Ολοκληρώνοντας το κείμενο Τα ζα του Σ.Μυριβήλη οι μαθητές του Γ1 και του Γ3 έγραψαν μικρά ημερολόγια από τη ζωή των γαιδάρων που συμμετείχαν στις πολεμικές επιχειρήσεις του Α Παγκόσμιου Πολέμου - ωσάν να ήταν γάιδαροι! Πρώτο ημερολόγιο αυτό της Ευγενίας! Της κάνουμε δώρο την ανάρτηση γιατί έχει τα γενέθλια της!
25 Φεβρουαρίου 1917
Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε ένα μικρό χωριό της Θεσσαλίας, στο στάβλο ενός καλοκάγαθου βοσκού και από τότε νόμιζα πως η ζωή μου θα κυλήσει ήρεμα και γαλήνια κοντά στους συντρόφους μου. Εδώ και μερικούς μήνες το μικρό χωριό και ο καλός βοσκός είναι πια παρελθόν. Όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος, όλα εμάς τα γαϊδουράκια του Θεού, μας μάζεψαν κάτι φαντάροι και μας έφεραν πάνω στα βουνά. Επίταξη το είπαν. Αποστολή μας είναι να μεταφέρουμε στις ράχες μας πυρομαχικά, τον οπλισμό των φαντάρων και τραυματίες. Μπαίνουμε στη σειρά το ένα πίσω από το άλλο και βαδίζουμε ώρες ατελείωτες μέσα στο χιόνι. Ανασαίνουμε κι εμείς την ανάσα του θανάτου. Τη μάνα μου δε την σκέφτομαι πια. Νομίζω πως συνήθισα τις εκρήξεις και τις σφυριξιές των οβίδων . Είμαι κι εγώ στρατιώτης σ’αυτό τον πόλεμο σαν τους ανθρώπους.
3 Μαρτίου 1917
Ο πόλεμος συνεχίζεται πιο άγριος και πιο φονικός. Σήμερα σκοτώθηκαν δύο γενναίοι αξιωματικοί της μεραρχίας μας και έναν λοχία με κομμένο το ένα του πόδι τον μετέφερα στη ράχη μέχρι το πιο κοντινό χειρουργείο που έχει στηθεί πρόχειρα για τις έκτακτες περιπτώσεις. Μπήκε η άνοιξη αλλά ο αέρας δεν μυρίζει ζωή, μυρίζει θάνατο. Κάποιοι σύντροφοι μου έχουν σκοτωθεί και τους αφήσαμε πίσω μας να ενώσουν τα άσπρα κόκαλα τους με το παχύ λευκό χιόνι που δε λέει να λιώσει. Αύριο η μεραρχία μας θα ανασυνταχθεί για γενική επίθεση. Ήρθε, λένε, διαταγή. Αν βγω ζωντανός από αυτόν τον πόλεμο, θέλω να με πάρουν μακριά από αυτά τα βουνά. Μακριά από αυτές τις χαράδρες και τα λαγκάδια, όπου τόσους μήνες ακούω τα κροταλίσματα των πολυβόλων, τις εκρήξεις των οβίδων και τα αγκομαχητά των μισοπεθαμένων. Αν ζήσω . . .
Ευγενία Γιαννοπούλου, Γ1
25 Φεβρουαρίου 1917
Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε ένα μικρό χωριό της Θεσσαλίας, στο στάβλο ενός καλοκάγαθου βοσκού και από τότε νόμιζα πως η ζωή μου θα κυλήσει ήρεμα και γαλήνια κοντά στους συντρόφους μου. Εδώ και μερικούς μήνες το μικρό χωριό και ο καλός βοσκός είναι πια παρελθόν. Όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος, όλα εμάς τα γαϊδουράκια του Θεού, μας μάζεψαν κάτι φαντάροι και μας έφεραν πάνω στα βουνά. Επίταξη το είπαν. Αποστολή μας είναι να μεταφέρουμε στις ράχες μας πυρομαχικά, τον οπλισμό των φαντάρων και τραυματίες. Μπαίνουμε στη σειρά το ένα πίσω από το άλλο και βαδίζουμε ώρες ατελείωτες μέσα στο χιόνι. Ανασαίνουμε κι εμείς την ανάσα του θανάτου. Τη μάνα μου δε την σκέφτομαι πια. Νομίζω πως συνήθισα τις εκρήξεις και τις σφυριξιές των οβίδων . Είμαι κι εγώ στρατιώτης σ’αυτό τον πόλεμο σαν τους ανθρώπους.
3 Μαρτίου 1917
Ο πόλεμος συνεχίζεται πιο άγριος και πιο φονικός. Σήμερα σκοτώθηκαν δύο γενναίοι αξιωματικοί της μεραρχίας μας και έναν λοχία με κομμένο το ένα του πόδι τον μετέφερα στη ράχη μέχρι το πιο κοντινό χειρουργείο που έχει στηθεί πρόχειρα για τις έκτακτες περιπτώσεις. Μπήκε η άνοιξη αλλά ο αέρας δεν μυρίζει ζωή, μυρίζει θάνατο. Κάποιοι σύντροφοι μου έχουν σκοτωθεί και τους αφήσαμε πίσω μας να ενώσουν τα άσπρα κόκαλα τους με το παχύ λευκό χιόνι που δε λέει να λιώσει. Αύριο η μεραρχία μας θα ανασυνταχθεί για γενική επίθεση. Ήρθε, λένε, διαταγή. Αν βγω ζωντανός από αυτόν τον πόλεμο, θέλω να με πάρουν μακριά από αυτά τα βουνά. Μακριά από αυτές τις χαράδρες και τα λαγκάδια, όπου τόσους μήνες ακούω τα κροταλίσματα των πολυβόλων, τις εκρήξεις των οβίδων και τα αγκομαχητά των μισοπεθαμένων. Αν ζήσω . . .
Ευγενία Γιαννοπούλου, Γ1
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου