμως μετά από την επανάσταση το 1967 αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα που αγάπησαν και έζησαν ευτυχισμένοι.

         Η επιστροφή τους δεν ήταν εύκολη ,  γιατί βιώνοντας τις μεγάλες καταστροφές στην Αφρική , έπρεπε να ξεκινήσουν από την αρχή. Ήταν όμως τόσο αγαπημένοι μεταξύ τους και ο ένας αποτελούσε στήριγμα για τον άλλο , ώστε αυτό να τους βοηθήσει να ξεπεράσουν την οποιαδήποτε δυσκολία .
Θεοδοσία Διακογιάννη, Γ1

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Με αφορμή το προξενιό του Ερωτόκριτου - Η αληθινή ιστορία της γιαγιάς της Άννας



Τα παλαιότερα χρόνια οι οικογένειες συνήθιζαν να παντρεύουν τα παιδιά τους με προξενιό. Δεν τους ρωτούσαν, απλά το ανακοίνωναν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ενωθούν οι δυνάμεις των δυο οικογενειών και επίσης συνηθίζονταν ο άντρας ή η γυναίκα να πάρουν κάποιον-οια της ίδιας κοινωνικής τάξης.
Ο προπάππους μου είχε την τύχη να πάρει την γυναίκα που αγαπούσε αλλά μετά από πολύ ταλαιπωρία. Γνωρίστηκαν κατά την περίοδο του Β΄ παγκοσμίου πολέμου ανάμεσα στην Ρωσία και την Γερμάνια. Έτυχε να κάνουν πορεία οι στρατιώτες από το χωριό της προγιαγιάς μου. Εκεί την είδε και την ερωτεύτηκε αμέσως. Ρώτησε τα πάντα για αυτήν και της είπε ότι θα την περιμένει το βράδυ στο σημείο που γνωρίστηκαν. Έτσι έκλεισαν το πρώτο τους ραντεβού. Όταν έφτασε η στιγμή που έπρεπε να το ανακοινώσει τους γονείς του αυτοί αρνήθηκαν το γεγονός να είναι με μια κατώτερης τάξης και αμόρφωτη, ενώ ο προπάππους μου είχε τελειώσει πανεπιστήμια και μάλιστα από τα καλύτερα.
Φαινόταν τρελό μια φτώχεια χωριατοπούλα να είναι με τον πλούσιο και μορφωμένο γιο τους. Αυτός περπατούσε τέσσερα χιλιόμετρα για να την δει έστω και για λίγο. Αυτό γινόταν μέχρι την στιγμή που το έμαθε ο πατέρας του και εξοργίστηκε, με αποτέλεσμα να μην τον αφήνει να πάει πουθενά χωρίς την συνοδεία του.
Τελικά ο προπάππους μου (ο Ιβάν) τα παράτησε όλα. Ένα βράδυ έφυγε από το σπίτι μόνο με λίγα χρήματα και χωρίς καθόλου από την τεράστια περιουσία του. Βρέθηκε με την (Μαρία) προγιαγιά μου και δεν την αποχωρίστηκε ποτέ ξανά. Έμειναν μαζί στο σπίτι της γιαγιάς. Ήταν πολύ ευτυχισμένοι και ποτέ τους δεν είχαν προβλήματα -μάλιστα έκαναν και πέντε παιδιά.
Όσο για τους γονείς του προπάππου μου με τον καιρό το δέχτηκαν..και όλα κύλησαν μια χαρά!

 

Άννα Γεωργαντή, Γ1

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

Το γεφύρι της Άρτας (η παραλλάγή της Διώνης)



Σαράντα πέντε μάστοροι και εξήντα μαθητάδες
γιοφύρι -ν- θεμελίωναν στην Άρτας το ποτάμι .
Ολημερίς το χτίζανε το βράδυ γκρεμιζόταν.
Μοιρολογούν οι μάστοροι και κλαίνε οι μαθητάδες:
<<Αλίμονο στους κόπους μας κρίμα στις δουλεψές μας,ολημερίς να χτίζουμε το βράδυ να γκρεμίεται !>>
<Α δε στοιχειώσετε άνθρωπο γιοφύρι δεν στεριώνει και μην στοιχειώσετε ορφανό ,μην ,ξένο μη διαβάτη , παρά του πρωτομάστορα το όμορφο παλικάρι» Το άκουσε ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει !
Τι να σκεφτεί ,τι να γενεί ,τι να πρωτοκάμει τι γιο του για να σώσει και το γιοφύρι να στεριώσει .
Τρεις μέρες το σκεφτόταν τρεις νύχτες πολεμούσε .
Την τρίτη την φαρμακερή εσηκώθη απελπισμένος.
Βαριά τα πόδια έσυρε και φτάνει στο ποτάμι.
Να πέσει μέσα ήθελε μη δει το κακό που φτάνει .
Και εκεί μες στην θολούρα του μες στην απελπισία του ο γιος του πλησίασε και έκατσε κοντά του .
Σιγά βγήκε η φωνή απο τα σωθικά του :
<<Μην βασανίζεσαι πατέρα ουτε και μην χαλιέσαι
εγώ κρυφά πλησίασα και άκουσα την ορμήνια που το πουλί σας έδωσε την λύση για να βρείτε .
Εγώ λοιπόν θα στοιχειωθώ το γιοφύρι να στεργιώσω>>.
Καλά καλά τα λόγια του δεν πρόλαβε να τελειώσει σεισμός μεγάλος έγινε και έπεσε το γιοφύρι.
Και τότε όλοι κατάλαβαν πως μήτε το γιοφύρι μήτε  άλλο ανθρώπινο έργο δεν μπορεί να σταθεί, αν την ευτυχία του ανθρώπου στερεί!!!


Διονύσια Παπανικόλα, Γ3

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2012

Το γιοφύρι της Άρτας (η παραλλαγή της Διονυσίας)


 
 
 
 
Σαράντα πέντε μάστοροι και εξήντα μαθητάδες

γιοφύρι εθεμέλιωναν στης Άρτας το ποτάμι .

Ολημερίς το χτίζανε το βράδυ εγκρεμιζόταν.

Μοιρολογούν οι μάστοροι και λεν οι μαθητάδες:

<<Θεέ μια λύση δώσε 'μας γιοφύρι να στεριώσει

γιατί εμείς σε αυτό το γεφύρι και την ψυχή μας έχουμε δώσει>>.

