Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2024

Λέσχη Ανάγνωσης 2ου ΓΕΛ 2024-2025 : Κάπου να ανήκεις, Φ.Μανδηλαράς

 

 Πρώτη συνάντηση της Λέσχης Ανάγνωσης του 2ου ΓΕΛ Κω για τη νέα σχολική χρονιά και η χαρά μας είναι μεγάλη αφού φέτος 30 παιδιά δήλωσαν συμμετοχή, ήρθαν στην πρώτη συνάντηση και έγινε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση για το βιβλίο του Φίλιππου Μανδηλαρά «Κάπου να ανήκεις » .

Η Μαρία Κ.  αρχικά δεν ενθουσιάστηκε από την ιστορία του βιβλίου, διότι αφορούσε το ποδόσφαιρο που δεν είναι του γούστου της. Αυτό που της άρεσε είναι ότι μιλάνε και οι δύο πρωταγωνιστές και βλέπουμε την ιστορία και από τις δύο οπτικές- και της Ανθής και του Γιάννη - και αυτό που κατάλαβε από την αρχή εξαιτίας της χρήσης του αόριστου χρόνου είναι πως ο ήρωας θα πεθάνει. Αυτό που ξεχώρισε είναι ότι εμφανίζονται οι δύο διαφορετικές πραγματικότητες στις οποίες ζει ο ήρωας - ο ΠΑΟΚ και ο φανατισμός και μετά η μουσική και οι Τρύπες. Σίγουρα δεν θα ήθελε να έχει αυτό το τέλος ο ήρωας. 

Η Κατερίνα πάλι με τη σειρά της μας είπε ότι το βιβλίο μιλάει για την οπαδική βία, για τον οπαδισμό. Ο  ήρωας δεν ανήκει πουθενά, ο Γιάννης  υπέφερε επειδή δεν ανήκει σε μία ομάδα, δεν είχε ενταχτεί σε μία ομάδα ξεκάθαρα. Το βιβλίο αναφέρεται όχι μόνο στον οπαδισμό αλλά και στη σύνδεση του με τον εθνικισμό και το ναζισμό- ίδιες οι πρακτικές τους. Αυτό αφορά βέβαια και τις ελληνικές ομάδες και την ψυχολογία που κρύβεται πίσω από την το χουλιγκανισμό και τις επιθέσεις που συμβαίνουν μέσα στα γήπεδα. Ο,τιδήποτε δεν ταιριάζει στην εικόνα της δικής μας ομάδας, είναι ξένο προς εμάς, πρέπει να εξοντωθεί.  


Ο Κώστας στην αρχή νόμιζε ότι κάποιος παίρνει συνέντευξη από το Γιάννη για τη ζωή του και για αυτό ήταν γραμμένο κατά αυτό τον τρόπο του βιβλίο. Καθώς προχωρούσε, αντιλήφθηκε ότι μιλούν οι δύο βασικοί πρωταγωνιστές. Το βιβλίο  του άρεσε πολύ και αυτό που τον εντυπωσίασε είναι πως ο Γιάννης παρόλο που ήταν ενταγμένος σε μια ομάδα και παρόλο που είχε αυτό το κόλλημα με τον ΠΑΟΚ έσωσε τη ζωή του παιδιού που κινδύνευε, ενώ συγχύστηκε πάρα πολύ με το επεισόδιο του με που είχε συμβεί στο σχολείο με το γυμναστή. 

Στην Παρασκευή άρεσε πολύ το βιβλίο , αν και δεν μπορούσε να καταλάβει αυτή την εμμονή με την ομάδα - ίσως γιατί η ίδια δεν ασχολείται με το ποδόσφαιρο. Η μετάβαση του ήρωα από το κόλλημα με την ομάδα στο κόλλημα με τη μουσική ήταν εντυπωσιακή και της ίδιας της άρεσε, αφού αυτή η μουσική που άκουγε ο βασικός ήρωας είναι ή μουσική που ακούει και η ίδια. 

 Στη Βάλια και τον Κια Χόνγκ άρεσε πάρα πολύ μουσική του υπήρχε μέσα στο βιβλίο, αλλά τη Βάλια τη  συγκίνησε και το θέμα που αφορούσε και το χουλιγκανισμό αλλά και τον ρατσισμό απέναντι σε οποιονδήποτε διαφέρει.

Η Άννα Μαρία, που παίζει και μπάσκετ,  είπε ότι αυτός ο ανταγωνισμός είναι έντονος στις ομάδες. Υπάρχει και στο μπάσκετ, υπάρχει παντού και πολλές φορές μπορεί να οδηγήσει στη διάλυση μιας παρέας ακριβώς εξαιτίας αυτής της εμμονής που έχει ο καθένας να είναι καλύτερη η δική του ομάδα, να είναι η επικρατέστερη. 


Η Μαρία Α. που παίζει σε ομάδα βόλεϊ ότι αυτό που γίνεται είναι πολύς θόρυβος, όταν παίζουν, και αυτό όταν συνέβη την πρώτη φορά την παραξένεψε , δεν καταλάβαινε γιατί. Όμως αυτό είναι κάτι το οποίο συμβαίνει μέσα στο γήπεδο - δηλ. η πώρωση των θεατών με την ομάδα τους,  αλλά και τα συνθήματα που ακούγονται καθώς και οι βρισιές και τα λοιπά. 

Η Ευγενία μας είπε ότι το βιβλίο της έλυσε πολλές απορίες για την οπαδική βία αλλά και για το θέμα που αφορά το κόλλημα των οπαδών με την ομάδα τους γενικότερα. Δεν περίμενε όμως αυτό το τέλος. Ξεχώρισε το κομμάτι που  αφορούσε τον έρωτα των δύο ηρώων -  το πώς γνωρίστηκαν, το πως ήρθαν κοντά μέσω της μουσικής,  πώς έφτασαν να βγουν στο πρώτο τους και τελευταίο ραντεβού-  τον τρόπο με τον οποίο δόθηκε η σχέση τους. Παράλληλα, και η ίδια επειδή είναι σε ομάδα, μας επιβεβαίωσε αυτό που είπε η και η Άννα Μαρία ότι δηλ. και η ίδια έχει δει μέσα από ομάδες να χαλάνε παρέες.

 Η Αναστασία εντυπωσιάστηκε από το πώς ο Γιάννης εθίστηκε στον οπαδισμό από τους άλλους, δηλ. το νονό του και εξοικειώθηκε με την οπαδική βία. Η Ελένη είπε ότι αυτό που ήταν πολύ συγκλονιστικό είναι αυτή έννοια του οπαδισμού που δινόταν με μεγάλη ζωντάνια από το συγγραφέα, ενώ ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η  μετάβαση του ήρωα από την ομάδα στη μουσική. Παράλληλα πρόσθεσε πως κατανοούσε απόλυτα αυτό που είπε ο Γιάννης, ότι δηλ. στο Δημοτικό θες να είσαι αόρατος , να μη σε εντοπίζουν οι άλλοι, ενώ αυτό αρχίζει να αλλάζει στην εφηβεία. Η Σμαράγδα είπε πάλι ότι της άρεσε το βιβλίο γιατί  καταλαβαίνει αρκετά το ποδόσφαιρο και τους ποδοσφαιρικούς όρους, παρακολουθεί το άθλημα  και αυτό που την συγκλόνισε είναι ότι παρόλο που είχε αντιληφθεί ότι ο ήρωας θα πεθάνει, αυτό τελικά συνέβη στο τέλος. 


Η Εύα είπε ότι  αρχικά ξενέρωσε με το βιβλίο, γιατί δεν της αρέσει το ποδόσφαιρο, μετά κατάλαβε όμως καθώς προχωρούσε το βιβλίο ήταν πολύ ενδιαφέρον. Εκείνο που την εκνεύρισε πάρα πολύ ήτανε ο νονός του Γιάννη τον οποίο τον έκρινε ως απαράδεκτο με το να εξοικειώσει το παιδί με την ομάδα και να τον σέρνει μέσα στο γήπεδο σε τέτοια μικρή ηλικία. Ούτε και αυτή περίμενε αυτό το θλιβερό τέλος για το Γιάννη.

Η Διονυσία πάλι βρήκε πολύ ρεαλιστικό το βιβλίο,αν και της ήρθε λίγο ξαφνικό το τέλος με τη δολοφονία του ήρωα, ενώ στη Ζωή δεν άρεσε καθόλου το βιβλίο και είχε αντιληφθεί ήδη από την αρχή ότι ο Γιάννης θα πέθαινε στο τέλος.

Η Εύα Λ. μας είπε ως στην αρχή το βιβλίο της φαινόταν πάρα πολύ βαρετό γιατί μιλούσε πιο πολύ για τις ομάδες όμως τελικά πιστεύει ότι ήταν ευχάριστα κάποια σημεία και ειδικά όταν στράφηκε ο ήρωας προς την μουσική και δεν νοιαζόταν και τόσο για την ομαδα του . Επίσης όταν γνώρισε την Ανθή στο σχολείο της άρεσε που κάθισαν μαζί και στην τάξη και που αντάλλαξαν σιντι μουσικής.

Όμως δεν της άρεσε καθόλου που πέθανε η μητέρα της Mίνας και του Αντώνη ξαφνικά, μετά ότι μετακόμισε ο Γιάννης στον Πειραιά και δεν του συμπεριφερόταν ωραία μόνο επειδή ήταν ΠΑΟΚ .Tέλος δεν της άρεσε καθόλου που ο Βαγγέλης τον σκότωσε γιατί και καλά θεωρούσε ότι η ομαδα ήταν το παν και επειδή τον είχα προδώσει τον σκότωσε ανονικά δε θα έπρεπε να γίνονται τέτοιες βλακείες ,αλλά ακόμα και σήμερα γίνονται τέτοια.


Στη γενικότερη συζήτηση που ακολούθησε τα παιδιά μίλησαν για το θέμα του οπαδισμού, αναλογιστήκαμε γιατί να συμβαίνει αυτό το γεγονός  σε μια εποχή όπως η σημερινή,  ενώ αρκετά παιδιά όπως και η Σιδικά είπε  ότι δεν μπορεί να κατανοήσει γιατί να νιώθεις έτσι ρατσιστικά απέναντι σε κάποιον επειδή δεν είναι ίδια ομάδα με σένα. Αυτό που δεν μπορούσαν να εξηγήσουν αρκετά από τα παιδιά είναι ότι δεν γίνεται να έχεις αυτή τη στάση όταν είσαι ένας άνθρωπος που αγαπά απλά την ομάδα του.  Επίσης αναφερθήκαμε στο ρόλο που πολλές φορές παίζουν οι οπαδοί αυτοί που αποτελούν τα λεγόμενα πράγματα εφοδου των ομάδων και οι οποίοι κυκλοφορούν με full face και διάφορα αντικείμενα -  λοστούς, μαχαίρια και λοιπά και έχουνε ο οδηγηθεί πολλές φορές στη δολοφονία οπαδών αντίπαλης ομάδας.  


Βέβαια είπαμε ότι τα αίτια που μπορεί να σπρώχνουμε ένα νέο παιδί  να φερθεί έτσι είναι πάρα πολλά . Τις περισσότερες φορές έχουν αυτά ξεκινάνε από σπίτι- αν και δεν είναι μόνο το θέμα της οικογένειας. Μεγάλο ρόλο μπορεί να παίξει και η  παρέα. Τα κενά που νιώθει να παιδί ή η αδυναμία του να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα μπορούν να το ωθήσουν να μεταλλαχτεί σε οπαδό και να φτάσει σε ακρότητες.

Τα παιδιά δήλωσαν πως δε θα αγόραζαν ποτέ αυτό το βιβλίο οι ίδιοι αν δεν έρχονταν στην λέσχη. Οπότε ήταν καλό που το διαβάσαμε μέσα στη λέσχη. Στους περισσοτέρους άρεσε η διαγραφή των ξεκάθαρων χαρακτήρων των ηρώων  - τόσο του Γιάννη όσο και του Βαγγέλη, του κακού της υπόθεσης. Αρκετά παιδιά στάθηκαν και στη σχέση του Γιάννη με τους φίλους του καθώς και τη στάση που κράτησε όταν πληροφορήθηκε το θάνατο της μητέρας  τους. Τα αποσπάσματα από το βιβλίο που ξεχωρίσαμε ήταν τα ακόλουθα:

Δε μου άρεσε να ξεχωρίζω. Ούτε προς το καλό ούτε προς το κακό. Προτιμούσα να βρίσκομαι στη μέση , ανάμεσα στους πολλούς, ή στην άκρη, μακριά απ όλους , κάτι σας αόρατος , ας πούμε.

Λες και η ζωή είναι ένας αγώνας να κρατήσεις ανέπαφο το τέρμα σου.

Δεν ήμουν αόρατος πια, ούτε άδειος, αλλά διάφανος.

Πρόσεξα κάτι παράξενο στο βλέμμα σου. Μπορεί να ήταν ο φόβος ότι απειλώ τη μοναξιά σου.

 «Μην κάθεσαι και στενοχωριέσαι για τους φίλους, γιατί αυτούς τους κουβαλάμε εδώ», είπε μια μέρα η Μίνα και έδειξε το μέρος της καρδιάς.

Ο χειρότερος εχθρός σου είναι αυτός που πριν ήταν φίλος σου.

Η ζωή ολόκληρη είναι ένα παιχνίδι.

ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΑΝΕΧΟΜΑΙ ΝΑ ΣΑΚΑΤΕΥΕΙΣ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ ΕΠΕΙΔΗ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΕΙ Ο,ΤΙ ΚΑΙ ΕΣΥ!!!

 

Το επόμενο βιβλίο που θα διαβάσουμε είναι τα «Αμφίβια» του Γιώργου Παναγιωτάκη.

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2024

Cancel Τρικούπη (με αγάπη)!

 

Η Γ Λυκείου - Θετική και Υγείας -στο μάθημα της Ιστορίας, το περίφημο κόντρα μάθημα,  έδρασε θεατρικά – αυτοσχεδιαστικά. Τα παιδιά -  αφού μελέτησαν τα στοιχεία του βιβλίου-  έγραψαν πολιτικούς λόγους ως Τρικούπηδες και Δηλιγιάννηδες , τους εκφώνησαν έχοντας στο πλάι τους τους υποστηρικτές τους, κέρδισαν το χειροκρότημα  -και ίσως και την ψήφο των ακροατών!- και έμαθαν τα προγράμματα των δύο βασικών αντιπάλων  παιγνιωδώς. Το μάθημα τα είχε όλα: και το Γεώργιο με το στέμμα του, χειροποίητο (!)δίπλα στον Τρικούπη, και τους κλακαδόρους, και τα συνθήματα και τα  cancel του! Απολαυστικά τα παιδιά που μέσα στη σκοτούρα των εξετάσεων έδωσαν τα ρέστα τους , τόσο ως λογογράφοι όσο και ως πολιτικοί!

Δείτε τα κείμενα τους που γράφτηκαν επιτόπου , την ώρα του μαθήματος και αγνοήστε τυχόν λαθάκια τους.


























 
























Παρασκευή 12 Ιουλίου 2024

"Αμφίβια", Γιώργος Παναγιωτάκης

 

Πώς ζουν οι σημερινοί νέοι; Ποια είναι τα ενδιαφέροντά τους; Είναι χαμένοι στον κόσμο του διαδικτύου ή έχουν ανησυχίες, όνειρα, επιθυμίες και προβληματισμούς – παρόλο που δεν τους φαίνεται; Και πώς εμείς, οι boomers, μπορούν να τους προσεγγίσουμε , να ακούσουμε τις σκέψεις τους, να νιώσουμε τα καρδιοχτύπια τους; Είναι καλύτεροι ή χειρότεροι από εμάς στα νιάτα μας; Ακούνε μόνο τραπ και λαικοποπ ή ροκ και έντεχνο ή λίγο απ όλα; Και πόσο επηρεάζονται από τους ινφλουένσερ και τα μεινστριμ πρόσωπα των σόσιαλ μίντια; 

Ο Γιώργος Παναγιωτάκης αγγίζει όλα αυτά τα θέματα στο βιβλίο του «Αμφίβια» και μας αφήνει να αφουγκραστούμε τους χτύπους της καρδιάς των νέων , να μάθουμε τι νιώθουν και ποια αδιέξοδα αντιμετωπίζουν, ποιες είναι οι ανησυχίες και οι προβληματισμοί τους. Επιπλέον μας επιτρέπει να δούμε πόσο ευαισθητοποιημένοι είναι σε ζητήματα που ούτε καν θα μπορούσαν να περάσουν από το δικό μας μυαλό , όπου όλα είναι τακτοποιημένα και συμβατικά – σε μεγάλο βαθμό.

Οι δυο ήρωες είναι ο Μάξιμος (Μαξ) και η Αλεξάνδρα. Ο Μαξιμος (Μαξ) μένει στο Παγκράτι, είναι εσωστρεφής και  «ξέρει ότι το είδος του δεν είναι πλασμένο για μια κουλ ζωή. Βαθιά μέσα του το έχει αποδεχτεί. Μόνο να κάποιες φορές σπάει. Κοιτά το ταβάνι και ονειροπολεί, φαντάζεται ότι ζει κάτι όμορφο, έναν μεγάλο έρωτα, μια μεγάλη περιπέτεια. Ότι πρωταγωνιστεί σε μια ιστορία που θα μπορούσε να γίνει ταινία και βιώνει κάτι τόσο μεγάλο και σημαντικό, που για χάρη του δέχεται να αποχωριστεί ένα κομμάτι του εαυτού του. Και έπειτα , όταν το κάνει,. Νιώθει ξαφνικά ανάλαφρος, λες και αυτό το κομμάτι ήταν που τον κρατούσε φυλακισμένο στη βαρεμάρα και τη θλίψη. Και τώρα που το άφησε πίσω μπορεί να ζήσει ελεύθερος και γιατί όχι ευτυχισμένος.» (σελ.10)

Ο Μαξ έχει μόνο ένα φίλο τον Αλκίνοο (το γιο της καθαρίστριας του σπιτιού του), οι γονείς του είναι χωρισμένοι και πηγαίνει σε ένα ιδιωτικό σχολείο (που του πληρώνει ο μπαμπάς του που ζει στον Καναδά) και δεν έχει καμιά επαφή με τους συμμαθητές του – ή οι επαφές του είναι αποκλειστικά γεμάτες θυμό, αφού εκείνοι μονίμως τον ειρωνεύονται και τον ταπεινώνουν, γι αυτό και προτιμά να είναι αόρατος για όλους,  ενώ το μόνο που τον ηρεμεί είναι τα βίντεο της Μις Έρι, μιας διάσημης Youtuber, στα οποία ασχολείται με διάφορα θέματα.

Η Αλεξάνδρα πάλι ζει στα Πατήσια και πηγαίνει σχολείο στη Γκράβα. Η μητέρα της είναι μια θρησκευόμενη γυναίκα και ο πατέρας της έχει φασματική παρουσία στη ζωή της – μοιάζει αποσυρμένος από τα εγκόσμια.  Και οι δυο γονείς της δεν έχουν ιδέα τι συμβαίνει στη ζωή της κόρης τους (δεν γνωρίζουν ότι έχει δυο τρύπες στα αυτιά της, ένα κοντό μπουφανάκι και μια μίνι φούστα που τη φοράει έξω από το σπίτι, ότι - αν και πηγαίνει στο κατηχητικό και την εκκλησία-  έχει φασωθεί με τρία αγόρια και έχει φιληθεί με ένα κορίτσι, την κολλητή της τη Βίβιαν, ότι κρύβει ένα μυστικό που την έχει καθορίσει και δε μπορεί να ερωτευτεί και να πλησιάσει τους ανθρώπους γι αυτό και υποστηρίζει πως είναι αρομαντικ. Ένα μυστικό που αποδεικνύει ότι μέσα στην οικογένεια μπορεί να κρύβεται και το απαίσιο πρόσωπο της σεξουαλικής κακοποίησης. Μέσα σε αυτή και όχι στην κοινωνία.).

Η Αλεξάνδρα που έχει εκτυπώσει φωτοτυπίες στις οποίες εκφράζει το παράπονο ενός ανάπηρου και τις τοποθετεί στα αυτοκίνητα που κλείνουν τις ράμπες. Η Αλεξάνδρα που θα ήθελε να αφιερώσει τη ζωή της σε κάποιο μεγάλο, ευγενικό σκοπό, όπως λέει η ίδια [..] Να βοηθά άπορα παιδιά, ας πούμε. Ή παιδιά που έχουν υποστεί μπούλιγκ. Να κάνει κάτι για τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα. Για τα παιδιά που βιώνουν την απόρριψη για τους χι λόγους. Ίσως όμως να αφιερωθεί σε κάτι ακόμη μεγαλύτερο: Να γίνει μια ακτιβίστρια για τη σωτηρία του πλανήτη. Να κάνει ένα επιτυχημένο account στο Tik Tok και να ανεβάζει βίντεο . Να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο για την κλιματική αλλαγή, για τους κινδύνους που απειλούν τη βιοποικιλότητα και όλα αυτά.[..] (σελ. 19)

