24.11.1917
Αδυνατώ να σκεφτώ το λόγο που γίνονται όλα αυτά.Πονάω,πονάω μόνο πονάω.Είχα συνηθίσει να βλέπω το καφέ χρώμα πάνω μου,μα τώρα βλέπω το κόκκινο.Είμαι με ανθρώπους,ανθρώπους αδίστακτους που δεν τους νοιάζει πως νιώθω.Το πρωί με κουβαλήσανε με σκοινιά,γερά σκοινιά.Με πήγαν ψηλά,δεν πατούσαν γη τα πόδια μου,μα δεν ξέρω το λόγο.Μα πριν από αυτό,δεν είχα κόκκινο πάνω μου.Φοβάμαι,δεν ξέρω τι είναι το κόκκινο.Μα σαν τη σκέφτομαι τα ξεχνάω όλα.Πόσο όμορφη ήταν.Είχε δύο χρώματα,καφέ και άσπρο.Τα μάτια της σπίθιζαν,η ουρίτσα της πήγαινε πέρα δώθε χαριτωμένα.Τουρτουρίζω και η σκέψη της δεν με κάνει να ξεχνιέμαι για πολύ.Πονάω και είμαι κόκκινος.
25.11.1917
Με πήγαν σε ένα πράσινο μέρος.Ένιωσα όμορφα.Έβλεπα γύρω πράσινο και το πράσινο ισούνταν με φαγητό μα δεν προορίζονταν για μένα.Αυτό το κόκκινο πάνω μου με σημαδεύει.Με πλησίασαν πολλοί άνθρωποι,με χτύπησαν,μιλούσαν,δεν καταλάβαινα τι έλεγαν.Δε με χρειάζονταν πια,γιατί ήμουν κόκκινος.Με πιάσανε και το κόκκινο το έκαναν άσπρο.Πονούσα πιο πολύ.Μου βάλαν κάτι άσπρο και σταμάτησε το κόκκινο.Ω!ναι,το βρήκα!πανί μου βάλανε.Με δέσαν από το λαιμό και με σύρανε σε ένα μαύρο μέρος.Πονάω και είμαι κόκκινος.
26.11.1917
Είδαν φως τα μάτια μου,γαλήνεψε η ψυχή μου.Την είδα μπροστά μου και έφυγαν όλοι οι συλλογισμοί μου.Έτρεχε εδώ και εκεί μα δεν ξέρω αν ήταν από φόβο ή από χαρά.Πολλοί άνθρωποι μαζεύτηκαν μπροστά μου.Δεν με χρειάζονταν πια,ήμουν ένα επιπλέον εμπόδιο.Πίσω από αυτούς καθόταν και έτρεχε όσο μπορούσε,γιατί ήταν δεμένη.Μπροστά μου είδα εικόνες,ανθρώπους με μαύρα πράγματα στα χέρια.Σκέψεις ήταν αυτό;Mα ναι,έτσι έγινα κόκκινος.Πολλοί άνθρωποι με μαύρα πράγματα στα χέρια που βγάζουν ήχους και πλημμύριζε ο τόπος κόκκινο.Φοβάμαι πως τώρα θα γίνω πιο πολύ.Μα ξάφνου,ξανά έγιναν όλα μαύρα γύρω μου.Με πήγαν εκεί που ήμουν πριν μαζί με την ζωή μου.Μετά από λίγο έφεραν και εκείνη.Ήμασταν μαζί σε ένα μαύρο μέρος.Μα το 'χα προαίσθημα πως αύριο θα γίνονταν όλα.Πονάω και είμαι κόκκινος.
27.11.1917
Κοιταζόμασταν και πρόσεξα πως και εκείνη ήταν κόκκινη.Μα δεν το ΄χα ξανά δει τόσο κόκκινο.Πήγα κοντά της.Εκείνη ήταν καθισμένη.Χλιμίντρισα και σήκωσε το κεφαλάκι της με την άσπρη γραμμή που είχε ανάμεσα στα μάτια.Ένιωσα δυνατός και ταυτόχρονα αδύναμος,ένιωσα την καρδιά μου να βγαίνει έξω μα και να ριζώνεται ξανά μέσα μου,ένιωσα τα πόδια μου έτοιμα να τρέξουν μαζί της χιλιόμετρα μα και να με εγκαταλείπουν.Ξάπλωσα δίπλα της.Τώρα είχα και εγώ πιο πολύ κόκκινο.Ήμουν μαζί της.Δεν μπορούσα να το διανοηθώ,δεν ξέρω πως νιώθω.Πρώτη φορά το νιώθω, μα ήταν καλό και δεν με ένοιαζε.Με πλησίασε,ήρθε πιο κοντά μου και ενώσαμε τις μύτες μας μα δεν ξέρω πως ένιωθε εκείνη.Καθήσαμε εκεί για λίγη ώρα.Πονάω και είμαι κόκκινος.
28.11.1917
Μπήκαν μέσα,με πήραν,με τράβηξαν.Γιατί με πήραν μόνο;Γιατί μόνο εμένα;Την ήθελα μαζί μου.Με έβαλαν και κουβάλησα τις τελευταίες βαριές σακούλες μα έπεσα και το πήραν απόφαση.Με σύρανε και άκουγα τους ήχους των μαύρων πραγμάτων που κρατούσαν γύρω μου.Αυτή τη φορά ήρθε ένας μπροστά μου.Κρατούσε και αυτός το μαύρο πράγμα πολύ κοντά μου.Μα έτρεξε,έτρεξε τότε εκείνη και ήρθε μπροστά μου.Που βρήκε τη δύναμη να τρέξει;Ήταν τόσο κόκκινη.Ακούστηκε ο ήχος μα εκείνη ήρθε μπροστά μου και μπήκε σε εκείνη ο ήχος και όλα έγιναν κόκκινα.Μα παρακάλεσα να έρθει και σε εμένα ο ήχος και τότε ήρθε και ένιωσα πιο ευτυχισμένος από ποτέ και έπεσα δίπλα της.Πόνεσα και έγινα κόκκινος.
Ελένη Ανννιτσάκη, Γ1
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου