<<... άντε, ρεμάλι, ξύπνα!>>, άκουσα και πετάχτηκα πάνω! Ήταν ο Τάκης. Πρώτη φορά με ξυπνάει με τέτοιο τρόπο. Όπως πάντα, με σήκωνε με τις αγριοφωνάρες του, όπως και όλη την γειτονιά.
<<… ήρθα για πρωινό μαζί σου>>. Είπε και πλησίασε το ντουλάπι, για να πιάσει κάνα ποτό. Έ , φυσικά , το πρωινό γι’αυτόν είναι άλλο ένα μπουκάλι ουίσκι ή ούζο. Μα καλά, ούζο το πρωί; Που ξανακούστηκε!
Ξαφνικά τον βλέπω να βγάζει το ξεθωριασμένο του πορτοφόλι από την τσέπη του. Εγώ, κάνοντας πως δεν βλέπω , πάω να πλυθώ στο μπάνιο, μπας και ξυπνήσω. Βγαίνοντας, τον βλέπω να μου χτυπάει με ‘’τρόπο’’, ένα πενηντάρικο, πάνω στο τραπέζι.
<<Για το .. γκομενάκι σου…>>, μου πετάει, και τα χάνω στην κυριολεξία. Ο Τάκης, λεφτά, σε μένα! Χωρίς άλλη σκέψη το αρπάζω και με το ζόρι του ρίχνω ένα φιλί στο μάγουλο, που σκυλοβρομούσε από τα ποτά.
Το είχα βάλει σκοπό σήμερα να πάω σχολείο. Πιο πολύ, επειδή ήθελα να δώ τη Λουΐζα. Ήμουν περίεργος, το αν είχε κάτι ενδιαφέρον να μου πει. Στο δρόμο πάνω στο μηχανάκι, σκεφτόμουνα αυτό που έγινε πριν λίγο με τον Τάκη. Δεν μπορούσα ακόμα να το χωνέψω. Πως και τέτοια συμπάθεια για μένα, αφού ρεμάλι με ανέβαζε, κωλόπαιδο με κατέβαζε. Δεν μπορεί, κάτι θα παίζεται, σκέφτηκα, και βάλθηκα να βρω τι. Από την πολύ σκέψη, πέρασα με κόκκινο. Πάλι καλά δεν είχε κάνα αστυνομικό εκεί κοντά. Δε βαριέσαι, τόσο καιρό δεν είχε προσφέρει τίποτα σε κανέναν. Καιρός ήταν!
Μπαίνω λοιπόν, στην τάξη, (όπως πάντα αργοπορημένος).
<<Καλός τον>>, λέει ο καθηγητής της Ιστορίας… μα … Ιστορία πρωί πρωί;
<<Μέρα… >> , πετάω έτσι απλά, και αυτό ήταν. Μόλις κάθισα, κοίταξα την Λουΐζα. Με κοίταξε και εκείνη, και απλός χαμογέλασε κουνώντας το κεφάλι, σα να ήθελε κάτι να μου πει.
Χτυπάει το κουδούνι για διάλλειμα, και πάω στην συνηθισμένη ‘’γωνία’’ μου να καπνίσω. Όμως, αυτή τη φορά δε θα καπνίσω… όχι, δεν το έκοψα, απλά ξέχασα να πάρω τσιγάρα όπως ερχόμουν.
Ξάφνου με πλησιάζει η Λουΐζα.
<<Γεια …>> μου λέει χαρούμενα.
<<Γεια>>
<<Τι, κάνεις;>>
<<Τίποτα>> της λέω χωρίς δεύτερη σκέψη.
<<Χα Χα … !>> μου γέλασε και συνεχίζει
<<Όχι χαζούλη, εννοώ πως είσαι!>>.
<<Ααααα…>> απαντώ,
<<Καλά. Εσύ;>>
<<Τα ίδια>>
Κάνω μια γκριμάτσα του τύπου, ‘’Αχά κατάλαβα’’ και δεν απαντώ.
<<Θές μετά το σχολείο να πάμε για καφέ; Ξέρεις στο συνηθισμένο>>
<<Αμέ, αλλά, κερνάω εγώ>> της λέω , φέρνοντας στο μιαλό μου το πενηντάρικο του Τάκη, που ούτως ή άλλως για ποτά θα προοριζόταν.
<<Ο.Κ. , στις 4:00, μετά το σχολείο>>
<<Έγινε>> της απαντώ και πήγε να συναντήσει την Τίνα πάλι. Αχ! Πόσο μου την σπάει αυτή η Τίνα, δεν περιγράφεται μιλάμε!
Τελειώνει το σχολείο, και πάω σπίτι να αφήσω την τσάντα, που τόσα βιβλία που είχε μου ήταν βάρος. Καλά, ειρωνικό ήταν αφού δεν είχα βιβλία μέσα. Για μόστρα την είχα. Τέλος πάντων, την αφήνω, και πάω για καφέ.
