Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012

Το μυστικό της δούκισσας, Βασίλης Ραϊσης


Κυριακή απόγευμα η λέσχη ανάγνωσης της Γ Γυμνασίου πραγματοποίησε την πρώτη επίσημη συνάντηση της για φέτος. Ήδη η λέσχη ανάγνωσης της Α Γυμνασίου έχει συναντηθεί δύο φορές και τα παιδάκια μας οδεύουν στο τρίτο τους βιβλίο. Οι μεγάλοι της Γ Γυμνασίου, καθότι πολυάσχολοι ,μόλις την Κυριακή κατόρθωσαν να συναντηθούν για να συζητήσουν το βιβλίο του Βασίλη Ραϊση «Το μυστικό της Δούκισσας».

Η μόνη που δεν τέλειωσε το βιβλίο ήταν η Σοφία, η οποία μας δήλωσε πως δεν της κίνησε το ενδιαφέρον. Η Θεοδοσία πάλι το διάβασε μεν, αλλά βρήκε πολύ αργούς τους ρυθμούς του και κρίνει ότι απευθύνεται σε μικρότερες ηλικίες. Ωστόσο της άρεσε πολύ το τέλος. Ο Αριστοτέλης βρήκε πολύ ενδιαφέρουσα την ιστορία και τους ήρωες ξεχωριστούς. Όλοι ήταν ιδιαίτεροι χαρακτήρες (με αποκορύφωμα τον Μπας).Ο Θεολόγος το διάβασε πολύ γρήγορα και μας δήλωσε ότι του άρεσε, αν και θεώρησε πολύ προβλέψιμο το τέλος και την εξέλιξη της ιστορίας αγάπης. Η Ευγενία αρχικά βρήκε βαρετή την υπόθεση, αλλά το διάβασε ολόκληρο. Η Κατερίνα, η Σέια και η Ελένη δήλωσαν πως τους άρεσε, αν και δεν ενθουσιάστηκαν με την ιστορία. Η Μαρία πάλι θα το ήθελε πιο περιπετειώδες.

Στη συζήτηση που ακολούθησε μιλήσαμε για τα θέματα που αναδεικνύει το βιβλίο ξεκινώντας από το θέμα του ρατσισμού. Οι κάτοικοι του νησιού είναι προκατειλημμένοι απέναντι στη Δούκισσα λόγω του υδροκεφαλισμού της. Γι αυτούς είναι κάτι ανεξήγητο και ξένο ως εικόνα γι αυτό και την περιθωριοποιούν. Άλλωστε ο ρατσισμός έχει τη βάση του πάντα στο φόβο για το ξένο, το διαφορετικό.

Παράλληλα αναφερθήκαμε στην προσπάθεια των παραγόντων του τόπου(δήμαρχος, δημοσιογράφος)να εκμεταλλευτούν οικονομικά το θέμα του κρανίου, παραβλέποντας οτιδήποτε άλλο.

Κυρίως όμως η συζήτηση μας περιστράφηκε γύρω από την ομάδα που είχε δημιουργήσει ο Ιξίωνας και τον τρόπο που αυτή λειτουργούσε. Παρατηρήσαμε την είσοδο σε αυτή των πιο αδύναμων χαρακτήρων και των πιο περιθωριοποιημένων παιδιών .Ο Ιξίωνας ως ο πιο ισχυρός και με τη μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση κουμάνταρε τους υπόλοιπους. Στην ομάδα του δεν είχαν θέση δυναμικές προσωπικότητες αλλά άτομα με έλλειμμα αυτοπεποίθησης. Ωστόσο και στο πρόσωπο του Ιξίωνα αναγνωρίσαμε ένα δυστυχισμένο παιδί, ένα παιδί που διψούσε για την πατρική αναγνώριση. Η οργάνωση της ομάδας του και ο τρόπος στελέχωσης της μας θύμισε το σήμερα και τη δημιουργία τέτοιων ρατσιστικών ομάδων – κυρίως ανάμεσα σε νέους ανθρώπους.

Συνοψίζοντας αυτό που μας άρεσε στο βιβλίο ήταν η κινηματογραφική πλοκή του και οι ενδιαφέροντες χαρακτήρες του. Θεωρήσαμε δε αριστουργηματικές τις τελευταίες σελίδες , οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν την αρχή για ένα μάθημα δημιουργικής γραφής!

Ζωή


 
Ζωή ,μια λέξη τόσο δα μικρή
που όμως περιέχει
το γέλιο, την πνοή ..
Ζωή θα πει ο πόνος
μα και η δόση της χαράς
που πάντα θα κυριαρχεί
μες τη ζωή όπου και αν πας.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Η ζωή σε κάνει τούμπες
και χαίρεται γελά..
με τα εμπόδια που βάζει
και πέφτεις μες σ' αυτά.
Μα όμως όταν έρθει
εκείνη η στιγμή, που θα μπορέσεις
ν' αποδείξεις πως είσαι δυνατή
τότε θα κλάψει όπως εσύ!
~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Το σ' αγαπώ είναι μια λέξη
που περιγράφει τη ζωή
και όταν την ακούω με πιάνει ταραχή.
Όμως δεν είναι επαρκής
μόνο να ζήσεις και ν' αγαπήσεις,
αλλά να νιώσεις μέσα σου
πως θες ν αποχωρήσεις.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Φοβάμαι τη ζωή
κι' αυτά που θ' αντικρίσω
γιατί μέσα σ' αυτή
θα πρέπει να επιζήσω!!!


 

Ελένη Αννιτσάκη, Γ1

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012

Ασφυξία


 

Brian Viveros. Suffocate.
Μια πόρτα άνοιξα, δίχως να χτυπήσω
Ανάπνευσα δίχως τον αέρα να μυρίσω.

Άνοιξα μια πόρτα και αντίκρισα το τίποτα, τα πάντα…

Δυο δωμάτια μέσα σε ένα άσπρο διάδρομο.
Το ένα μαύρο, το άλλο μπλε.

Στο μαύρο δωμάτιο κοιμόταν η ελπίδα.
Βιβλία πεταμένα, παραμύθια ξεχασμένα.
Ματωμένες λέξεις που μοναχά ένα παιδί κατάλαβε.
Όνειρα με τα οποία οι πεθαμένοι θα γελούσαν

και οι τρελοί θα τραγουδούσαν.

Στο μπλε δωμάτιο δάκρυα κυλούσαν.
Συνθήματα δίχως νόημα φώναζαν.

Και εγώ σαν πάτησα στο πάτωμα πνίγηκα.

Βαθιά θάλασσα το πάτωμα ήταν
που με πήγε σε ποτάμι..

Και όταν ξύπνησα νόμιζα ότι είχα πεθάνει.

Όχι, εγώ, εγώ είμαι ακόμα εδώ.
Η φαντασία μου πέθανε, ο εαυτός μου πέθανε.
Το σώμα μου επιβίωσε και έγινε ένα με το πλήθος.......



Νικολέτα Σούλη ( τμήμα Γ3,  απόφοιτος του σχολικού έτους 2010-2011, μαθήτρια σήμερα της Β Λυκείου)

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2012

Το προξενιό της γιαγιάς Ελευθερίας - Η ιστορία της Σταματίας.




Γιαγιά Ελευθερία:

          <<Το 1979,μήνα Απρίλιος λίγο πριν το Πάσχα ήρθε κάποιος γείτονας μου και μου είπε ότι υπάρχει κάποιος κύριος που έχει έρθει απ' την Αυστραλία, είναι χωρισμένος και ψάχνει μία καλή κοπέλα να παντρευτεί, στην ηλικία του. Εγώ όμως ήμουν 20 και ο κύριος αυτός 28. Μετά απο πολύ ψάξιμο, δυστυχώς δεν βρήκε την κατάλληλη. Τελικά μου είπαν ότι θέλει να με δει. Εγώ όμως τότε εργαζόμουν όπως όλες οι κοπέλες του χωριού στο εργοστάσιο με τα υφάσματα. Αφού σχόλασα και πήγα σπίτι, ενώ πηγαινοερχόταν εκείνος συνέχεια και ρωτούσε και έλεγε ότι ήθελε να με δει και να με γνωρίσει εγώ αρνιόμουν, αφού ήμουν πολύ μικρή για γάμο και θα έμενε η μαμά μου μόνη της. Μετά από πολύ πίεση απ'τα αδέρφια μου και από τον γείτονα, με κατάφεραν να πω το ναι για να με δει. Αυτός ο κύριος ήταν ευκατάστατος από την Αυστραλία και είχε έρθει με τον μικρό του γιο.

       Ήταν μεγάλη Παρασκευή και είχα σχολάσει απ' το εργοστάσιο, αφού δουλεύαμε και εκείνη την ημέρα. Μόλις έφτασα σπίτι, έπρεπε να κάνω όλες τις δουλειές του σπιτιού αφού η μητέρα μου δεν μπορούσε, επειδή ήταν άρρωστη. Ύστερα από πολλές επισκέψεις του γείτονα, μου είπε ''Έλα, έλα και έχει αγανακτήσει ο άνθρωπος που περιμένει και είναι ντροπή''. Ήμουν σε μεγάλο δίλλημα. Έλεγα ''να πάω, να μην πάω, να πάω, να μην πάω''. Έβρισκα δικαιολογία ότι είχα δουλειές αλλά τελικά μου είπε ο γείτονας ότι μπορεί να μην έρθει αύριο και να γυρίσει πίσω στην Αυστραλία, αφού δεν βρήκε την κατάλληλη. Έτσι αναγκάστηκα να πάω. Πήρα την αδερφή μου και την νύφη μου και πήγαμε οι τρεις μας.

                      Εγώ ήμουν μέσα στα μαύρα. Μαύρο πουκαμισάκι, μαύρη φούστα και μια γαλανή κορδελίτσα σαν φιογκάκι, αφού ήταν και μεγάλη Παρασκευή. Πήγαμε στο άλλο χωριό κοντά στον Αγ.Γιώργη για να δούμε αυτόν τον κύριο. Με το που φτάνουμε στο προαύλιο μας βλέπει καλά καλά ο κύριος Σταμάτης και αφού του είχαν πει πως μοιάζω λέει ''Εσύ είσαι η Ελευθερία'' και λέω ''Ναι εγώ είμαι''.''Επιτέλους'' μου είπε, πιο πριν όμως είχε πιει και μισό μπουκάλι ουίσκι όσο περίμενε. Μπήκα μέσα χαιρετιστήκαμε με τα τυπικά και του εξήγησα τους λόγους που άργησε να με γνωρίσει. Έπειτα  καθίσαμε και διώξαμε τους άλλους στην κουζίνα για να τα πούμε μόνοι μας. Μιλήσαμε και μου είπε ότι ήταν ξαναπαντρεμένος και ότι απλά θα είχαμε το ένα παιδί μαζί μας. Του είπα ότι δεν έχω αντίρρηση και αυτό του άρεσε. Γιατί έψαχνε να βρει γυναίκα που να δέχεται το παιδί του. Ήταν δύσκολο αφού καμία γυναίκα δεν δεχόταν παλικάρι 13 χρονών. Βέβαια εγώ δεν ήξερα ότι είχε άλλες δύο κόρες, αλλά μου είπε ότι θα τις κρατήσει η μάνα τους. Αργότερα ρώτησε πόσο χρονών είμαι. Εκεί τα βρήκα σκούρα! Ο γείτονας του είχε πει 25 αλλά επειδή δεν μπορούσα να του πω ψέματα, του είπα ότι είμαι 20.Παραξενεύτηκε και ρώτησε ''Τώρα τι κάνουμε;;;'', αφού του άρεσα αλλά ήμουν μικρή. Τότε του είπα ότι αν δύο άνθρωποι ταιριάζουν τα χρόνια δεν έχουν σημασία. Του άρεσε πολύ αυτό που του είπα και αυτή ήταν η φράση που ''τον έριξα''. Και έτσι έγινε το συνοικέσιο.

         Η μαμά μου δεν ήξερε τίποτα, για να μην το μάθει το χωριό. Φωνάξαμε τους υπόλοιπους και τους ανακοινώσαμε ότι το προξενιό πέτυχε. Μας πήρε τότε ο Σταμάτης με το τζιπάκι του το οποίο ήταν το μόνο που υπήρχε στην Κω. Μας πήγε στην μητέρα μου και με το που βλέπει τον γαμπρό, του λέει ότι τον είδε στον ύπνο της! Δεν ήταν καλό όνειρο αλλά ο Σταμάτης ήταν επίμονος και με διεκδίκησε. Μετά από κάτι μέρες αρραβωνιαστήκαμε φτιάξαμε τα χαρτιά μας για την Αυστραλία, παντρευτήκαμε και πήγαμε στην Αυστραλία. Έτσι μετά από λίγους μήνες γύρισα στην Κω έγκυος στο πρώτο παιδί, τον δεύτερο χρόνο ξανακατέβηκα στην Κω με το δεύτερο παιδί, έπειτα με το τρίτο και τώρα πια αφού έχει πεθάνει ο παππούς ο Σταμάτης, χαίρομαι τα εγγονάκια μου!

 

Σταματία Παστρικού, Γ3

 

Με αφορμή το προξενιό του Ερωτόκριτου - Η ιστορία της γιαγιάς της Γεωργίας


Tο 1969, η γιαγιά μου η Θέμις σπούδαζε στη σχολή οικοκυρικής της Λέρου. Εκεί γνώρισε έναν νεαρό ο οποίος έλεγε συνέχεια άσχημα πράγματα για τον αδελφό του τον Ιάκωβο. Έλεγε ότι του έστελνε λεφτά για τη σχολή και τον αποκαλούσε ''κορόιδο''.

    Μια μέρα λοιπόν, η θέμις και η παρέα σκέφτηκαν να κάνουν πλάκα στον Ιάκωβο ότι η Θέμης τον αγαπαει. Άρχισαν να ανταλλάσουν γράμματα και μια μέρα θέλησαν να ανταλλάξουν και φωτογραφίες. Η γιαγιά μου η θέμις του έστειλε μια και εκείνος ξετρελάθηκε από την ομορφιά της. Όταν όμως ήρθε η σειρά του να στείλει φωτογραφία και η θέμις τον είδε, δεν τον ήθελε πια γιατί ήταν άσχημος και άρχισε να τον αποφεύγει.

        Ο Ιάκωβος όμως ήταν τόσο ξετρελαμένος μαζί της που πήρε τους γονείς του και το καΐκι του και ήρθε στην Κω από τη Μύκονο για να τη ζητήσει σε γάμο. Η γιαγιά μου δεν μπορούσε να αρνηθεί να τον παντρευτεί και δέχτηκε.

Και όμως, παρόλο που ο παππούς μου ο Ιάκωβος δεν ήταν όμορφος εξωτερικά, είχε τον πιο τέλειο χαρακτήρα. Ήταν καλόκαρδος, δουλευταράς και στάθηκε στη γιαγιά μου που ήταν ανάπηρη για όλη της τη ζωή...! Από αυτήν την ιστορία διδάχτηκα πως η εξωτερική ομορφιά δεν έχει καμία απολύτως σημασία!

 

Γεωργία Μονογυιού, Γ3