Όταν οι δρόμοι των δύο ηρώων θα διασταυρωθούν εντελώς τυχαία - την πρώτη φορά σε μια εκδρομή στο Ευγενίδειο και τη δεύτερη στο πάρτυ της Μις Έρι, στο οποίο θα μάθουν και ένα βαρύ, τραυματικό μυστικό της - θα πλησιάσουν ο ένας τον άλλον, θα ανοιχτούν, θα αποκαλύψουν τις μύχιες σκέψεις και τα μυστικά τους, θα καταστρώσουν ένα τρελό σχέδιο για να πάρουν εκδίκηση στο όνομα της Μις Έρι (και όχι μόνο)  και τελικά θα συναντηθούν από κοντά για να το υλοποιήσουν. Οι αρχικές τους συναντήσεις θα είναι μόνο ψηφιακές. «..[..] Τώρα πια είναι συνέχεια μαζί , ακόμα και όταν δεν είναι. Το πρόσωπο του έχει πάψει πια να της ξεγλιστρά. Το δικό της εξακολουθεί να του φαίνεται οικείο. Και τα δυο, όμως, είναι ακόμη άυλα. Ανήκουν σε μια διαφορετική διάσταση, τελείως ψηφιακή, στην οποία δε μπορείς να πας έτσι απλά. Σε κάποιες βιντεοκλήσεις κοιτιούνται με τις ώρες δίχως να μιλούν. Σε άλλες δε βάζουν γλώσσα μέσα. Ξεθάβουν ξεχασμένες μνήμες, στενάχωρες οι περισσότερες σα να κάνουν διαγωνισμό τραυμάτων. Τότε όμως σκάει και κάποιο αστείο σκηνικό ή μια ατάκα και η ατμόσφαιρα αλλάζει. Μιλούν για κωμικοτραγικά ατυχήματα, για παιχνίδια που έπαιζαν μικρά, για αγαπημένες σειρές. (σελ.182-183)

Αυτά τα δυο παιδιά εκπροσωπούν τις σημερινές φυλές των εφήβων. Είναι τα παιδιά που βιώνουν με τρόμο τις σαρωτικές αλλαγές που συμβαίνουν γύρω τους, που νιώθουν πολύ έντονα συναισθήματα αλλά δεν τα εκδηλώνουν , αντίθετα τα καταπιέζουν , τα καταπίνουν, δεν αφήνονται ελεύθερα να τα εκφράσουν (μέχρι τουλάχιστον να συναντηθούν, να ανοιχτούν, να νιώσουν ασφαλείς όπως και οι δυο ήρωες), που  βαδίζουν χωρίς μια σταθερή πυξίδα στο μέλλον, που δεν αναγνωρίζουν πολλές φορές ποι@ είναι, ποια η αληθινή τους ταυτότητα, που οι γονείς τους σα να έχουν ξεχάσει να είναι δίπλα τους απορροφημένοι από τη δουλειά και τα δικά τους προβλήματα, που το σχολείο τείνει να γίνει γι αυτά ένας χώρος είσπραξης απογοήτευσης, θλίψης και καθημερινής συναισθηματικής ακύρωσης, που οι παρέες είναι πιο δύσκολο να στηθούν, που η επικοινωνία έγινε ακόμη δυσκολότερη παρά την εισβολή της τεχνολογίας στη ζωή τους, που η αδυναμία έκφρασης των συναισθημάτων τα οδηγεί σε ειδικούς (ψυχολόγους και ψυχοθεραπευτές), που η εμπιστοσύνη χάθηκε κάπου στη διαδρομή και η μοναξιά ήρθε και κατοίκησε στην καρδιά τους. Ο Μαξ μιλάει για όλα αυτά όταν η μητέρα του τον καλεί να δουν ένα βίντεο που τον συγκλονίζει: [..]Η μαμά πατάει το play. Στην αρχή δε γίνεται τίποτα. Βλέπεις απλώς ένα διάφανο μπαλάκι που μέσα του έχει ένα κιτρινωπό σβόλο. […] Αποδεικνύεται ότι το κίτρινο πλάσμα είναι ένα μικρό αμφίβιο. Μια σαλαμάνδρα ή κάτι τέτοιο. Το βλέπει να κάνει απότομες κινήσεις και αν χτυπιέται σπασμωδικά στα διάφανα τοιχώματα του αυγού του. Μοιάζει ξαφνιασμένο και τρομαγμένο. Λίγα καρέ πριν ήταν γαλήνιο και απολάμβανε την ανυπαρξία του. Τώρα ήρθε ξαφνικά στη ζωή και δείχνει να βασανίζεται. Κάθε παλμός και μια βελόνα που το τρυπά και το αναγκάζει να τινάζεται μέσα στη διάφανη μπαλίτσα του.

Η μαμά εξακολουθεί να κοιτά την οθόνη , χαμογελώντας βουρκωμένη. Εκείνος νιώθει ένα βάρος στο στήθος του να τον πνίγει. Σηκώνεται, λέει καληνύχτα, καταπολεμά την επιθυμία του να πλύνει ξανά το δόντια του και πηγαίνει στο δωμάτιό του. Ξαπλώνει και κλείνει τα μάτια, αλλά έχει ταχυπαλμία και είναι αδύνατον να κοιμηθεί. Σκέφτεται το μικρό αμφίβιο. Κανείς δεν το ρώτησε αν ήθελε να έρθει στη ζωή, αν ήταν έτοιμο να περάσει όλη αυτή την ταλαιπωρία. Είναι άδικο και παράλογο. (σελ. 32-33)

Ο συγγραφέας αγαπάει πολύ τους ήρωες του, τους φέρεται με τρυφερότητα και καλοσύνη και εισβάλλει στις σκέψεις τους για να τους κατανοήσει, να σταθεί δίπλα τους και να τους βοηθήσει να πάνε ένα βήμα πιο πέρα, ένα βήμα πολύ σημαντικό όμως. Η τριτοπρόσωπη αφήγηση του επιτρέπει να «μπαινοβγαίνει στα παπούτσια τους» – όπως θα έλεγαν και οι Άγγλοι!- και να φωτίζει όλες τις πλευρές της προσωπικότητας τους, να μας τους συστήνει καλύτερα, να γίνουν πρόσωπα οικεία μας. Και όντως αυτά τα δυο παιδιά έρχονται να μας οδηγήσουν στο δικό τους κόσμο, έναν κόσμο που έχει πολύ σκοτάδι αλλά και πολύ φως, ένα κόσμο που κυριαρχεί ο τρόμος αλλά και το θάρρος , η ομορφιά και η άσχημη πλευρά των πραγμάτων, η σκληράδα αλλά και ο σπαραγμός. Και το τέλος του βιβλίου, ένα τέλος που συνδέεται με την αφή σε ένα κόσμο που αυτή αίσθηση αρχίζει να είναι κάτι ανοίκειο έως και κάτι τρομακτικό, έρχεται να δώσει αισιοδοξία,. Εξάλλου στη ζωή μας «Κάθε ανάσα και μια αόρατη βελόνα, κάθε παλμός και ένα πιθανό τραύμα.[..] (σελ. 221)

Κυριακή 23 Ιουνίου 2024

9+1 εφηβικά βιβλία για το καλοκαίρι!