Εκεί με περίμενε ήδη η Λουΐζα. Κάθισα και παραγγείλαμε. Ούτε και θυμάμαι τι ήπια. Μάλλον φραπέ. Όπως πάντα αρχίζει πρώτη την κουβέντα η Λουΐζα, μιας και δεν είχα κάτι ‘’ΤΟ’’ συγκλονιστικό να πω.
<<Λοιπόν… τι, νέα;>>
<<… Τα ίδια>> της λέω και τελειώνει εκεί η ‘’συγκλονιστική’’ αυτή συζήτηση. Μείναμε μες τη σιωπή για κάνα πεντάλεπτο με δεκάλεπτο, εκεί, χωρίς μιλιά. Και πήρα το θάρρος να μιλήσω. Σηκώθηκα, πήγα δίπλα της, της έπιασα το χέρι και της είπα.
<<… Κοίτα, Λουΐζα, εγώ… έχω κάποια, δυνατά, αισθήματα για σ’ ένα που…>> εκεί με διακόπτει βάζοντας μου το δάκτυλό της μπροστά από τα χείλη μου. Και με φίλησε. Τότε άρχισε να ακούγετε από τα ηχεία το ‘’ Talk About Love’’ της Mariana.
. . .
You talk about jobs
You talk about company relations
You talk about wars
You talk about race discrimination
You talk about things
I don’t want at all to know,
You talk about silly conversation
. . .
You talk about space
You talk about nuclear radiation
You talk about stocks
You talk about business speculation
You talk about things
I don’t want to criticize
Why can’t you see,
What I want to hear, so
Talk about Love!
Talk about Love!
Let’s start a midnight conversation.
. . .
Ήταν το τέλειο τραγούδι για την περίσταση, επειδή μιλάει για ένα κορίτσι που ακούει τους πάντες να μιλάνε, για λεφτά και δουλειές ενώ, εκείνη το μόνο που θέλει να ακούσει είναι να μιλάνε για αγάπη. Όπως και τώρα, όλοι τριγύρω μας μιλάνε για άσχετα, ξεκάρφωτα τελείως πράγματα ενώ , εγώ με τη Λουΐζα ήμασταν όλο φιλιά και αγκαλιές. Και ποιον ακούω ξαφνικά ;…
<<… Συγνώμη, μήπως μπορείτε να με πληρώσετε γιατί τελειώνει η βάρδια μου ;>>
‘’Η’’ ξενέρα μιλάμε. Εγώ τον αγνόησα συνεχίζοντας με την Λουΐζα.
<<ΣΥΓΝΩΜΗ !!! Μήπως μπορείτε…>> Δεν συνέχισε άλλο γιατί του πέταξα ένα <<Άι στο διάολο>>. Και έφυγε.
Δέκα, την νύχτα στο κρεβάτι μου. Ούτε και κατάλαβα πως πέρασε η μέρα. Ξαπλωμένος συλλογιζόμουν αυτό που έγινε με την Λουΐζα. Όμως ακόμα είχα ένα κενό μέσα μου. Ναι, … οι φίλοι. Αμέσως μου ήρθε στο μυαλό η φράση του πατέρα μου. ‘’Πρόσεχε τους κολλητούς σου, μερικές φορές είναι τα χειρότερα φίδια. ’’Με αυτή τη σκέψη αποκοιμήθηκα.
Άρχισα να βγαίνω βόλτες με τον Δημήτρη. Γίναμε και φίλοι κατάλαβες; Στην αρχή διέκρινα μια αμηχανία πάνω του αλλά μετά από κάτι μέρες όλα Ο.Κ.. Ίσως να με θεωρούσε πιο ανώτερο ή, πιο ‘’cool’’ τύπο δεν ξέρω. Ποιος να το φανταστεί ότι το παιδί που έσπασα, κυριολεκτικά , στο ξύλο και το έκανα ρόμπα μπροστά σε όλη την πλατεία θα γινόταν φίλος μου.
Ο Παντελής και ο Τάσος εξαφανίστηκαν, δεν τους έχω δει για βδομάδες τώρα πουθενά. Και δεν μου έστειλαν κανένα από αυτά τα ψευτομηνύματα του τύπου, <<Έλα , ρε , που είσαι;>>. Άσε πάνε αυτοί. Θα έμπλεξαν πάλι σε τίποτα ληστείες και όλα τα σχετικά, και θα είναι τώρα σε κάνα κελί, ξέρω γω. Τέλος πάντων.
Ο Τάκης άλλαξε τελείως, απίστευτο. Έχει σταματήσει τα στοιχήματα. Αλλά ακόμα δεν έχει κόψει το ‘’στυλ’’ ούζο για πρωινό. Αν και συχνά είναι ξεμέθυστος.
Η Λουΐζα μου έδωσε δεύτερη ευκαιρία, τα βρήκαμε, φίλους έκανα. Α , και δε σας είπα , πέρασα την τάξη επιτέλους! Με καλεί μια μέρα στο γραφείο του ο διευθυντής και μου λέει <<Παιδί μου σε συγχαίρω, πέρασες την τάξη>>. Σίγουρα έβαλαν και οι καθηγητές το χεράκι τους αλλά και η Λουΐζα που με έπεισε να διαβάσω λίγο παραπάνω. Τίποτα άλλο. Μόνο κόκκινο χαλί δεν μου έστρωσε από τη χαρά του ο άτιμος !!!
