Πωω... έχουμε
να κάνουμε αυτή την εργασία στην ιστορία για κάποιο πρόσωπο του 19ου αιώνα για
αύριο. Ποιός έχει όρεξη τώρα να κάθεται να βρίσκει πληροφορίες για τον Νίτσε;
Α! Το βρήκα! Θα χρησιμοποιήσω το παλιο ρολόι του προπροπαππού μου, αυτό που μου
έδωσε η γιαγιά μου για να πηγαίνω ταξίδια στο παρελθόν για να συναντώ διάφορα
σημαντικά πρόσωπα, καθώς και για να βλέπω την ιστορία να εξελίσσεται μπροστά
στα μάτια μου. Ναι ξέρω η γιαγιά μου ειναι απίθανη. Που το έχω βάλει όμως το
ρολόι; Λογικά σε κανά συρτάρι θα το έχω πετάξει.
*30 λεπτά
αργότερα*
Μα τι κακό συνήθειο και αυτό να τα παρατάω όλα
όπου να ναι. Καλά κάνει η μαμά και με λέει τεμπέλα. Μα καλά ποσο έξυπνη πρέπει
να είμαι για να έβαλα το ρολόι μέσα στο κουτί με την τροφή της γάτας;
Φαντάζομαι πολυ. Μαρία-Νίκη συγκεντρώσου. Κοπέλα μου έχεις να κάνεις την
εργασία για το Νίτσε. Ωραία πως λειτουργεί τώρα αυτό; “Για να γράφει ‘’ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ –ΤΟΠΟΣ», εσύ πως λες να λειτουργεί; είπε η φωνούλα μεσα στο κεφάλι μου. Εεεμ, άρα
εδώ πρέπει να πηγαίνει η χρονολογία που θέλω να πάω και εδώ ο τόπος. “ Μπράβο
ρε έξυπνη! “ Ωωω σκάσε Ισμήνη (ναι της έχω δώσει και όνομα τι θέλετε; ). Λοιπόν
για να κάνω ένα τσεκ τα πράγματα που θα πάρω
μαζί μου:
Κινητό
Τσάντα
Ρολόι (εννοειται)
Πορτοφόλι
Στυλό
Μπουφάν
Εμ τι άλλο; Τι άλλο; “Πάρε και το φούτερ και το παντελόνι
του Στέργου να μάθει να σου παίρνει τα σορτσάκια του μπάσκετ! “. Καλή ιδέα Ισμήνη μπράβο! Ωραία λοιπόν όλα
έτοιμα για το ταξίδι. Πάμε Ισμήνη!!
Λοιπόν Ισμήνη, καμιά ιδέα για το που βρίσκεται ο Νίτσε; “
Εμμ...λογικά σπίτι του δε θα είναι;”. Έλα ρε και εγώ που νόμιζα πως θα αρμέγει
καμιά αγελάδα σε κάποιο στάβλο! (να σημειωθεί η ειρωνεία παρακαλώ). Το θέμα,
Ισμήνη μου, είναι το που πέφτει το σπίτι του. «Γιατί δε ρωτάς κανένα περαστικό;
Τζάμπα σε έστελνε τόσα χρόνια η κ.Δημητρούλα γερμανικά;». Καλή ιδέα! Θα ρωτήσω τον τύπο στο παγκάκι!
Λοιπόν, Ισμήνη ,σύμφωνα με εκείνον η οικία Νίτσε είναι
ακριβώς εδώ. «Τόση ώρα κάθεσαι στον κήπο της και δε το κατάλαβες καν, τέτοια
στραβομάρα που έχεις!». Τι να κάνω; Δεν έφερα τα γυαλιά μαζί μου! Λες και εσύ
αν ήσουν στη θέση μου, θα το έβλεπες. Τέλος το θέμα τωρα! Σκάσε και πάμε να
τον συναντήσουμε.
Μπαίνοντας μέσα στο σπίτι ο οποιοσδήποτε θα
αντιλαμβανόταν πως επικρατούσε μια αναστάτωση, μια αναμπουμπούλα. Μια γυναίκα
ακουγόταν από το βάθος να φωνάζει και να πονά και πολύς κόσμος βρισκόταν γύρω της. Έτσι και εγώ, ως γνωστή κουτσομπόλα,
έσπευσα να δω τι συμβαίνει. Το θέαμα με έκανε να ξεράσω, παρ’ όλο που πολλοί θα
θέλανε να το δούν από κοντά. Και ,ναι,
κυρίες και κύριοι, μόλις είδα το θαύμα της ζωής (aka γέννηση)να συμβαίνει μπροστά στα μάτια μου. Τέλεια! Τώρα
έχω συν ένα ακόμα πράγμα στην λίστα με τα πιο αηδιαστικά πράγματα που έχω δει! Εεε
, Ισμήνη ! Τι λένε αυτοί εδώ; Πως το
παιδί αυτό λέγεται Νίτσε Φρίντριχ, όπως
και ο βασιλιάς που τυχαίνει και έχει σήμερα γενέθλια; « Μαρία-Νίκη, πες μου μία, τι ημερομηνία έβαλες στο ρολόι»
Εμμ , 15 Οκτωβρίου 1884, γιατι; « ΤΙ ΓΙΑΤΙ! Ρε ζώον, τότε είναι που γεννήθηκε ο άνθρωπος! Μόλις είδες τη γέννηση του Φρίντιχ
Νίτσε και δεν τράβηξες ουτε μια φωτογραφία ή έστω ένα βίντεο! Θα
γινόμασταν πλούσιες». Καλύτερα να μην έχω βρακί να βάλω παρά να ξαναδώ αυτό το
πράγμα ή και να έχω κάτι που να μου το θυμίζει. Τέλος πάντων τι ημερομινία να
βάλω Ισμήνη τώρα για να πάμε να του μιλήσουμε; <<Βάλε 1854, Dom Gymnasium-Νάουμπουργκ>>
Φίλτατη Ισμήνη γιάτι με έφερες σε ένα γυμνάσιο; Ο Νίτσε ηταν καθηγητής; «Ρε Μαρία-Νίκη φυσικά
και ο Νίτσε δεν ήταν καθηγητής. Έδω πάει σχολείο και τώρα μάλιστα έχει μάθημα
κάπου εκεί μεσα». Ε και τότε τι με
έφερες εδώ, ρε Ισμήνη. Θέλω να πάω να του πάρω την καταραμένη συνέντευξη, όταν
είναι μεγάλος, και έπειτα να πάω σπίτι και να καώ στο facebook. « Ρε όχι. Θέλω
να δω τη ζωή του Νίτσε, να την μελετήσω. Ο Νίτσε είναι ένας από τους σπουδαιότερους
και σοφότερους ανθρώπους του 19ου
αιώνα. Μπορείς και αύριο να πας και να χαραμίσεις την μέρα σου μπροστά από μια
οθόνη. Τέλος, σήμερα θα σου μιλήσω για τη ζωή του Νίτσε και θα την δούμε live!>> Λοιπόν
θα κάτσουμε, αλλά για μια εβδομάδα θα με
αφήσεις ήσυχη σύμφωνες; « Σύμφωνες». Ωραία, και για πες μου τώρα για το Νίτσε.
«Αρχικά εδώ όπως σου είπα και πριν είναι το γυμνάσιο που
πηγαίνει ο Νίτσε. Εδώ
εξετάστηκε από τον διευθυντή του γυμνασίου, ο οποίος τον μεταπήδησε στη δεύτερη
τάξη. Ήδη από τότε ο Νίτσε έγραφε ποιήματα και διάφορα θεατρικά έργα. Αφιέρωνε
ώρες ολόκληρες στο γράψιμο, αναπτύσοντας έτσι έναν πλούσιο παραγωγικό λόγο, και
στην ηλικία των 14 ταξινόμησε τα ποιήματα που είχε γράψει μέχρι τότε. Στο σπίτι έπειτα από τον πρόωρο θάνατο
του πατέρα του (1849) και τον χαμό του αδερφού (1850) ο Νίτσε μετακόμισε μαζί
με τη μητέρα του και την αδερφή του στο Νάουμπουργκ
και ζούσαν όλοι μαζί με τη γιαγιά του. Ο καημένος ζούσε μόνος του με τρείς
γυναίκες, οι οποίες τον καταπίεζαν. Πιστεύω
πως το γράψιμο για αυτόν ήταν η μόνη διέξοδος. Τότε μόνο δε δεχόταν την πίεση
των άλλων.
«Ξέρεις, μου θυμίζει εσένα». Τι εννοείς ότι σου θυμίζει
εμένα; «Ξέρεις μωρέ, και εσύ όταν σε πιέζουν οι γονείς σου, δραπετεύεις μόνο όταν γράφεις ή διαβάζεις ή
ακούς μουσική. Δεν κάθεσαι σαν τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας σου πάλι στο
κινητό γράφοντας ότι σου είπαν οι άλλοι, πας και τα σκέφτεσαι μέσω της μουσικής
του γραψίματος και των βιβλίων». Δεν
ξέρεις τι λες Ισμήνη, είμαι σαν τα άλλα παιδιά τίποτα το διαφορετικό. Άντε
τελείωνε με τον Νίτσε να πάω σπίτι μου… «Ό,τι πεις». ….
Λοιπόν, αφού
εξετάστηκε από τον επιθεωρητή του Dom Gymnasium, στις 5 Οκτωβρίου, 1858 μπήκε στο Πφόρτα ένα από τα καλύτερα
κλασσικά σχολεία της Γερμανίας. Ήταν
πολύ καλός μαθητής και τότε ήταν που άρχισε να ασχολείται και με τη μουσική. O Νίτσε,
εκείνη την περίοδο, είχε έρθει κοντά με τη λογοτεχνία και εκτιμούσε πολύ το
έργο του Χέλντερλιν, του Ανακρέοντα και
του Σαίξπηρ. « Λογικό να τους
εκτιμούσε. Πες μου έναν που να μην το κάνει; «. « Πολλά παιδιά της ηλικίας σου
δεν ξέρουν καν ποιοί είναι…» Whatever, συνέχισε.
« Καλά. Κοίτα όλοι είχαν την εντύπωση ότι ο Νίτσε θα γίνει κληρικός, έλα, όμως,
που περίπου το 1862 άρχισε να αμφισβητεί τον Χριστιανισμό και δεν ήθελε πλέον
να γίνει κληρικός αλλά μουσικός!>>
Νομίζω ότι τον συμπαθώ όλο και πιο πολύ αυτόν, αλλά αρκετά με τα παιδικά
του χρόνια. Πάμε όταν
σπούδαζε! Πες μου μέρος και χρόνο. «Μπα δε βρίσκεις τόσο βαρετό το
Νίτσε τώρα;» Ωω… απλά θέλω να δω τι θα
κάνει τελικά, θα γίνει μουσικός; « Δε θα σου πω εγώ, πάμε να το δεις. Γράψε
1864, Πανεπιστήμιο Βόννης»
«Μάριον να σου παρουσιάσω το εξαίρετο, καταπληκτικό
Πανεπιστήμιο της Βόννης!». Τώρα εγώ θα
έπρεπε να ενθουσιαστώ επειδή…; «Επειδή το είπα πολύ ωραία και είναι εκεί που
σπούδασε ο Νίτσε και επειδή δεν πρέπει να χαλάσεις τον ενθουσιασμό μου;» Καλά,
αν είναι έτσι. ΟΥΑΟΥ, Ισμήνη, τι τέλειο που είναι!!!! «Πολύ καλύτερα. Λοιπόν, στο θέμα μας
τώρα. Ο Νίτσε το 1864, αφότου αποφοίτησε από το Πφόρτα, ξεκίνησε σπουδές κλασικής
φιλολογίας στο πανεπιστήμιο της Βόννης , ενώ παράλληλα γράφτηκε στο θεολογικό
τμήμα του πανεπιστημίου. Στη
Βόννη ο Νίτσε προσχώρησε στη φοιτητική αδελφότητα «Franconia »,
που αποτελούσε ένα είδος συνάθροισης φιλολόγων. Συνέχισε τις θεολογικές του
σπουδές μέχρι το Πάσχα του 1865, περίοδο κατά την οποία απέρριψε οριστικά τη
θρησκευτική πίστη»
Κάτσε, αυτός δεν ήταν που ήθελε να γίνει και κληρικός
κτλ; Τι συνέβη και άλλαξε όχι μόνο γνώμη αλλά και την πίστη του; Με τι
επιχειρήματα αιτιολογεί την απόφασή του ας πούμε; «Μάριον, στο πανεπιστήμιο,
όταν επέλεξε να γραφτεί στο θεολογικό τμήμα το έκανε, γιατί είχε ήδη κάποιες
αμφιβολίες για την πίστη και ήθελε να το ερευνήσει. Τώρα, το επιχείρημά του, όπως είπε και ο ίδιος,
είναι το εξής: «Κάθε αληθινή πίστη είναι αδιάψευστη, εκπληρώνει αυτό που ο
πιστός ελπίζει να βρει σ' αυτήν, δεν προσφέρει όμως ούτε το ελάχιστο έρεισμα
για τη θεμελίωση μιας αντικειμενικής αλήθειας. Θέλεις να επιδιώξεις ψυχική ηρεμία και ευτυχία, τότε
πίστευε, θέλεις να είσαι ένας απόστολος της αλήθειας, τότε αναζήτησέ την.» Ω…deep.
Έξυπνος και βαθυστόχαστος. Όσο πάει τον συμπαθώ όλο και πιο πολύ, πες μου ότι
ακούει και twenty one pilots να πάω να γίνω κολλητή του. «Ααχαχχα, θα θελες!
Δικός μου κολλητός είναι.» Δεν το σχολιάζω καν αυτό. «Και καλά θα κάνεις» .
Τέλος πάντων που
είχα μείνει; Α ναι! Το
επόμενο διάστημα αφοσιώθηκε στις φιλολογικές του σπουδές υπό την καθοδήγηση του
καθηγητή Φρίντριχ Βίλχελμ Ριτσλ, τον οποίο ακολούθησε το φθινόπωρο του 1865 στο
Πανεπιστήμιο της Λειψίας.» Τόσο καλός καθηγητής ήταν που τον ακολούθησε ο
Νίτσε; «Εσύ τι λες; Και τέλος πάντων μπορείς να σταματήσεις να με διακόπτεις;
Χάνω το ειρμό των σκέψεών μου» Καλά, καλά. « Ωραία. Ο Νίτσε το 1865 ήρθε σε
επαφή με το έργο του Σοπενχάουερ, το οποίο τον επηρέασε καθοριστικά. Εξίσου
μεγάλη επίδραση στη φιλοσοφική του σκέψη είχε το έργο του Φρίντριχ Άλμπερτ
Λάνγκε, Ιστορία του υλισμού το οποίο ο Νίτσε θεωρούσε ως το σημαντικότερο
φιλοσοφικό έργο των τελευταίων ετών. Έπειτα το 1867 κατατάχθηκε στο πυροβολικό σώμα του
Νάουμπουργκ, όπου διακρίθηκε και πιθανόν να αποκτούσε τον βαθμό του λοχαγού αν
δεν τραυματιζόταν σοβαρά. Τραυματισμός ο οποίος έδωσε τέλος στη στρατιωτική του
καριέρα. Επέστρεψε στο πανεπιστήμιο της Λειψίας, και παρέμεινε ως επί πληρωμή
φιλοξενούμενος του εκεί καθηγητή Φρίντριχ Καρλ Μπίντερμαν που ήταν και ο
εκδότης της εφημερίδας Deutsche Aligemeine Zeitung, όπου ο Νίτσε εργάστηκε ως
κριτικός όπερας. Παράλληλα προσελήφθη ως βιβλιοκριτικός του περιοδικού Literarisches
Zentralblatt. Κατά τη δεύτερη παραμονή του στη Λειψία, συναντήθηκε για πρώτη
φορά με τον Ρίχαρντ Βάγκνερ, γνωριμία που διατηρήθηκε τα επόμενα χρόνια και τον
επηρέασε σημαντικά, καθώς ο Βάγκνερ, του οποίου το έργο εκτιμούσε ιδιαίτερα ο
Νίτσε, αποτέλεσε ένα είδος πατρικής μορφής για εκείνον.» Μπορώ να μιλήσω τώρα; «Ναι» Γιατί όλους τους έλεγαν Φρίντριχ; Είναι κάτι
σαν το δικό μας Μαρία ή Γιώργος ένα πράμα; «Δεν απαντώ. Γράψε
τώρα Ελβετία 1879 να τελειώνουμε γιατί δεν αντέχεσαι» Καλά ντε, μια ερώτηση
έκανα η δύσμοιρη.
ΝΑΙ ΕΛΒΕΤΙΑ!
YES! Πάντα ήθελα να έρθω. Μπράβο, Ισμήνη! «Ναι, Μαρία-Νίκη,
να σου θυμίσω δεν ήρθαμε για ψώνια.» «Ποιός σου είπε ότι θέλω να ψωνίσω; Απλά
μ’ αρέσει πολύ αυτή η χώρα». «Τέλος
πάντων. Δες περάσαμε κάποια χρόνια για να έρθουμε εδώ στα τελευταία του Νίτσε,
γιατί σε καμιά ώρα έρχεται η μάνα σου και αν δει πως λείπεις ποιος την ακούει» Α,
καλή σκέψη. Πες μου τι χάσαμε, επειδή περάσαμε αυτά τα χρόνια. «Ε όχι και πολλά
που να σε νοιάζουν. Εσύ κράτα ότι ήταν καθηγητής στη Βασιλεία και αναγκάστηκε
να παραιτηθεί επειδή ήταν και είναι άρρωστος» Τι έπαθε καλέ; «Υπέφερε και
υποφέρει από ημικρανίες, που οφείλονταν σε βλάβη του αμφιβληστροειδούς και στα
δύο μάτια του» Α τον κακομοίρη… «Ναι… Τέλος πάντων, ας γυρίσουμε στο τώρα.
Ελβετία! Ο Νίτσε, πλέον απελευθερωμένος από τις ακαδημαϊκές υποχρεώσεις
του, πέρασε τα επόμενα χρόνια
ταξιδεύοντας συχνά σε πόλεις της Ελβετίας, της Γερμανίας ή της Ιταλίας
αναζητώντας κάθε φορά ένα αναζωογονητικό κλίμα που θα βοηθούσε να βελτιωθεί η
κατάσταση της υγείας του. Κατά διαστήματα επέστρεφε στο Νάουμπουργκ, όπου
επισκεπτόταν την οικογένειά του. Η περίοδος αυτή υπήρξε ιδιαίτερα παραγωγική
για τον Νίτσε, παρά τις κρίσεις της ασθένειάς του και τη βαριά κατάθλιψη στην
οποία υπέκυπτε κατά διαστήματα. Από το 1881, δημοσίευε ένα ολοκληρωμένο βιβλίο,
ή σημαντικό μέρος του, ανά έτος, μέχρι το 1888. Στο διάστημα αυτό ολοκλήρωσε
μερικά από τα σημαντικότερα έργα του, όπως η Αυγή (1881), η Χαρούμενη επιστήμη
(1882), Τάδε έφη Ζαρατούστρα (1883-85), Πέρα από το καλό και το κακό (1886) και
Η γενεαλογία της Ηθικής (1887). Τα τελευταία δημιουργικά του χρόνια συνέπεσαν
με την ολοκλήρωση και έκδοση των έργων Το λυκόφως των ειδώλων
(Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1888), Αντίχριστος (Σεπτέμβριος 1888), Ίδε ο άνθρωπος
(Οκτώβριος-Νοέμβριος 1888) και Νίτσε εναντίον Βάγκνερ (Δεκέμβριος 1888).»
Τελικά η κατάθλιψη και γενικά η ψυχική διαταραχή είναι
πηγή έμπνευσης για μεγάλες δημιουργίες, είτε αυτές είναι πίνακες είτε ποιήματα
είτε οτιδήποτε άλλο. «Ναι
δίκιο έχεις. Συμφωνούμε για πρώτη φορά.» ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΡΡΩΣΤΕΣ. «ΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!