 
Το ακούει τότε ο Θεός και αμέσως λύση βρίσκει:

 Αν θέλετε γιοφύρι να στεριώσει

πρέπει ο πρωτομάστορας λουλούδι πάει και κόψει.

Το ακούει ο πρωτομάστορας και αμέσως απαντάει:

αφού έτσι λέει η μοίρα για τούτο το γιοφυρι

εγώ θα πάω ,εγώ θα βρω ετούτο το λουλούδι

 που έχει πάνω στα αγκάθια του τον κόπο τον δικό μας,

 και θα στεριώσει για καιρό τούτο το χτίσιμο μας.
 

Έτσι λοιπόν ξεκίνησε για εκείνο το λουλούδι

Και 'χουν τώρα τα αγκάθια του στο στήθος απομείνει.

Μα δεν μιλά δεν βγάζει πια λαλιά,

γιατί με τούτα τα αγκάθια γιοφύρι στερεώνει

και όλου του κόσμου τα καλά στον κόσμο τούτο  δίνει.

Διονυσία Ντούλα, Γ3

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012

Το γεφύρι της Άρτας (η παραλλαγή της Σοφίας)



Τ'άκουσε ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει.
Πιάνει, μηνάει της λυγερής:
Μήτε να πάει στο γιόμα, μήτε να πάει και να διαβεί της Άρτας το γιοφύρι,
παρά να κάτσει σπίτι της, να βάλει τα καλά της και να'βγει μόνο την αυγή γοργά να πάει στη χώρα.
Εκεί να βρει φαρί γοργό να πάει στο πατρικό της, μήτε να βγει από 'κει, μήτε και αυτόν να ψάξει.
Τι κι αν βρεθούνε αυτοί σιμά ο θάνατος θε να'ρθει.
Για το γιοφύρι θα σας πω τη θλιβερή ιστορία.
Σαρανταπέντε μάστοροι και εξήντα μαθητάδες πάει, χαθήκαν άδικα και δεν ξαναγυρνάνε,όπως και τα πικρά νερά στου ποταμού την κοίτη.

Σοφία Πανέρα, Γ3

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

Το γεφύρι της Άρτας (η παραλλάγή της Ελένης)


o        Σαράντα πέντε μάστοροι και εξήντα μαθητάδες
όλοι τους επεθάνανε και τρέχαν οι κυράδες.
Γιοφύρι θεμελιώνανε της Άρτας ξακουστό,
γιατί εκείνο έφαγε κόσμο πολύ τρανό.
Τη νύχτα εκαθόντουσαν και έχτιζαν με κόπο
Τη μέρα το 'βρισκαν σαν χθες όπως το είχαν πρώτο
και εκείνοι εστενάζανε δεν ξέρανε τον λόγο.
Έτσι μια νύχτα στην σκοπιά βάλανε έξι άντρες
και την επόμενη νεκρούς βρήκαν τους φουκαράδες.
Όλοι θρηνούσαν και σκοπιά εβάλαν άλλους δέκα
όμως και αυτοί τα τίναξαν,  δεν είπανε κουβέντα.

Όσο περνούσε ο καιρός εχάνονταν και άλλοι
και μάνες τώρα έκλαιγαν και χάνονταν στην ζάλη.
Στο τέλος μόνο ένας έμεινε,  ο πρωτομάστορ
και όλοι οι συγγενείς νεκρών μαζώχτηκαν και άστον
τον φάγανε και αυτόν σε μια στιγμή τον κακομοίρη
Χάθηκαν τώρα όλοι με μιας,δεν έμεινε κανείς
μα το γιοφύρι άχτιστο δεν έμεινε πολύ.
Ήρθε ένας μάγος ξακουστός, φίνος και με μπέσα
και μες τη νύχτα το 'φτιαξε δίχως να πει κουβέντα.

Έτσι κτίστηκε γερό και διάσημο το γιοφύρι
μα δεν μαθεύτηκε ποτέ ο λόγος που έκανε τις γυναίκες τους να χάσουνε τους άντρες
και χήρες να απομείνουνε και στη ζωή μονάχες.
Τους θρήνησαν πολύ καιρό, μα γρήγορα εβρήκαν
καινούριους άντρες για να δουν ξανά αυτήν την γλύκα
που είχαν χάσει για καιρό όταν τα 'χαν τινάξει
οι σύζυγοι τους οι τρανοί και είχανε πλαντάξει.

 

Ελένη Αννιτσάκη, Γ1

Το γιοφύρι της Άρτας (η παραλλαγή του Αριστοτέλη)





Τ’ άκουσ’ ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει

Και αφού το ξανασκέφτεται πάλιν ερωτάει:

«Σίγουρα τρόπος άλλος δεν υπάρχει ω προφήτη;»

Και αυτός μετά από συλλογισμό του απαντά:

«Υπάρχει και άλλο μονοπάτι μακρύ και ξένο

Πέρα απ’ τα βόρεια τα βουνά τα δυο τα ψηλά

Και πέρα από το σκοτεινό το βάλτο βρίσκεται

Ένα δαχτυλίδι μαγικό που ‘ναι αγιασμένο

Όποιος ετούτο το φοράει αιώνια θα ζει

Και σ’ όποιο κτίσμα εντοιχιστεί δε θα καταστραφεί

Αλλά ο δρόμος είναι επικίνδυνος και κρύος

Και η ελπίδα λιγοστή και θαρραλέοι λίγοι

Σίγουρα θες τέτοιο ρίσκο να πάρεις ω μάστορα;»

Και με βραχνή φωνή εκείνος απαντά σε τούτα:

«Εγώ για τη γυναίκα μου και το νοικοκυριό μου

Και βουνά θα σκαρφαλώσω και βάλτους  θα περάσω

Αρκεί να υπάρχει ελπίδα να ζήσω τ΄ όνειρο

Τη γέφυρα να χτίσω και να ‘μαι ευτυχισμένος"
 
 
 
 
 
Τούτα είπε και κίνησε αμέσως προς το βορρά
Τα πράγματά του μάζεψε και πήρε και εφόδια