Βγήκα από το γραφείο του ανακουφισμένος και καθώς διέσχιζα το προαύλιο σκέφτηκα ότι το σχολείο δεν ήταν και τόσο κακό τελικά. Μόλις βγήκα, κοίταξα το σχολείο μου για μια τελευταία φορά και άρχισα να τραγουδώ, ένα τραγούδι του James Brown, που ήταν ότι πρέπει για την περίσταση………
Ohhhhhh! I feel good…
So good…
So good…
Νικόλας Τσιρώνης, Γ3
Everything will be allright
Θανάση!! Θανάση!! Ακούω ξαφνικά κατά τις 11 η ώρα το πρωί έξω από την πολυκατοικία μου. Πετάγομαι από το κρεβάτι μου και αμέσως τρέχω προς το παράθυρο….. νόμιζα ότι δεν είδα καλά αλλά έτριψα τα μάτια μου και είδα την Λουίζα να με περιμένει κάτω με μια μπλούζα που έγραφε “Love u”. Ξαφνικά ένιωσα ένα περίεργο συναίσθημα που δεν μπορώ να το περιγράψω γιατί είναι η πρώτη φορά που νιώθω έτσι. Ντύνομαι γρήγορα και κατεβαίνω κάτω να δω τι θέλει γιατί είμαι σίγουρος πώς είναι κάτι πολύ σημαντικό άλλωστε γιατί να ερχόταν 11 η ώρα χαράματα να με βρει;
Κατεβαίνω κάτω και με το μόλις που με βλέπει κατευθείαν με αγκαλιάζει και μου δίνει ένα φιλί στο στόμα (δεν με έχει ξαναφιλήσει κορίτσι με τέτοιο πάθος) και μου λέει «σε αγαπώ ρε χαζέ να το θυμάσαι». Καθώς δεν καταλάβαινα για λίγο τι γίνετε ακούω μια γνωστή φωνή να λέει «πού είσαι ρε μαλάκα Θανάση;»Ωχ ήταν ο Παντελής! Τι να ήθελε τώρα αναρωτήθηκα. Μήπως ήθελε να με πλακώσει στο ξύλο; Δεν ήξερα τι να πω τι να κάνω και καθώς πλησίαζε μου είπε «έλα εδώ κολόστρα , έλα να φας τις πρωινές σου μάπες». Η Λουίζα κατατρόμαξε και δεν ήξερε πού να πάει και με αγκάλιασε λέγοντας μου «κάνε κάτι». Ε, εγώ τα πήρα στο κρανίο και πάω στα ίσα να δω τι με ήθελε ο Παντελής. Είμουν έτοιμος για όλα πλέον. Ο Παντελής με κοιτάει θυμωμένα και μετά μου χαμογελάει με σφίγγει στην αγκαλιά του και μου λέει «έλα ρε παλιόφιλε συγνώμη για ό,τι σου έχω κάνει απλός αυτό ήθελα να σου πω». Εκείνη την ώρα τα είχα δει όλα , δεν πίστευα στα μάτια και στα αυτιά μου, δεν το χώραγε το κεφάλι μου αυτό. «Ονειρεύομαι» είπα. Δεν είναι δυνατόν από εκεί που από το ίδιο άτομο έτρωγα ξύλο τώρα να έρχεται και να μου ζητάει συγνώμη …… ποιος ; Ο Παντελής! Όταν τελικά συνειδητοποίησα πως όλα είναι αλήθεια η Λουίζα έρχεται μου λέει αγκαλιάζοντας με «εγώ του είπα να έρθει».Με λίγα λόγια όλο αυτό ήταν στημένο από την αρχή και εκείνη την στιγμή τσαντισμένος λέω «αν μου κάνετε πλάκα σκοθείτε και φύγετε μην σας…….@@@ Και οι 2 τους με καθησύχασαν και ο Παντελής μου εξήγησε πώς ξέκοψε από όλα αυτά ενώ η Λουίζα με γέμισε με φιλία συνεχώς. Μετά από κανά 10λεπτο μου σύστησε μια κοπέλα λέγοντας μου ότι είναι η κοπέλα του και μετά ξαναλέω στον εαυτό μου «τώρα πλέον είμαι σίγουρος ότι ονειρεύομαι, αυτά τα πράγματα ούτε στις ταινίες δεν γίνονται». Τέλος πάντων έτσι συνεχίστηκε το πρωινό μου ώσπου κάποια στιγμή ο Παντελής μου προτείνει να πάμε στην ίδια καφετερία με τον ίδιο σερβιτόρο που όταν πάω εγώ τελειώνει η βάρδια του….. «έτσι….» μου λέει «για να θυμηθούμε τα παλιά». Και πάλι όμως είχα αμφιβολίες ότι όλο το σκηνικό ήταν στημένο και ότι θα με πλάκωναν στις φάπες ο Παντελής και η παρέα του. Προς μεγάλη μου έκπληξη όταν πήγα δεν έγινε τίποτα από όλα αυτά που φανταζόμουν αλλά ο Παντελής μου λέει σου έχω μια έκπληξη και βγάζει από την τσέπη του 2 εισιτήρια για τον αγώνα Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός στο ναό μας το Καραϊσκάκης. Κατά την διάρκεια του αγώνα όταν ακούστηκε το “we will rock you” και άλλα τραγούδια που ανεβάζουν την αδρεναλίνη σου στο full και να με κάνουν να σπάω πράγματα, να βρίζω και να δέρνω κόσμο όλος περιέργος αυτή τη φορά δεν ένιωσα κάτι τέτοιο και αμέσως θυμήθηκα τα λόγια της Λουίζας «είσαι καλός άνθρωπος»……. Και να που τώρα αρχίζω και το πιστεύω αυτό. Γυρίζοντας στο σπίτι άκουγα από το cd player μου το “everything will be alright” των killers και εκείνη την στιγμή ακούστηκαν οι στίχοι που για μένα έχουν το μεγαλύτερο νόημα σε αυτό το τραγούδι “I’m dreaming about those dreamy eyes I never knew but it’s alright ……
Everything will be alright………
Everything will be alright……….