Μπορεί. Ξέρεις ποιος άλλως είναι άρρωστος;» Ο Νίτσε προφανώς. «Σωστά! Κέρδισες
μπισκοτάκι. Ο Νίτσε στις 3 Ιανουαρίου 1889 υπέστη νευρική κατάρρευση, ενώ
βρισκόταν στην πλατεία Κάρλο Αλμπέρτο του Τορίνο.» Τι είδε καλέ και τον τάραξε
τόσο; «Βασικά τίποτα το ιδιαίτερο. Ο Νίτσε απλά είδε έναν αμαξά να μαστιγώνει
το άλογό του και τότε με δάκρυα στα μάτια τύλιξε τα χέρια του γύρω από το λαιμό
του αλόγου για να καταρρεύσει αμέσως μετά.» Αχ, ο καλός μου! Λυπήθηκε το
κακόμοιρο το ζώο! Έπρεπε να παίξει και κάνα μπουνίδι στον αμαξά να μάθει. «Το
αβίαστο πνεύμα σου με σκοτώνει.» Μα, μα, μα… «Μαμούνια. Σκάσε και άκου.» Καλάαα…
«
Ο φίλος μας τις 10 Ιανουαρίου μεταφέρθηκε σε ψυχιατρική
κλινική της Βασιλείας και λίγες ημέρες αργότερα, κατόπιν επιθυμίας της μητέρας
του, σε κλινική της Ιένας, όπου οι γιατροί διέγνωσαν ’’παραλυτική ψυχική
διαταραχή’’ . Ο λόγος του
ήταν παραληρηματικός και τον διακατείχαν παραισθήσεις μεγαλείου, κατά τις
οποίες αυτοαποκαλείται δούκας του Κάμπερλαντ, Κάιζερ ή Φρειδερίκος Γουλιέλμος
Δ΄, συνοδευόμενες συχνά από περιστατικά βίαιης συμπεριφοράς. Στις 24 Μαρτίου
1890 πήρε εξιτήριο από την κλινική και λίγο αργότερα αναχώρησε μαζί με τη
μητέρα του για το Νάουμπουργκ.» Τελικά οι πιο σπουδαίοι άνθρωποι στο τέλος
τρελαίνονται, όπως ο Kurt Cobain, o Chris Cornell και άλλοι τόσοι. Αδικία,
μεγάλη αδικία. «Τιτανομεγιστοτεράστια αδικία βασικά.» Μην μου κλέβεις τις
λέξεις μου, αλά όπως και να έχει συμφωνώ. Συνέχισε θέλω να μάθω και άλλα.
«Την ίδια περίοδο η ζήτηση για τα βιβλία του αυξήθηκε
σημαντικά. Η αδελφή του, Ελίζαμπεθ, ματαίωσε τα
σχέδια για μία έκδοση με τα άπαντα του Νίτσε σε επιμέλεια του Πίτερ Γκαστ,
επειδή επιθυμούσε να είναι εκείνη η βιογράφος του αδελφού τη. Τον Δεκέμβριο του
1895 εξασφάλισε επίσης όλα τα δικαιώματα των έργων του Νίτσε, που μέχρι
πρότινος κατείχε η μητέρα τους. Μετά τον θάνατο της μητέρας του το 1897, ο
Νίτσε έζησε στη Βαϊμάρη μαζί με την αδελφή του. Το καλοκαίρι του 1898 υπέστη
ελαφρύ εγκεφαλικό που οδήγησε στην επιδείνωση της κατάστασής του. Τον επόμενο
χρόνο ακολούθησε ένα ακόμα σοβαρότερο εγκεφαλικό επεισόδιο και στις 25
Αυγούστου 1900 πέθανε από πνευμονία σε ηλικία 55 ετών. Τα συμπτώματά του οδήγησαν
στο συμπέρασμα πως η ασθένειά του ήταν συφιλιδική (αυτή ήταν η αρχική διάγνωση
στις κλινικές της Βασιλείας και της Ιένας), ωστόσο παραμένουν αδιευκρίνιστα τα
ακριβή αίτια της διαταραχής του.» Πέθανε μικρός, φαντάσου πόσο ακόμα θα
μπορούσε να προσφέρει… Να σου πω είσαι, πόση ώρα μας έχει μείνει; «30 λεπτά
ακόμη. Γιατί;» Είσαι να πάμε να τον συναντήσουμε; «ΚΑΙ ΤΟ ΡΩΤΑΣ;» Ωραία πάμε
σπίτι του. «Προτού πάμε, βάλε τα ρούχα του Στέργου, γιατί δεν νομίζω να χαρεί να
δει κοπέλα μπροστά του πόσο μάλλον να της μιλήσει» Σωστή. Ντύνομαι και πάμε να
τον βρούμε.
Μαρία Νίκη Χατζαντώνη,
Γ5