Gérard ή, το σπαθί στην πλάτη του

Συγγραφέας: Στιβ Στιβακτής

Εκδόσεις: Jemma Press

Σελίδες: 208

 Όλοι περνάνε ζόρια στα δεκαπέντε τους. Ο Έκτορας ίσως λιγάκι παραπάνω. Παλεύοντας ενάντια σε ένα καταπιεστικό, εχθρικό περιβάλλον, ο Έκτορας αναρωτιέται ποια είναι η θέση του σ’ αυτόν τον κόσμο. Πώς η παιδικότητα συναντά την ενηλικίωση, πώς μπορεί κανείς να χτίσει μια ταυτότητα που δεν αναγνωρίζουν οι γύρω του, τι μπορεί τελικά να σημαίνει οικογένεια, πώς η τέχνη κι οι ιστορίες μπορούν να είναι μια σανίδα σωτηρίας σε έναν κόσμο γεμάτο σκοτάδι. Μέσα από την απομόνωση και τις εντάσεις ενός καλοκαιριού στο χωριό, μέσα από τον θυμό για έναν εισβολέα και για ένα σπιτικό υπό διάλυση, ο Έκτορας κάνει ένα ταξίδι μέσα από τη δημιουργικότητα και τη φαντασία του, έχοντας στο πλάι του έναν απρόσμενο σύμμαχο, ώστε να βρει τα όπλα για να υποστηρίξει τον εαυτό του και ό,τι αγαπάει. Για να υπάρξω, πρέπει κάποιος να με δει· κάποιος ν’ αναγνωρίσει την ύπαρξή μου. Χωρίς «εσύ» δεν υπάρχει «εγώ». —Λύο Καλοβυρνάς, από την εισαγωγή 

 

 

 

Δικά μας παιδιά

Συγγραφέας: Σοφία Νικολαΐδου

Εκδόσεις: Μεταίχμιο

Σελίδες: 352

 

Αυτή είναι η ιστορία των Δικών Μας Παιδιών, των παιδιών που μεγάλωσαν κλεισμένα στα δωμάτιά τους. Ακούν μουσική με ακουστικά, συνθέτουν beats στον υπολογιστή και γράφουν μπάρες στα τετράδιά τους. Έχουν για οικογένεια τους φίλους τους και ζουν τη ζωή τους online.
Αυτή είναι η ιστορία της δικής μας γενιάς, που πιστέψαμε πως θα γίνουμε καλύτεροι από τους γονείς μας. Και τώρα βλέπουμε τα παιδιά μας να μεγαλώνουν, να κάνουν τα λάθη τους, να φεύγουν μπροστά.
Φωνές και ουρλιαχτά στο γήπεδο, στη θύρα με τα θηρία. Αίμα στα πεζοδρόμια. Κρυφοί λογαριασμοί στα σόσιαλ. Συμμαθητές που δαγκώνουν σαν οχιές στα προαύλια των σχολείων. Κορίτσια που κάνουν αγορίστικα πράγματα. Μανάδες που ανησυχούν. Μανάδες που τα παρατούν. Μανάδες με κότσια. Πατεράδες που γίνονται μάνες στα ζόρικα και πατεράδες που δεν είναι εντάξει. Δυο γενιές – και γκρεμός ανάμεσα. Θα έρθει η στιγμή που θα απλώσουν το χέρι;
Αυτή είναι μια ιστορία για όσα ξέρουμε, αλλά και για όσα δεν θα μάθουμε ποτέ. Γιατί κάθε γενιά νομίζει ότι προστατεύει τα παιδιά της. Μα, αν ακούσουμε την ιστορία από την άλλη πλευρά, θα δούμε ότι και τα παιδιά προστατεύουν τους γονείς από όσα δεν θα υποψιαστούν – και ευτυχώς.
Αυτή είναι μια ιστορία για ένα ραπ συγκρότημα, για τα όνειρα που παίρνουν εκδίκηση, για τα παιδιά που έσωσε η μουσική.

Διαβάστε εδώ ένα απόσπασμα 

 


 


Αμφίβια

Συγγραφέας: Παναγιωτάκης Γιώργος Κ.

Εκδόσεις: Πατάκη

Σελίδες:  224

Εικονογράφηση εξωφύλλου: Καραμπατζιά, Βίλλυ

 

Μια πόλη. Δυο παιδιά. Ένας έρωτας.
Δυο δεκαεξάχρονα παιδιά από διαφορετικές γειτονιές της πόλης γνωρίζονται και έρχονται κοντά χάρη στο κοινό τους ενδιαφέρον για μια διάσημη social media περσόνα. Όταν θα μάθουν κάτι που θα τα συγκλονίσει, θα πάρουν μαζί μια παράτολμη απόφαση. Θα τα λυτρώσει ή θα τα εγκλωβίσει;
Ο έρωτας, η αναζήτηση της σεξουαλικής ταυτότητας, η σκληρότητα της εφηβείας και η λαχτάρα για τη ζωή, σ’ ένα μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στις σκοτεινές και στις φωτεινές γωνιές του κόσμου μας.

Διαβάστε εδώ ένα απόσπασμα 

 

 

 


 

Όταν πέσει ο ουρανός στο κεφάλι μας

Συγγραφέας:  Phil Earle

Εκδόσεις:  Ίκαρος

Μετάφραση: Άγγελος Αγγελίδης

Σελίδες: 368

 

1940. Ο πόλεμοςμαίνεται. Ένα οργισμένο αγόρι, ο Τζόζεφ, που δεν το στέλνουν στην εξοχή, αλλά στο Λονδίνο, στην πόλη που τα εχθρικά αεροπλάνα βομβαρδίζουν σχεδόν κάθε βράδυ. Εκεί ο Τζόζεφ θα μείνει με την κυρία Φ, μια απότομη γυναίκα που δε συμπαθεί τα παιδιά. Οι μόνες της αγάπες είναι ο ρημαγμένος ζωολογικός της κήπος και ο επιβλητικός ασημόραχος γορίλας της, ο Άδωνης.

Καθώς περνούν οι εβδομάδες, δεσμοί δημιουργούνται και μυστικά έρχονται στο φως. Η γυναίκα και το αγόρι πλησιάζουν ο ένας τον άλλον. Αλλά, αν οι βόμβες ελευθερώσουν τρομοκρατημένο και αφηνιασμένο τον Άδωνη, θα μπορέσει κάποιος απ’ τους δυο τους να βάλει τέλος στη ζωή του μόνου πλάσματος που αγαπούν πραγματικά;

Διαβάστε εδώ ένα απόσπασμα

 

 


 

Όλη μου η οργή

Συγγραφέας: Sabaa Tahir

Εκδόσεις: Διόπτρα

Σελίδες:  472

Λαχόρη, Πακιστάν. Τότε.
Η Μισμπά, ένα ονειροπόλο κορίτσι που αγαπά τις ιστορίες, μόλις έχει παντρευτεί τον Ταουφίκ. Μια τραγωδία τους φέρνει στις ΗΠΑ, όπου ανοίγουν ένα μοτέλ για να κάνουν μια νέα αρχή.

Τζούνιπερ, Καλιφόρνια. Σήμερα.
Ο Σαλ και η Νουρ είναι κάτι παραπάνω από φίλοι, είναι οικογένεια. Μεγαλωμένοι ως παρείσακτοι στη μικρή πόλη του Τζούνιπερ της Καλιφόρνια, καταλαβαίνουν απόλυτα ο ένας τον άλλον. Ώσπου μια σύγκρουση θα σπάσει τον δεσμό μεταξύ τους. Ο θυμός δεν είναι η κατάλληλη λέξη. Οργή. Αυτό είναι το συναίσθημα που μου τρώει τα σωθικά.
Οι δύο έφηβοι θα δοκιμάσουν τα όρια της φιλίας και του εαυτού τους. Ο Σαλ θα αναλάβει το οικογενειακό μοτέλ, καθώς η υγεία της μητέρας του φθίνει και ο πατέρας του υποφέρει από αλκοολισμό. Η Νουρ, ορφανή από γονείς, αναγκάζεται να δουλέψει στην κάβα του θείου της, ενώ παράλληλα στέλνει κρυφά αιτήσεις σε πανεπιστήμια. Σε μια ισλαμοφοβική κοινωνία, οι δύο έφηβοι πλέκουν μια συγκλονιστική ιστορία για τη δύναμη των ανθρώπων.
Διαβάστε εδώ ένα απόσπασμα

 


Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ

Συγγραφέας: Εντουάρ Λουί

Εκδόσεις: Αντίποδες

Μετάφραση: Μιχάλης Αρβανίτης

Σελίδες:

 

Ο Εντύ Μπελγκέλ μεγαλώνει σε ένα χωριό της βόρειας Γαλλίας στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Ο κόσμος του, το χωριό, το σχολείο, η οικογένεια, είναι ένας κόσμος βίας, εκφοβισμού και αποκλεισμού, που ο Εντύ βιώνει ακόμη πιο τραυματικά επειδή είναι διαφορετικός. Ο Εντουάρ Λουί κατορθώνει, με μια φορτισμένη και βίαιη αφήγηση, που αμφισβητεί τα όρια αυτοβιογραφίας και ρεαλισμού, να αναμετρηθεί με το περιβάλλον που τον διέπλασε, με το παρελθόν που τον στιγμάτισε. Το Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ φέρνει στην επιφάνεια όσα η λογοτεχνία επιμένει να απωθεί.

Αρχή φόρμας



 

 


Αγνοείται

Συγγραφέας: Brigitte Giraud

Μετάφραση: Μαρίζα Ντεκάστρο

Εκδόσεις: Διόπτρα

Σελίδες: 160

 

Δεν μπορούσα να συνεχίσω έτσι… Χωρίς διέξοδο, χωρίς μέλλον, με τον ψυχολογικό εκφοβισμό να με κατατρώει.
Ο Λίβιο παρουσιάζει μια εργασία για την καύση βιβλίων από τους ναζί κατά τον Β/ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αναφέρεται στον Μάγκνους Χίρσφελντ, έναν Γερμανοεβραίο γιατρό που πάλεψε για την ισότητα των φύλων και τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων. Για τον Λίβιο είναι κάτι περισσότερο από μια απλή παρουσίαση, είναι μια διεκδίκηση, μια εξομολόγηση. Αντιμετωπίζεται όμως με αμηχανία, αδιαφορία αλλά και εχθρικότητα.
Από τότε αγνοείται. Κανείς δεν ξέρει τι έχει απογίνει... Στον απόηχο της εξαφάνισης αντηχούν όλα τα δύσκολα ερωτήματα. Κι αν αυτή η φυγή ήταν η απόλυτη έκφραση του θάρρους;

Διαβάστε εδώ ένα απόσπασμα

 

 




Επιστροφή στη Ρενς

Συγγραφέας: Ντιντιέ Εριμπόν

Εκδότης: Νήσος

Αριθμός σελίδων: 248

Μετάφραση: Γιάννης Στεφάνου

 

Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο ΝτιντιέΕριμπόν επιστρέφει στη Ρενς, τη γενέτειρά του στη βόρεια Γαλλία, ύστερα από 30 χρόνια. Το ταξίδι αυτό τον φέρνει αντιμέτωπο με ένα παρελθόν με το οποίο είχε κόψει κάθε δεσμό, σηματοδοτώντας για τον συγγραφέα μια τολμηρή κατάδυση στην οικογενειακή ιστορία του και τις κοινωνικές καταβολές του. Ο Εριμπόν ανασύρει στη μνήμη του τον κόσμο της εργατικής τάξης -τον κόσμο των παιδικών του χρόνων- και ανασυστήνει την πορεία της κοινωνικής του ανέλιξης. Μέσα από αυτή την προσωπική αφήγηση, αναπτύσσει τις σκέψεις του για τις κοινωνικές τάξεις και το σχολικό σύστημα, την κατασκευή των ταυτοτήτων και την ομοφυλοφιλία, την ομοφοβία και τον ρατσισμό, την Αριστερά και την Ακροδεξιά, τις εκλογές και τη δημοκρατία. Επανεντάσσοντας τις προσωπικές διαδρομές στους μηχανισμούς κοινωνικής αναπαραγωγής και κοινωνικού αποκλεισμού, ο συγγραφέας θέτει εντέλει καίρια ερωτήματα σχετικά με την πολλαπλότητα των μορφών που παίρνει η κυριαρχία και, συνεπώς, η αντίσταση.

 


Ίνκουμπους

Συγγραφέας: Βαγγέλης Γιαννίσης

Εκδόσεις: Διόπτρα

Αριθμός σελίδων: 408

 

Έτσι, πάνω στον εφιάλτη του, μέσα απ’ τη βραδινή ομίχλη πετάει ο κοντόχοντρος Δαίμονας πάνω από έλη, λίμνες και βάλτους. Γυρεύει μια νέα τρελαμένη απ’ τον έρωτα και καταπλακωμένη απ’ τον ύπνο, κατεβαίνει και χαμoγελαστός κάθεται στο στήθος της.
Όταν μια νεαρή φοιτήτρια, η Λινέα Μολίνς, καταγγέλλει στην αστυνομία τον βιασμό της μέσα στο ίδιο της το σπίτι από έναν άγνωστο μασκοφόρο, στον επικεφαλής του Τμήματος Εγκλημάτων της αστυνομικής διεύθυνσης του Έρεμπρο Άντερς Οικονομίδη δημιουργείται αμέσως κακό προαίσθημα: οι προσεκτικές κινήσεις του δράστη και ο χειρουργικός τρόπος με τον οποίο έφερε εις πέρας την επίθεση μαρτυρούν προσχεδιασμό και εμπειρία.
Ακόμα πιο ανησυχητική είναι η υπόσχεση με την οποία ο δράστης άφησε την κοπέλα: ότι θα τα ξαναπούν σύντομα.
Δύο ημέρες αργότερα, η διεθνούς φήμης σεφ Κάισα Έκεμπλαντ διαβάζει έντρομη στις εφημερίδες την είδηση του βιασμού της Λινέα και διαπιστώνει ανησυχητικές ομοιότητες με επίθεση που είχαν δεχτεί η ίδια και ο σύζυγός της μέσα στο σπίτι τους μερικούς μήνες νωρίτερα.
Παρά τους δισταγμούς της, αποφασίζει να μιλήσει. Σύντομα κι άλλα στόματα ανοίγουν και αφηγούνται μια ιστορία που κρυβόταν για χρόνια στο σκοτάδι.

 Διαβάστε εδώ ένα απόσπασμα

 

 


Ο διάβολος μόνο ξέρει

Συγγραφέας: Sir Ian Rankin

Εκδόσεις: Μεταίχμιο

Μετάφραση: Νάντη Σακκά

Σελίδες: 464

 

Κάποιες υποθέσεις απλώς δεν ξεχνιούνται.
Για τον Τζον Ρέμπους η υπόθεση που ποτέ δεν θα ξεχάσει είναι η δολοφονία της νεαρής Μαρίας Ταρκουάντ, η οποία βρέθηκε νεκρή πριν από σαράντα χρόνια στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου όπου διέμενε ένας διάσημος ροκ σταρ και η συνοδεία του. Ο δράστης δεν συνελήφθη ποτέ. Στο μεταξύ ο υπόκοσμος του Εδιμβούργου μοιάζει ακέφαλος. Ένα από τα επίδοξα αφεντικά του, ο Ντάριλ Κρίστι, έχει πέσει θύμα επίθεσης, ενώ μια έρευνα για ξέπλυμα χρήματος τον έχει φέρει σε δεινή θέση. Ο γερο-Κάφερτι, η νέμεση και ο πιο παλιός εχθρός του Ρέμπους, τα έχει στ’ αλήθεια παρατήσει ή περιμένει να πέσει το Εδιμβούργο στα χέρια του σαν ώριμο φρούτο;

Διαβάστε εδώ ένα απόσπασμα