Και συνοδεία ήρθαν και μάστορες και μαθητές

Και φτάσανε εις τα βουνά τα δύο τα ψηλά

Και το κρύο φαρμακερό αλύπητα χτυπούσε

Μα ‘κείνοι όλοι απαθείς είχαν ο ένας τ’ άλλο

Και με γέλια και χαρές το βάλτο πλησιάσανε

Και ξημερώνοντας η τρίτη μέρα τον διάβηκαν

Και φτάσανε εις τη σπηλιά με μέγα δαχτυλίδι

Και ψάξανε μες το σκοτάδι επί δύο ώρες

Και σαν βρέθηκε το επήρε ο πρωτομάστορας

Με δάκρυα στα μάτια τους ευχαριστούσε όλους

«Ευχαριστώ Ω φίλοι μάστορες και μαθητάδες

Για ετούτο το μαρτύριο που με γλιτώσατε

Μακάρι οι οικογένειες σας γερές να είναι

Σαν το γεφύρι που θα χτίσουμε το αγκρέμιστο»

Τούτα είπε και ξεκίνησαν πίσω να γυρίσουν

Και η πέμπτη μέρα σαν ξημέρωνε γυρίσανε

Το δαχτυλίδι ρίξανε και το γεφύρι χτίσαν

Και κείνο πάλι στέριωσε και γκρέμισμα δεν είχε

Κ’ όταν γύρισ’ ο μάστορας στην οικογένειά του
Δόθηκ’ αιώνια ευτυχία σ’ όλους κοντά του.


Αριστοτέλης Δράκος, Γ1

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Λέσχη Ανάγνωσης 2012-2013!!!


Το προηγούμενο Σάββατο συναντήθηκε για πρώτη φορά η Λέσχη Ανάγνωσης του σχολείου. Φέτος αποφασίσαμε να γίνουν δύο τμήματα : ένα της Α Γυμνασίου και ένα της Β και Γ Γυμνασίου. Η λέσχη Ανάγνωσης της Α Γυμνασίου θα έχει συντονίστρια την κ.Κρικέλη και η λέσχη της Β και Γ Γυμνασίου τις κυρίες Γεωργακά και Κεφαλά.



Στη βιβλιοθήκη του σχολείου μαζεύτηκαν λοιπόν οι συμμετέχοντες στη λέσχη της Β και Γ Γυμνασίου για να γνωριστούν μεταξύ τους και να ενημερωθούν τα νέα μέλη για τον τρόπο λειτουργίας της λέσχης. Φέτος έχουμε τη χαρά να συμμετέχουν στη λέσχη αρκετά αγόρια, σε αντίθεση με άλλες χρονιές όπου κυριαρχούσαν τα κορίτσια.




Η συνάντηση ήταν σύντομη μιας και τα περισσότερα μέλη γνώριζαν τις λεπτομέρειες της λειτουργίας και το μόνο που μας έμεινε να αποφασίσουμε ήταν το βιβλίο με το οποίο θα ξεκινούσαμε τις φετινές μας αναγνώσεις. Μετά από τη βιβλιοπαρουσίαση που έκαναν ορισμένα μέλη – τα οποία ήρθαν προετοιμασμένα(!)-  ψηφίσαμε την πρόταση που μας φάνηκε πιο ενδιαφέρουσα. Έτσι το πρώτο βιβλίο που θα διαβάσουμε είναι "Το μυστικό της δούκισσας¨", του Βασίλη Ραϊση.



Η υπόθεση του βιβλίου είναι η εξής :

Σ' ένα μικρό νησί του Αιγαίου ένα κορίτσι ανακαλύπτει σε μια σπηλιά ένα παράξενο κρανίο. Το χαρίζει στο αγόρι που της αρέσει, νομίζοντας ότι του δίνει επιτέλους την απόδειξη ότι οι εξωγήινοι υπάρχουν.
Το κρανίο το διεκδικούν και κάποιοι άλλοι μαθητές, που το είχαν βρει πρώτοι και το χρησιμοποιούσαν σε παράξενες κρυφές τελετές. Κανείς όμως δεν φαντάζεται την πραγματική του ιστορία, που αναφέρεται σε ένα σκοτεινό κομμάτι του παρελθόντος του νησιού.
Τελικά το μυστικό του κρανίου θα έρθει στην επιφάνεια, αναστατώνοντας όλο το νησί.


 Η λέσχη ανάγνωσης της Α Γυμνασίου διαβάζει το βιβλίο του Ευγένιου Τριβιζά "Το σεντούκι με τις πέντε κλειδαριές".





Και η υπόθεση είναι η ακόλουθη :
Ένας εκκεντρικός κόμης, ένας αμύθητος θησαυρός, ένας μνησίκακος μπάτλερ, μια πεινασμένη τίγρη, πέντε χρυσά κλειδιά, μια απροσδόκητη κληρονομιά και ένα θανάσιμο μυστικό συνθέτουν τη συναρπαστική αυτή περιπέτεια ενός κουρδιστή πιάνων που προσπαθεί να ανακαλύψει πέντε χαμένα κλειδιά, σκόρπια στα πέρατα του κόσμου.

Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012

Ανήκω σε μία χώρα μικρή....


       
    Ελλάδα! Η χώρα που γεννήθηκα και αγαπώ. Είναι η χώρα που με κάνει περήφανη , μια χωρά με παρελθόν και μέλλον. Η χώρα του πολιτισμού, της ιστορίας, της κουλτούρας , του γέλιου, της φιλίας,  της ευγένειας, της χαράς, του ήλιου, της θάλασσας…

    Είναι όμως όλα αυτά αρκετά για να προχωρήσει μία χώρα? Μάλλον όχι!! Αν κρίνουμε από την κατάσταση που βρίσκεται τώρα η Ελλάδα. Συγκλονισμένοι από μία απέραντη οικονομική κρίση οι αγανακτισμένοι πολίτες προσπαθούν να καταλάβουν το λόγο που μας έφτασε ως εδώ! Όλοι μας έχουμε μερίδιο σε αυτό. Εμείς οι πολίτες με τις λάθος προτεραιότητες μας (πλούσια ζωή, μεγάλα σπίτια…), με την αδιαφορία μας για το τι συμβαίνει γύρω μας, με την ξενομανία και το νεοπλουτισμό μας. Θέλαμε να έχουμε περισσότερα από όσα μπορούσαμε να αντέξουμε. Οι πολιτικοί της Ελλάδας έχουν εξίσου ίσως και μεγαλύτερη ευθύνη. Ελάχιστοι από αυτούς πόνεσαν, προσπάθησαν και αγωνίστηκαν για το καλό της χώρας μου. Οι περισσότεροι εκμεταλλευτήκαν τη θέση τους προκειμένου να πλουτίσουν, μας έκρυψαν την αλήθεια και μας οδήγησαν στην πόρτα του Δ.Ν.Τ. φορτώνοντας την Ελλάδα με δάνεια που ουδέποτε θα μπορέσει να ξεπληρώσει.