Παραξενεύτηκα που όταν τελικά μπήκα στο σπίτι είδα τα αδέρφια μου ,τον Τάκη την Λουίζα ,την γιαγιά μου και τον παππού μου αλλά και τον Δημήτρη τον συμμαθητή μου όπως και τον Παντελή να μου λένε «Χρόνια πολλά Θανάση!»
«Λοιπόν αυτή είναι η πιο παράξενη μέρα της ζωής μου», λέω από μέσα μου. Καταρχήν είναι η μέρα των γενεθλίων μου (που είχα ξεχάσει ότι είχα γενέθλια σήμερα λόγο όλων αυτών που έγιναν σήμερα από το πρωί και τώρα μου κάνουν και surprise party , και δεν ξέρω πώς να αντιδράσω σε όλο αυτό. Μετά αυτό που ακολούθησε ούτε και εγώ το περίμενα …..ο Δημήτρης έμαθε όλα τα τραγούδια που μου άρεσαν και τα έβαζε να παίζουν, ήρθαν και άλλα παιδιά που τα ήξερα μόνο φυσιογνωμικά από την τάξη μου και όλο το σχολείο αλλά και κάποια παιδιά που έκανα παρέα μαζί τους πριν πάρα πολλά χρόνια και νόμιζα ότι δεν θα τα ξαναδώ! Στο τέλος της βραδιάς και αφού είχαν φύγει όλοι εκτός από την Λουίζα (που τελικά τα φτιάξαμε), η γιαγιά μου μού δίνει ένα γράμμα που ήθελε να το διαβάσω ……. Το πήρα και άρχισα να το διαβάζω….. ξεκινάει λέγοντας ότι «όταν το διαβάσεις δεν θα είμαι κοντά σου….» και αρχίζω να έχω κάποιες υποψίες ποιανού ήταν. Και συνεχίζω να διαβάζω… «σε παρακαλώ Θανάση ξέρω ότι είσαι καλός άνθρωπος και γι’αυτό δώσε τόπο στην οργή……στη δικιά σου οργή …. Τότε κατάλαβα από πού τα είχα ξανακούσει αυτά τα λόγια από την μάνα μου στο νοσοκομείο λίγο πριν πεθάνει. Και στο τέλος έγραφε «μόλις το κάνεις αυτό θα έχεις μια ευτηχησμένη ζωή και στο εύχομαι να έχεις με αγάπη η μαμά σου». Εκείνη την ώρα δάκρυσα, δεν μπορούσα να εκφραστώ αλλιώς, και μου σκουπίζει τα δάκρυα η Λουίζα και μου λέει «όλα για κάποιον λόγο γίνονται στη ζωή».
Μόλις χαλάρωσα λίγο από αυτό το συμβάν , η Λουίζα μου λέει να δούμε μια ρομαντική ταινία. Είδαμε για 10 λεπτά και μετά την γράψαμε τελείως……..Και φτάνει το τέλος της ταινίας και η Λουίζα κοιμάται στην αγκαλιά μου στον καναπέ….τότε λίγο πριν με πάρει και εμένα ο ύπνος σκέφτηκα ότι τελικά όλες οι ιστορίες έχουν happy ending όπως και η δική μου εκτός από το συμβάν με την μητέρα μου αλλά δυστυχώς ή ευτυχώς κάποια πράγματα δεν μπορούμε να τα αλλάξουμε….ίσος να είναι καλύτερα έτσι δεν ξέρω πάντως αυτό που ξέρω είναι πως για μένα πιο χαρούμενο τέλος δεν γινόταν …….άλλαξα τα πάντα στον κόσμο μου με την βοήθεια όλων αυτών των ανθρώπων αλλά και όλων αυτών των γεγονότων που συνέβησαν. Ελπίζω αυτό να κρατήσει για πάντα…….
Νίκος Σχοινάκης Γ’3
<<… ήρθα για πρωινό μαζί σου>>. Είπε και πλησίασε το ντουλάπι, για να πιάσει κάνα ποτό. Έ , φυσικά , το πρωινό γι’αυτόν είναι άλλο ένα μπουκάλι ουίσκι ή ούζο. Μα καλά, ούζο το πρωί; Που ξανακούστηκε!
Ξαφνικά τον βλέπω να βγάζει το ξεθωριασμένο του πορτοφόλι από την τσέπη του. Εγώ, κάνοντας πως δεν βλέπω , πάω να πλυθώ στο μπάνιο, μπας και ξυπνήσω. Βγαίνοντας, τον βλέπω να μου χτυπάει με ‘’τρόπο’’, ένα πενηντάρικο, πάνω στο τραπέζι.
<<Για το .. γκομενάκι σου…>>, μου πετάει, και τα χάνω στην κυριολεξία. Ο Τάκης, λεφτά, σε μένα! Χωρίς άλλη σκέψη το αρπάζω και με το ζόρι του ρίχνω ένα φιλί στο μάγουλο, που σκυλοβρομούσε από τα ποτά.
Το είχα βάλει σκοπό σήμερα να πάω σχολείο. Πιο πολύ, επειδή ήθελα να δώ τη Λουΐζα. Ήμουν περίεργος, το αν είχε κάτι ενδιαφέρον να μου πει. Στο δρόμο πάνω στο μηχανάκι, σκεφτόμουνα αυτό που έγινε πριν λίγο με τον Τάκη. Δεν μπορούσα ακόμα να το χωνέψω. Πως και τέτοια συμπάθεια για μένα, αφού ρεμάλι με ανέβαζε, κωλόπαιδο με κατέβαζε. Δεν μπορεί, κάτι θα παίζεται, σκέφτηκα, και βάλθηκα να βρω τι. Από την πολύ σκέψη, πέρασα με κόκκινο. Πάλι καλά δεν είχε κάνα αστυνομικό εκεί κοντά. Δε βαριέσαι, τόσο καιρό δεν είχε προσφέρει τίποτα σε κανέναν. Καιρός ήταν!
Μπαίνω λοιπόν, στην τάξη, (όπως πάντα αργοπορημένος).
<<Καλός τον>>, λέει ο καθηγητής της Ιστορίας… μα … Ιστορία πρωί πρωί;
<<Μέρα… >> , πετάω έτσι απλά, και αυτό ήταν. Μόλις κάθισα, κοίταξα την Λουΐζα. Με κοίταξε και εκείνη, και απλός χαμογέλασε κουνώντας το κεφάλι, σα να ήθελε κάτι να μου πει.
Χτυπάει το κουδούνι για διάλλειμα, και πάω στην συνηθισμένη ‘’γωνία’’ μου να καπνίσω. Όμως, αυτή τη φορά δε θα καπνίσω… όχι, δεν το έκοψα, απλά ξέχασα να πάρω τσιγάρα όπως ερχόμουν.
Ξάφνου με πλησιάζει η Λουΐζα.
<<Γεια …>> μου λέει χαρούμενα.
<<Γεια>>
<<Τι, κάνεις;>>
<<Τίποτα>> της λέω χωρίς δεύτερη σκέψη.
<<Χα Χα … !>> μου γέλασε και συνεχίζει
<<Όχι χαζούλη, εννοώ πως είσαι!>>.
<<Ααααα…>> απαντώ,
<<Καλά. Εσύ;>>
<<Τα ίδια>>
Κάνω μια γκριμάτσα του τύπου, ‘’Αχά κατάλαβα’’ και δεν απαντώ.
<<Θές μετά το σχολείο να πάμε για καφέ; Ξέρεις στο συνηθισμένο>>
<<Αμέ, αλλά, κερνάω εγώ>> της λέω , φέρνοντας στο μιαλό μου το πενηντάρικο του Τάκη, που ούτως ή άλλως για ποτά θα προοριζόταν.
<<Ο.Κ. , στις 4:00, μετά το σχολείο>>
<<Έγινε>> της απαντώ και πήγε να συναντήσει την Τίνα πάλι. Αχ! Πόσο μου την σπάει αυτή η Τίνα, δεν περιγράφεται μιλάμε!
Τελειώνει το σχολείο, και πάω σπίτι να αφήσω την τσάντα, που τόσα βιβλία που είχε μου ήταν βάρος. Καλά, ειρωνικό ήταν αφού δεν είχα βιβλία μέσα. Για μόστρα την είχα. Τέλος πάντων, την αφήνω, και πάω για καφέ.
Εκεί με περίμενε ήδη η Λουΐζα. Κάθισα και παραγγείλαμε. Ούτε και θυμάμαι τι ήπια. Μάλλον φραπέ. Όπως πάντα αρχίζει πρώτη την κουβέντα η Λουΐζα, μιας και δεν είχα κάτι ‘’ΤΟ’’ συγκλονιστικό να πω.