    Ένα απέραντο μεταναστευτικό κύμα έχει οδηγήσει τα περισσότερα νέα παιδιά εκτός Ελλάδας. Τι πιο φοβερό από το να στερηθεί μία χώρα τη νεολαία της. Δυστυχώς κάθε φορά που το κράτος θέλει να εξοικονομήσει χρήματα οι πρώτες περικοπές γίνονται στον τομέα της υγείας και της παιδείας. Η ανασφάλεια είναι ζωγραφισμένη στα πρόσωπα των πολιτών μικρών και μεγάλων. Τα καθημερινά προβλήματα μας απομονώνουν και μας αποξενώνουν. Εμείς οι νέοι οφείλουμε να πιστέψουμε στην Ελλάδα μας. Δεν θέλω να φύγω από τη χώρα μου, θέλω να ζήσω στην Ελλάδα!!
        «Ανήκω σε μία χώρα μικρή, ένα πέτρινο ακρωτήρι                  ρ       
     στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό, παρά
τον αγώνα του λαού, τη θάλασσα και το φώς του Ήλιου"

Θεοδοσία Διακογιάννη, Γ1

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Οδός Ελλήνων


Ελλάδα είναι οι παραλίες και τα πανέμορφα τοπία

Οι φιλόξενοι κάτοικοι και τα πανάρχαια μνημεία.

 

Η Ελλάδα είναι η ζωή μου

Η Ελλάδα είναι η καρδιά μου

Ελλάδα είναι η ψυχή μου
 


 

Ελλάδα είναι πολιτισμός και πλούσια ιστορία

Και η κακή πολιτική που μισεί η κοινωνία.

 

Και αν όλα μοιάζουν σκοτεινά και η ελπίδα είναι λίγη

Η Ελλάδα θα είναι ζωντανή, με ζωή που δεν θα φύγει.

 

Οι ντόπιοι και οι ξένοι θέλουν καταστροφή

Μα όλοι ξέρουν όμως, θα ξαναγεννηθεί

Και αν μας κοπανούν και παίρνουν τα λεφτά μας

Υπάρχει η ελπίδα που ζει μες στα παιδιά μας.

 

 

Εγώ βαθιά το ξέρω, και να φύγω από εδώ

Ελλάδα είσαι η πατρίδα μου, για σένα μόνο ζω.

Και ξέρω πως στο μέλλον, και οι ξένοι και οι κουτσοί

Θα γίνουνε οι φίλοι του κάθε ρατσιστή

Μετά θα ακολουθήσει η πρώτη Θεία δίκη

Και όλοι θα ξαναπάρουν αυτό που τους ανήκει.

 

Παρά τις προσπάθειες των Ελίτ και του κάθε κομματάρχη,

 

Η Ελλάδα πάντα ζει και η ελπίδα πάντα υπάρχει!

 

Αριστοτέλης Δράκος, Γ1

 

Για ποια Ελλάδα....

                  



Για εμένα,Ελλάδα είναι οι άνθρωποι οι οποίοι την κατοικούν και όχι οι συνθήκες οι οποίες επικρατούν.Οι άνθρωποι είναι αυτοί που την κρατάνε ζωντανή με το πέρασμα των αιώνων.Οι γνωστές και καθημερινές συνθήκες,όπως η προχειρότητα,η φτώχεια,η διαφθορά,η ανεργία,η αδιαφορία,η άθλια εκπαίδευση και η άσχετη πολιτική είναι αποτελέσματα των ανθρώπων που κοιτούσαν το δικό τους καλό και όχι το καλό του συνόλου,δηλαδή, της κοινωνίας της Ελλάδος.
                   Άνθρωποι σαν αυτούς πάσχιζαν να αυξήσουν το κέρδος τους προκειμένου να αγοράσουν ένα μεγαλύτερο σπίτι και ένα καλύτερο αυτοκίνητο χωρίς να σκεφτούν τις επιπτώσεις.Εγώ πιστεύω πως αν όλοι οι πολίτες της Ελλάδος,χωρίς διακρίσεις,ενωθούμε τότε θα καταφέρουμε να λύσουμε όλα τα προβλήματα που μας απασχολούν ακόμα και την διάσημη κρίση.Αυτή είναι η Ελλάδα...

Γιώργος Αλεξογιαννόπουλος, Γ1


 

Σύγχρονη Ελλάδα




Κατά τη γνώμη μου, η Ελλάδα δεν έχει προβλήματα… Είναι ολόκληρη ένα πρόβλημα! Οι κυβερνήσεις, οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι και κάθε είδους «ειδικοί» πολίτες έχουν φέρει αυτή τη χώρα στο χείλος του γκρεμού. Επιμένω στους πολιτικούς της χώρας μας, οι οποίοι έχουν γεμίσει τις τσέπες τους με μίζες και μαύρο χρήμα, που δεν έχουν ηθική και που είναι κομπιναδόροι. Αυτοί λοιπόν, οι δήθεν κύριοι και κυρίες έχουν καταστρέψει κυριολεκτικά την παιδεία, την υγεία, την οικονομία της χώρας μου. Λυπάμαι πολύ για την κατάσταση που βρίσκεται η τιμημένη Ελλάδα, αλλά, όμως ελπίζω στην ριζική αλλαγή αυτού του τοπίου από εμάς τους νέους γιατί έχουμε και τη δύναμη και τη θέληση!

Ευγενία Μήλα, Γ3

Αχ!Ελλάδα σ αγαπώ...


Η Ελλάδα είναι ένα φωτεινό άστρο στον ουρανό, που αγωνίζεται για να μην σβήσει. Ελλάδα του χθες, Ελλάδα του σήμερα, όπως και αν είσαι ντυμένη εγώ θα σ’ αγαπώ.

            Η σύγχρονη Ελλάδα μας δίνει εικόνες αντιφατικές, για τη ζωή, τον πλούτο, την φτώχεια, αυτή η διαφορετικότητα μας κάνει να ξεχωρίζουμε από τους άλλους λαούς.

            Η Ελλάδα πέρα από την ιστορία και τον πολιτισμό της που κληρονομήσαμε, είναι μια χώρα που είναι γνωστή για τον ήλιο της, τις καθαρές θάλασσες της, την φιλοξενία της, τον τρόπο διασκέδασης και γενικά τον τρόπο ζωής των ανθρώπων. Οι ΄Ελληνες είναι άνθρωποι «ζωντανοί», φανατισμένοι σε πολλά θέματα και υπερβολικοί σε ότι κάνουν. Θέλουν μεγάλα σπίτια, αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού, ρούχα με την τελευταία λέξη της μόδας, πολλά ταξίδια, θέλουν τον καφέ τους, του ουζάκι τους σε μικρά ταβερνάκια, θέλουν να χορεύουν μέχρι που να αντέχουν τα πόδια τους, να τραγουδούν, να γελούν και να μιλούν δυνατά, να τσακώνονται και να φανατίζονται για την πολιτική και το ποδόσφαιρο.

            Και ξαφνικά, αλλάζει το σκηνικό της Ελλάδας, χωρίς κανείς να τους προετοιμάσει για την χρεωκοπία, χωρίς να είναι φτιαγμένοι για να γνωρίσουν την φτώχεια, τη δυστυχία, την πείνα, την ανεργία, χωρίς να ξέρουν τον τρόπο να αντιμετωπίσουν όλα αυτά.

            Έχουμε κρίση, λένε όλοι και αυτή η λέξη έφερε απελπισία, απολύσεις εργαζομένων, μειώσεις μισθών και συντάξεων, απεργίες, δυσβάστακτους φόρους, πόνο, δυστυχία, κατάθλιψη, αυτοκτονίες, Καταστήματα κλείνουν το ένα πίσω από το άλλο, περιουσίες πουλιούνται, άνθρωποι αναζητούν απελπισμένοι εργασία με μισθούς πείνας, οικογένειες ολόκληρες μα κυρίως νέοι που έχουν τελειώσει τις σπουδές τους μεταναστεύουν σε άλλα μέρη για μια καλύτερη ζωή.

            Τέρμα όμως ως εδώ, πρέπει να ξυπνήσουμε να κάνουμε κάτι, να αγαπήσουμε την πατρίδα μας. Μπορεί να χάθηκε το χαμόγελο όμως βρέθηκε η ανθρωπιά. Όλοι μαζί θα βρούμε τη δύναμη να αναζητήσουμε τη χαμένη ελπίδα από τη χώρα μας, φτάνει να στραφούμε σε άλλους δρόμους, να εκμεταλλευτούμε τον πλούτο που θα μας δώσει η γη μας, να ξαναγεννηθούμε μέσα από τις στάχτες μας.

            Θα κλείσω με τους στίχους του Μανώλη Ρασούλη:

Αχ! Ελλάδα σ΄αγαπώ

και βαθιά σ΄ευχαριστώ

γιατί μ’ έμαθες και ξέρω

ν’ ανασαίνω όπου βρεθώ

να πεθαίνω όπου πατώ

και να μην σε υποφέρω.

                                                                                   Αναστασία Παπαγγελή


 

Νεοελληνική Γλώσσα, Ενότητα πρώτη



Στην πρώτη ενότητα της Νεοελληνικής Γλώσσας θα προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε τη μορφή και την εικόνα της σημερινής Ελλάδας.Ακολουθούν τα κείμενα που έγραψαν οι μαθητές και μάλλον η άποψη τους δεν είναι η καλύτερη...

Το παλιό χωριό



Αγαπητέ μου φιλέ (Μπολιβάρ ) ,
τα πράγματα στα παλιά χρόνια στο χωριό μας ήταν πιο ωραία.
Ο κάθε άνθρωπος είχε μια δουλεία να ασχολείται , όπως ο κύριος
(Ερωτόκριτος) ,που ήταν ο καλύτερος (ζωγράφος) του χωρίου και
πουλούσε πίνακες ζωγραφικής σε όλο το κόσμο ακόμα και σε
ένα (Ρώσο συνταγματάρχη) .Επίσης υπήρχε και ο κύριος (Ορέστης)
ο όποιος είχε δυο (υαλοπωλεία). Αλλά το πιο σημαντικό απ' όλα
ήταν η (χαρά) που υπήρχε σε όλες τις οικογένειες . (Οι μεγάλοι)
ασχολούνταν περισσότερο με (τα ζα) τους ,τα δέντρα και τα χωράφια
τους.Αντιθέτως ,τα παιδια πήγαιναν στο σχολειό μάθαιναν γράμματα
και έκαναν ποιήματα όπως (Του γιοφυριού της Άρτας ). Στις γιορτές
έπαιρναν τα δώρα τους από τις οικογένειες τους και διάβαζαν λογοτεχνικά
βιβλία .Κάθε Κυριακή μεγάλοι και μικροί πήγαιναν στην εκκλησία όπου
ο κύριος( Παπατρέχας) που ήταν ο πάπας τελούσε τη θεια λειτουργία.
(Τώρα) πλέον τα πράγματα έχουν αλλάξει και το μονό που μας μένει
από το παρελθόν είναι οι αναμνήσεις.

Σεραφείμ Βογιατζόγλου, Γ1

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

Εκδρομή στο γιοφύρι της Άρτας.


 
 
Αγαπητό μου ημερολόγιο,

Η σημερινή μέρα, ήταν άλλη μια υπέροχη μέρα των διακοπών μου εδώ στην Άρτα. Σήμερα το πρωί ξύπνησα από μια ωραία μυρωδιά. Ήταν τα τριαντάφυλλα στο παράθυρο που είχε βάλει από νωρίς η γιαγιά μου. Ξύπνησα λοιπόν και πήγα στην κουζίνα να φάω πρωινό. Εκεί ο παππούς μου μου είπε ότι σήμερα θα επισκεπτόμασταν τον αδερφό του ,τον παππού Ηλία, ο οποίος μένει στο διπλανό χωριό. Ένιωσα μεγάλη χαρά μέσα μου,κυρίως γιατί θα έβλεπα τα ξαδέρφια μου τον Ορέστη, τον Ερωτόκριτο και την Ερωφίλη.

Μόλις φτάσαμε έτρεξα αμέσως να βρω τα ξαδέρφια μου που είχα να τα δω από το περσινό καλοκαίρι. Μόλις συναντηθήκαμε αρχίσαμε να παίζουμε σαν τα ζα,που λέει και ο παππούς μου. Εκεί που παίζαμε ήρθε ο παππούς Ηλίας και μας είπε<<Παιδιά οι φωνές σας έχουν ξεσηκώσει όλη τη γειτονιά. Θα νομίζουν ότι έχουμε πόλεμο! Σταματήστε τώρα γιατί θα πάμε μια εκδρομή στο γιοφύρι της Άρτας. Πάρτε και καμία ζακετούλα γιατί ίσως γυρίσουμε το βράδυ.>> είπε και έφυγε. Αχ,τι τέλεια.

Ετοιμαστήκαμε λοιπόν και ξεκινήσαμε. Όταν φτάσαμε αφού πήγαμε στο γιοφύρι της Άρτας, αποφασίσαμε να κάνουμε πικ-νικ σε ένα δασάκι που υπήρχε παρά πέρα. Αφού φάγαμε ζητήσαμε από τον παππού Ηλία να μας πει παραμύθια. Μας είπε διάφορα όπως ο ζητιάνος και ο ζωγράφος. Επίσης μας είπε πως όταν ήταν μικροί εκείνος και ο παππούς μου τους φωνάζανε ο παχύς και ο αδύνατος, γιατί ο ένας ήταν αδύνατος και ο άλλος λίγο πιο..γεματούλης. Επειδή όμως βαρεθήκαμε λίγο πήγαμε να παίξουμε τριγύρω ενώ οι μεγάλοι συζητούσαν κάτω από μια σκιά. Βρήκαμε και κάτι ερείπια που έμοιαζαν με αρχαίο θέατρο. Παίξαμε ωσότου κουραστήκαμε. Έπειτα μπήκαμε στο αμάξι και γυρίσαμε πίσω. Τι κρίμα όμως. Πόσο θα ήθελα να καθόμασταν εκεί και να κάναμε νυχτερινό κάμπινγκ κάτω από το γιοφύρι της Άρτας. Πάντως ήταν μια υπέροχη και αξέχαστη μέρα. Ίσως και η καλύτερη των διακοπών μου!

 

 

Βαγγελίτσα Καπουράνη, Γ1

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2012

Δώρα στο παιδί μου


Το μόνο που επιθυμώ
σε όλη τη ζωή μου,
να δώσω αγάπη και ψυχή
σαν δώρα στο παιδί μου.


Αν είναι ο κακός ο μαθητής
θα είμαι πάντα κοντά του
Αν είναι άψογος παντού...
Θα είμαι δίπλα, μαζί του, στη χαρά του...

Κι αν με ρωτήσει κάποτε
"μάνα γιατί μ' αγάπησες"
Η απάντηση είναι απλή...
"Γιατί παιδί μου, δεν είχα ζωή...
Γιατί εσύ μ ανάστησες..."

Ιωάννα Κανδή, Γ1

Παρέα με τις αναμνήσεις


Αγαπημένη μου φίλη Κατερίνα,

Σου γράφω αυτό το γράμμα επειδή θέλω να  μοιραστώ μαζί σου τις αναμνήσεις και τα συναισθήματα μου.

Κάθισα πάλι χθες «Βράδυ» παρέα με τη μοναξιά μου, έχοντας στο μυαλό μου τις «Πρώτες Ενθυμήσεις» από τα ανέμελα παιδικά μου χρόνια.

Θυμάμαι με νοσταλγία τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, τότε που δεν μας ένοιαζε τίποτα, τότε που οι «Φωνές» μας ήταν δυνατές, τα γέλια μας ασυγκράτητα, «Η χαρά» και η ευτυχία ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπά μας, γιατί τότε δεν μας ένοιαζε τίποτα, μόνο να περνάμε καλά.

Θυμάμαι ατέλειωτες ώρες παιχνιδιού, θυμάμαι την όρεξη για μάθηση για κάθε τι καινούργιο, θυμάμαι την επεισοδιακή μου «Γνωριμία με τη Μόνικα», τον «Ορέστη», αρρώστησε βαριά, θυμάμαι φιλίες αγνές χωρίς πονηριά και κακία.

«Τώρα» όμως μεγάλωσα, έβαλα περισσότερο μυαλό, έγινα πιο επιφυλακτική με τις γνωριμίες μου, γεμάτη ανασφάλειες και χωρίς αυτοπεποίθηση. Σκέφτομαι ότι σε λιγότερο από τρία χρόνια πρέπει να αποφασίσω για το μέλλον μου και τρομάζω, γιατί  δεν ξέρω τι δρόμο να πάρω, φοβάμαι για την οικονομική κρίση που λένε «Οι μεγάλοι» φοβάμαι, «Ζητείται Ελπίς», θέλω την άνοιξη στην ζωή μου, όχι τον χειμώνα, θέλω «Τριαντάφυλλα στο παράθυρο».

Αρκετά σε κούρασα, θέλω να κλείσω έτσι το γράμμα μου. Περιμένω νέα σου.

                                                                                    Φιλιά

                                                                                    Αναστασία Παπαγγελή, Γ3

Το πτυχίο.





<<<Τώρα>> οι καιροί είναι εξαιρετικά δύσκολοι...Η μοναδική λύση,όπως λένε <<οι μεγάλοι>>, είναι το διάβασμα. Η χώρα μας, πάει από το κακό στο χειρότερο και αν θέλω να μην καταλήξω <<ζητιάνος>> πρέπει να διαβάζω, όπως έκανε και ο μεγάλος μου αδερφός,< <ο Ερωτόκριτος>>, και τώρα είναι δικηγόρος. Το ίδιο μου λένε και οι γονείς μου, ειδικά η μητέρα μου, η<< Ερωφίλη>>, η οποία μόλις δει έναν κακό βαθμό αμέσως να βάλει τις <<φωνές>> και να μου πει ότι στο τέλος θα καταλήξω <<ο κακός μαθητής>> της τάξης. Έτσι και εγώ, ακούγοντας αυτά, κάθομαι κάθε <<βράδυ>> και διαβάζω για να μπορέσω να βγάλω καλούς βαθμούς οι οποίοι θα μου δώσουν πτυχία, τα πτυχία θα μου δώσουν δουλειά, η δουλειά θα μου προσφέρει χρήματα και τα χρήματα θα κάνουν τον <<βίο μου>> εύκολο και άνετο. Μα τώρα που το ξανασκέπτομαι, τι να τα κάνω τα χρήματα αν δεν έχω <<χαρά>>, δηλαδή, στην σύγχρονη Ελλάδα, πως να ζει κανείς ευτυχισμένα όταν την ίδια στιγμή άνθρωποι δίπλα μας πεινάνε, όταν οι νέοι αδιαφορούν για το μέλλον τους και όταν οι πολιτικοί τα κάνουν μαντάρα ως συνήθως; Τελικά, το μόνο που μας σώζει είναι να κατέβουμε όλοι σε μια <<διαδήλωση>>.


Γιώργος Αλεξογιαννόπουλος, Γ1




Ένα ερωτικό καβγαδάκι



Άνοιξα το παράθυρο να μπει  λίγος αέρας. Μετά τον καυγά μας, ο Ορέστης είχε βγει να περπατήσει. Αυτή την φορά οι φωνές μας ακούστηκαν μέχρι έξω. Η Ερωφίλη, η γειτόνισσά μας, λίγο έλειψε να καλέσει την αστυνομία. Τώρα το μόνο που θέλω είναι ένα χαλαρό μπάνιο για να φύγει η ένταση.    "Ήθελα να ξέρα γιατί  μ’ αγάπησες αφού δεν με εμπιστεύεσαι" μου είπε, κι τότε ήταν που άρχισε ο μεγάλος τσακωμός. Μα καλά  δεν βλέπει ότι μετά την γνωριμία του με την Μόνικα έχει γίνει άλλος άνθρωπος;  Παλιά ήταν η χαρά της ζωής. Κάθε σαββατοκύριακο  παίρναμε το αμάξι και πηγαίναμε θάλασσα. Περνούσαμε υπέροχα και πάνω από όλα ήμασταν  ευτυχισμένοι. Από τότε που μπήκε στη ζωή μας αυτή, άλλαξαν όλα. Μένει στον από πάνω όροφο μαζί με τον φίλο της τον Μάκη, που είναι ζωγράφος. Βέβαια αν θέλετε την γνώμη μου πιστεύω πως θέλει τον Ορέστη. "Όσο μπορείς να την προσέχεις αυτήν" μου χε πει μια μέρα η Ερωφίλη. Όταν βγήκα από το μπάνιο με περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη .  Αντίκρισα μια δέσμη από κόκκινα τριαντάφυλλα στο παράθυρο. Είχαν και μια κάρτα που έγραφε "ΣΥΓΓΝΏΜΗ". Αχ, να μην μπορώ  με τίποτα να του θυμώσω!! Την επομένη θα έφευγε για την ομιλία που είχε στην Στοκχόλμη και δεν ήθελα να είμαστε άλλο πια μαλωμένοι. Έτσι τον συγχώρεσα.

Μαρία Φάντη, Γ5

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012

Νανούρισμα στον γιο μου



Κοιμήσου αστρί, κοιμήσου αστρί μου
να μου το πάρεις ύπνε μου, ετούτο το παιδί μου.


Της Ερωφίλης τον καημό ποτέ να μην του δώσεις
όμορφο αλλά και σοφό να μου το καμαρώσεις.


Τα πάθη της βροχής ποτέ μην συναντήσει,
μοναχά με τη χαρά κάμε να συμβαδίσει.


Ύπνε μου καλε σαν τον Ποσειδώνα, ξακουστέ
κάτι τελευταίο σου ζητώ, κάτι τοσο δα μικρό.


Τούτη τη νυχτιά στο παιδί μου στείλε όνειρα γλυκά
να μη μου το ταράξεις, στείλτου δύναμη να γίνει ο πρώτος μαθητής της τάξης.


Κοιμήσου αστρί, κοιμήσου αστρί μου
να μου το πάρεις ύπνε μου ετούτο το παιδί μου.


Θεολόγος Βρεττός, Γ1

Το νησί μου, η Κως


 
 
Το νησί που ζω και ‘εργάζομαι’ είναι η Κως. Η Κως μπορεί να αρέσει στους ξένους και στους υπόλοιπους Έλληνες για την ιστορία που έγραψε αλλά εμένα προσωπικά δεν μου αρέσει. Γνωρίζω ότι παλιά την Κω είχαν κατακτήσει οι Ιταλοί και οι δικοί μας ήταν ‘ελεύθεροι πολιορκημένοι’ ουσιαστικά από τους Ιταλούς. Οι δικοί μας έγραψαν εδώ μοναχοί τους την αυτοβιογραφία τους απελπισμένοι μην πεθάνουν και παρακαλούσαν βίο να μην έχουν αν είναι να ζουν υποταγμένοι σε άλλους ξένους λαούς. Οι Ιταλοί έκαναν όμως ένα σωρό σπουδαία έργα με το πασίγνωστο τότε φαντασμαγορικό και αξιοθαύμαστο Ιταλικό σχέδιο. ‘Δουλειά χωρίς ελπίδα’ ήταν μία κλασική και επαναλαμβανόμενη φράση από όλους τους υποταγμένους πατριώτες.

            Όλα αυτά όμως ήταν παρελθόν, σήμερα όταν ανοίγει κάποιος τα μάτια του όταν φτάνει στην Κω μέσα απ’το πλοίο ή το αεροπλάνο βλέπει και αισθάνεται πως έχει κάνει κάποιο λάθος με τον προορισμό του, καθώς βλέπει μπροστά στα μάτια του πηγαίνοντας παραλιακώς ,δρόμους, βρώμικες θάλασσες και παραλίες που μοιάζουν με σκουπιδότοπους. Οι μόνες αποδείξεις μας ότι εμείς είμαστε το νησί που απελευθερώθηκε απ’ τους  Ιταλούς μαζί με κάποια άλλα πολιορκημένα νησιά της Δωδεκανήσου επίσης είναι η ύπαρξη των έργων και των κτιρίων που έκτισαν εκείνη την εποχή οι Ιταλοί και διατηρούνται σε μία σχετικά καλή κατάσταση. Παρόλο αυτά το νησί δεν συγκρίνεται με άλλα πανέμορφα μέρη όπως η Άρτα με το πασίγνωστο ‘γιοφύρι της Άρτας’. Ζητείται ελπίς. 