<<Λοιπόν… τι, νέα;>>
<<… Τα ίδια>> της λέω και τελειώνει εκεί η ‘’συγκλονιστική’’ αυτή συζήτηση. Μείναμε μες τη σιωπή για κάνα πεντάλεπτο με δεκάλεπτο, εκεί, χωρίς μιλιά. Και πήρα το θάρρος να μιλήσω. Σηκώθηκα, πήγα δίπλα της, της έπιασα το χέρι και της είπα.
<<… Κοίτα, Λουΐζα, εγώ… έχω κάποια, δυνατά, αισθήματα για σ’ ένα που…>> εκεί με διακόπτει βάζοντας μου το δάκτυλό της μπροστά από τα χείλη μου. Και με φίλησε. Τότε άρχισε να ακούγετε από τα ηχεία το ‘’ Talk About Love’’ της Mariana.
. . .
You talk about jobs
You talk about company relations
You talk about wars
You talk about race discrimination
You talk about things
I don’t want at all to know,
You talk about silly conversation
. . .
You talk about space
You talk about nuclear radiation
You talk about stocks
You talk about business speculation
You talk about things
I don’t want to criticize
Why can’t you see,
What I want to hear, so
Talk about Love!
Talk about Love!
Let’s start a midnight conversation.
. . .
Ήταν το τέλειο τραγούδι για την περίσταση, επειδή μιλάει για ένα κορίτσι που ακούει τους πάντες να μιλάνε, για λεφτά και δουλειές ενώ, εκείνη το μόνο που θέλει να ακούσει είναι να μιλάνε για αγάπη. Όπως και τώρα, όλοι τριγύρω μας μιλάνε για άσχετα, ξεκάρφωτα τελείως πράγματα ενώ , εγώ με τη Λουΐζα ήμασταν όλο φιλιά και αγκαλιές. Και ποιον ακούω ξαφνικά ;…
<<… Συγνώμη, μήπως μπορείτε να με πληρώσετε γιατί τελειώνει η βάρδια μου ;>>
‘’Η’’ ξενέρα μιλάμε. Εγώ τον αγνόησα συνεχίζοντας με την Λουΐζα.
<<ΣΥΓΝΩΜΗ !!! Μήπως μπορείτε…>> Δεν συνέχισε άλλο γιατί του πέταξα ένα <<Άι στο διάολο>>. Και έφυγε.
Δέκα, την νύχτα στο κρεβάτι μου. Ούτε και κατάλαβα πως πέρασε η μέρα. Ξαπλωμένος συλλογιζόμουν αυτό που έγινε με την Λουΐζα. Όμως ακόμα είχα ένα κενό μέσα μου. Ναι, … οι φίλοι. Αμέσως μου ήρθε στο μυαλό η φράση του πατέρα μου. ‘’Πρόσεχε τους κολλητούς σου, μερικές φορές είναι τα χειρότερα φίδια. ’’Με αυτή τη σκέψη αποκοιμήθηκα.
Άρχισα να βγαίνω βόλτες με τον Δημήτρη. Γίναμε και φίλοι κατάλαβες; Στην αρχή διέκρινα μια αμηχανία πάνω του αλλά μετά από κάτι μέρες όλα Ο.Κ.. Ίσως να με θεωρούσε πιο ανώτερο ή, πιο ‘’cool’’ τύπο δεν ξέρω. Ποιος να το φανταστεί ότι το παιδί που έσπασα, κυριολεκτικά , στο ξύλο και το έκανα ρόμπα μπροστά σε όλη την πλατεία θα γινόταν φίλος μου.
Ο Παντελής και ο Τάσος εξαφανίστηκαν, δεν τους έχω δει για βδομάδες τώρα πουθενά. Και δεν μου έστειλαν κανένα από αυτά τα ψευτομηνύματα του τύπου, <<Έλα , ρε , που είσαι;>>. Άσε πάνε αυτοί. Θα έμπλεξαν πάλι σε τίποτα ληστείες και όλα τα σχετικά, και θα είναι τώρα σε κάνα κελί, ξέρω γω. Τέλος πάντων.
Ο Τάκης άλλαξε τελείως, απίστευτο. Έχει σταματήσει τα στοιχήματα. Αλλά ακόμα δεν έχει κόψει το ‘’στυλ’’ ούζο για πρωινό. Αν και συχνά είναι ξεμέθυστος.
Η Λουΐζα μου έδωσε δεύτερη ευκαιρία, τα βρήκαμε, φίλους έκανα. Α , και δε σας είπα , πέρασα την τάξη επιτέλους! Με καλεί μια μέρα στο γραφείο του ο διευθυντής και μου λέει <<Παιδί μου σε συγχαίρω, πέρασες την τάξη>>. Σίγουρα έβαλαν και οι καθηγητές το χεράκι τους αλλά και η Λουΐζα που με έπεισε να διαβάσω λίγο παραπάνω. Τίποτα άλλο. Μόνο κόκκινο χαλί δεν μου έστρωσε από τη χαρά του ο άτιμος !!!
Βγήκα από το γραφείο του ανακουφισμένος και καθώς διέσχιζα το προαύλιο σκέφτηκα ότι το σχολείο δεν ήταν και τόσο κακό τελικά. Μόλις βγήκα, κοίταξα το σχολείο μου για μια τελευταία φορά και άρχισα να τραγουδώ, ένα τραγούδι του James Brown, που ήταν ότι πρέπει για την περίσταση………
Ohhhhhh! I feel good…
So good…
So good…
Νικόλας Τσιρώνης, Γ3
Everything will be allright
Θανάση!! Θανάση!! Ακούω ξαφνικά κατά τις 11 η ώρα το πρωί έξω από την πολυκατοικία μου. Πετάγομαι από το κρεβάτι μου και αμέσως τρέχω προς το παράθυρο….. νόμιζα ότι δεν είδα καλά αλλά έτριψα τα μάτια μου και είδα την Λουίζα να με περιμένει κάτω με μια μπλούζα που έγραφε “Love u”. Ξαφνικά ένιωσα ένα περίεργο συναίσθημα που δεν μπορώ να το περιγράψω γιατί είναι η πρώτη φορά που νιώθω έτσι. Ντύνομαι γρήγορα και κατεβαίνω κάτω να δω τι θέλει γιατί είμαι σίγουρος πώς είναι κάτι πολύ σημαντικό άλλωστε γιατί να ερχόταν 11 η ώρα χαράματα να με βρει;
Κατεβαίνω κάτω και με το μόλις που με βλέπει κατευθείαν με αγκαλιάζει και μου δίνει ένα φιλί στο στόμα (δεν με έχει ξαναφιλήσει κορίτσι με τέτοιο πάθος) και μου λέει «σε αγαπώ ρε χαζέ να το θυμάσαι». Καθώς δεν καταλάβαινα για λίγο τι γίνετε ακούω μια γνωστή φωνή να λέει «πού είσαι ρε μαλάκα Θανάση;»Ωχ ήταν ο Παντελής! Τι να ήθελε τώρα αναρωτήθηκα. Μήπως ήθελε να με πλακώσει στο ξύλο; Δεν ήξερα τι να πω τι να κάνω και καθώς πλησίαζε μου είπε «έλα εδώ κολόστρα , έλα να φας τις πρωινές σου μάπες». Η Λουίζα κατατρόμαξε και δεν ήξερε πού να πάει και με αγκάλιασε λέγοντας μου «κάνε κάτι». Ε, εγώ τα πήρα στο κρανίο και πάω στα ίσα να δω τι με ήθελε ο Παντελής. Είμουν έτοιμος για όλα πλέον. Ο Παντελής με κοιτάει θυμωμένα και μετά μου χαμογελάει με σφίγγει στην αγκαλιά του και μου λέει «έλα ρε παλιόφιλε συγνώμη για ό,τι σου έχω κάνει απλός αυτό ήθελα να σου πω». Εκείνη την ώρα τα είχα δει όλα , δεν πίστευα στα μάτια και στα αυτιά μου, δεν το χώραγε το κεφάλι μου αυτό. «Ονειρεύομαι» είπα. Δεν είναι δυνατόν από εκεί που από το ίδιο άτομο έτρωγα ξύλο τώρα να έρχεται και να μου ζητάει συγνώμη …… ποιος ; Ο Παντελής! Όταν τελικά συνειδητοποίησα πως όλα είναι αλήθεια η Λουίζα έρχεται μου λέει αγκαλιάζοντας με «εγώ του είπα να έρθει».Με λίγα λόγια όλο αυτό ήταν στημένο από την αρχή και εκείνη την στιγμή τσαντισμένος λέω «αν μου κάνετε πλάκα σκοθείτε και φύγετε μην σας…….@@@ Και οι 2 τους με καθησύχασαν και ο Παντελής μου εξήγησε πώς ξέκοψε από όλα αυτά ενώ η Λουίζα με γέμισε με φιλία συνεχώς. Μετά από κανά 10λεπτο μου σύστησε μια κοπέλα λέγοντας μου ότι είναι η κοπέλα του και μετά ξαναλέω στον εαυτό μου «τώρα πλέον είμαι σίγουρος ότι ονειρεύομαι, αυτά τα πράγματα ούτε στις ταινίες δεν γίνονται». Τέλος πάντων έτσι συνεχίστηκε το πρωινό μου ώσπου κάποια στιγμή ο Παντελής μου προτείνει να πάμε στην ίδια καφετερία με τον ίδιο σερβιτόρο που όταν πάω εγώ τελειώνει η βάρδια του….. «έτσι….» μου λέει «για να θυμηθούμε τα παλιά». Και πάλι όμως είχα αμφιβολίες ότι όλο το σκηνικό ήταν στημένο και ότι θα με πλάκωναν στις φάπες ο Παντελής και η παρέα του. Προς μεγάλη μου έκπληξη όταν πήγα δεν έγινε τίποτα από όλα αυτά που φανταζόμουν αλλά ο Παντελής μου λέει σου έχω μια έκπληξη και βγάζει από την τσέπη του 2 εισιτήρια για τον αγώνα Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός στο ναό μας το Καραϊσκάκης. Κατά την διάρκεια του αγώνα όταν ακούστηκε το “we will rock you” και άλλα τραγούδια που ανεβάζουν την αδρεναλίνη σου στο full και να με κάνουν να σπάω πράγματα, να βρίζω και να δέρνω κόσμο όλος περιέργος αυτή τη φορά δεν ένιωσα κάτι τέτοιο και αμέσως θυμήθηκα τα λόγια της Λουίζας «είσαι καλός άνθρωπος»……. Και να που τώρα αρχίζω και το πιστεύω αυτό. Γυρίζοντας στο σπίτι άκουγα από το cd player μου το “everything will be alright” των killers και εκείνη την στιγμή ακούστηκαν οι στίχοι που για μένα έχουν το μεγαλύτερο νόημα σε αυτό το τραγούδι “I’m dreaming about those dreamy eyes I never knew but it’s alright ……
Everything will be alright………
Everything will be alright……….