 
Γιάννης Μυτιληνιός, Γ3

Το τρένο



<<Nα μου το πάρεις ύπνε μου,κοιμήσου αστρί μου>>, άκουγα μια γιαγιά δίπλα μου που προσπαθούσε να νανουρίσει το εγγονάκι της.Έγειρα το κεφάλι μου στο παράθυρο και ένιωσα τα τριξίματα του τρένου, καθώς έτρεχε πάνω στις ράγες.Μια γλυκιά νύστα βάρυνε τα βλέφαρα μου.Στην σκέψη μου ήρθε η δική μου γιαγιά και η ζεστασιά που ένιωθα κάθε φορά που με έπαιρνε στην αγκαλιά της .
Δυνατές και πονεμένες αυτές οι γυναίκες να έχουν να φροντίζουν να εχουν να φροντιζουν το σπιτι, τα παιδια, τα ζά σκέφτηκα .
Απο το παράθυρο αγνάντευα το τοπίο.Το τρένο πλησίαζε στην Άρτα και μέσα απο τα δέντρα διέκρινα το φημισμένο <<γιοφύρι της Άρτας >>.Στο μυαλό μου ήρθε η ιστορία του. <<Δουλειά χωρίς ελπίδα>>, θυμήθηκα τον παππού μου που μου έλεγε κάθε φορά που διηγόταν την ιστορία του.Το μυαλό μου έφυγε απο όλα αυτά. Το βλέμμα μου έπεσε στο βιβλίο ενός κυρίου που καθόταν στο απέναντι κάθισμα .<Ο Ερωτόκριτος>>, μια πολύ ωραία ιστορία αγάπης του Βιτσέντζου Κορνάρου σκέφτηκα.
Τότε ακούστηκε μια φωνή απο το μεγάφωνο πως το τρένο έφτασε στο σταθμό.Στο παράθυρο κόλλησαν τριαντάφυλλα και τοτε κατάλαβα πως είχαμε φτάσει στα υπέροχα Γιάννενα.

Διονυσία Παπανικόλα, Γ3

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Η έξομολόγηση ενός δολοφόνου


Ήταν Κυριακή 6 Νοεμβρίου. Καμια βδομάδα πριν με είχαν πάρει τηλέφωνο οι "Μεγάλοι"- έτσι λέγαμε τα αφεντικά. Μου είπαν οτι αν δεχτώ, θα βγάλω πολλά λεφτά. Μπορεί να ήταν σκληρά αφεντικά, αλλά πάντα μου βρίσκανε τις καλύτερες δουλειές κι εγώ έκανα πάντα καλά τη δουλειά μου. Δεν είχε σχέση η ηλικία, η φυλή, το κοινωνικό status.  Όποιος κι αν ήταν ,άμα μου ζητούσαν να τον καθαρίσω θα το έκανα. Οι πελάτες μου αυτή τη φορά ήταν μια οικογένεια. Μου είχαν πει να τελειώνω όσο πιο γρήγορα μπορώ.

 Μην νομίζετε πως οι δολοφόνοι έχουμε εύκολη δουλειά. Κάθε φορά που καθαρίζεις  κάποιον, ακούς τις φωνές των προηγούμενων - ειδικά η πρώτη δουλειά είναι πολύ δύσκολη. Το καλό όμως είναι ότι γίνεται γρήγορα: σκοτώνεις, φεύγεις. Δεν προλαβαίνεις  να νιώσεις τύψεις, όταν απομακρύνεσαι αρχίζεις να καταλαβαίνεις ότι εσύ σκότωσες, ότι εσύ πήρες  μία ζωή χωρίς να ξέρεις καν το λόγο. Αλλά οι άνθρωποι είναι ζα. Όταν έχεις όπλο στα χέρια σου τα ξεχνάς  όλα.

Έφτασε λοιπόν και η μεγάλη μέρα. Ήμουν έτοιμη. Ήταν ένα μικρό σπίτι με τριαντάφυλλα στα παράθυρα. Το είχα επισκεφθεί πολλές φορές μες την βδομάδα για να βρω την κατάλληλη ώρα. Μπήκα χωρίς να κάνω θόρυβο .Ήταν τρεις στο σύνολο όλοι τους σε διαφορετικά δωμάτια, πράγμα το οποίο με βόλευε πολύ. Σκότωσα πρώτα την γυναίκα, δεν κατάλαβε τίποτα. Καλύτερα. Το δεύτερο θύμα ήταν ένας άντρας, και αυτός δεν ήταν πρόβλημα. Έπειτα ανέβηκα τα σκαλιά και βρήκα μπροστά μου ένα κοριτσάκι. Με το ζόρι 5 χρονών. Είχε ξανθά μαλλιά και γαλανά μάτια που με κοιτούσαν, όχι με φόβο όπως είχα συνηθίσει, αλλά με απορία. Ξαφνικά άρχισε να μιλάει. Δεν είχα ξαναζήσει κάτι τέτοιο. Έμεινα πέντε λεπτά να την κοιτώ, ενώ μου μιλούσε. Δεν καταλάβαινα λέξη. Πρώτη φορά ένιωσα πραγματικά ανάγκη να εξαφανίσω κάποιον. Ήταν λες και το κεφάλι μου θα έσπαγε. Είδα όλα μου τα θύματα,  ξανάκουσα τις τελευταίες τους λέξεις, τα ουρλιαχτά τους. Βγήκα από το σπίτι με τα τριαντάφυλλα τρέχοντας. Ένιωσα λες και είχα ακούσει μετά από τόσο καιρό την συνείδηση μου, λες και ήταν μεταμφιεσμένη σε αυτό το κοριτσάκι.

 Τώρα πια, μετά από τόσα χρόνια εδώ μέσα στο κελί μου θυμάμαι ακόμα το κοριτσάκι. Το κοριτσάκι που με έφερε στα όρια της τρέλας.

Δανάη Αμάλβυ, Γ1