Παραξενεύτηκα που όταν τελικά μπήκα στο σπίτι είδα τα αδέρφια μου ,τον Τάκη την Λουίζα ,την γιαγιά μου και τον παππού μου αλλά και τον Δημήτρη τον συμμαθητή μου όπως και τον Παντελή να μου λένε «Χρόνια πολλά Θανάση!»
«Λοιπόν αυτή είναι η πιο παράξενη μέρα της ζωής μου», λέω από μέσα μου. Καταρχήν είναι η μέρα των γενεθλίων μου (που είχα ξεχάσει ότι είχα γενέθλια σήμερα λόγο όλων αυτών που έγιναν σήμερα από το πρωί και τώρα μου κάνουν και surprise party , και δεν ξέρω πώς να αντιδράσω σε όλο αυτό. Μετά αυτό που ακολούθησε ούτε και εγώ το περίμενα …..ο Δημήτρης έμαθε όλα τα τραγούδια που μου άρεσαν και τα έβαζε να παίζουν, ήρθαν και άλλα παιδιά που τα ήξερα μόνο φυσιογνωμικά από την τάξη μου και όλο το σχολείο αλλά και κάποια παιδιά που έκανα παρέα μαζί τους πριν πάρα πολλά χρόνια και νόμιζα ότι δεν θα τα ξαναδώ! Στο τέλος της βραδιάς και αφού είχαν φύγει όλοι εκτός από την Λουίζα (που τελικά τα φτιάξαμε), η γιαγιά μου μού δίνει ένα γράμμα που ήθελε να το διαβάσω ……. Το πήρα και άρχισα να το διαβάζω….. ξεκινάει λέγοντας ότι «όταν το διαβάσεις δεν θα είμαι κοντά σου….» και αρχίζω να έχω κάποιες υποψίες ποιανού ήταν. Και συνεχίζω να διαβάζω… «σε παρακαλώ Θανάση ξέρω ότι είσαι καλός άνθρωπος και γι’αυτό δώσε τόπο στην οργή……στη δικιά σου οργή …. Τότε κατάλαβα από πού τα είχα ξανακούσει αυτά τα λόγια από την μάνα μου στο νοσοκομείο λίγο πριν πεθάνει. Και στο τέλος έγραφε «μόλις το κάνεις αυτό θα έχεις μια ευτηχησμένη ζωή και στο εύχομαι να έχεις με αγάπη η μαμά σου». Εκείνη την ώρα δάκρυσα, δεν μπορούσα να εκφραστώ αλλιώς, και μου σκουπίζει τα δάκρυα η Λουίζα και μου λέει «όλα για κάποιον λόγο γίνονται στη ζωή».
Μόλις χαλάρωσα λίγο από αυτό το συμβάν , η Λουίζα μου λέει να δούμε μια ρομαντική ταινία. Είδαμε για 10 λεπτά και μετά την γράψαμε τελείως……..Και φτάνει το τέλος της ταινίας και η Λουίζα κοιμάται στην αγκαλιά μου στον καναπέ….τότε λίγο πριν με πάρει και εμένα ο ύπνος σκέφτηκα ότι τελικά όλες οι ιστορίες έχουν happy ending όπως και η δική μου εκτός από το συμβάν με την μητέρα μου αλλά δυστυχώς ή ευτυχώς κάποια πράγματα δεν μπορούμε να τα αλλάξουμε….ίσος να είναι καλύτερα έτσι δεν ξέρω πάντως αυτό που ξέρω είναι πως για μένα πιο χαρούμενο τέλος δεν γινόταν …….άλλαξα τα πάντα στον κόσμο μου με την βοήθεια όλων αυτών των ανθρώπων αλλά και όλων αυτών των γεγονότων που συνέβησαν. Ελπίζω αυτό να κρατήσει για πάντα…….
Νίκος Σχοινάκης Γ’3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου