Την εποχή του ΄60-70 οι γάμοι γίνονταν από προξενιό. Το προξενιό ξεκινούσε πάντα από την οικογένεια της νύφης, γιατί ήταν υποτιμητικό ο νέος να ζητήσει σε γάμο το κορίτσι.
Αν κάποιος είχε ένα κορίτσι έστελνε την προξενήτρα στην οικογένεια του αγοριού και εκείνη έβαζε το «αλάτι και το πιπέρι». Τι εννοούμε με αυτό; Αν η κοπελίτσα δεν ήταν τόσο όμορφη ή είχε κάποιο κουσούρι, η προξενήτρα την έκανε κούκλα… Αυτό βέβαια γινόταν και από την άλλη πλευρά. Μάλιστα για να κάνουν το προξενιό πάντα διάλεγαν την πιο καλή προξενήτρα, που ήταν η πιο καπάτσα
Οι οικογένειες κάνανε τραπέζι ή πήγαινε ο γαμπρός και η νύφη για να γνωριστούνε μεταξύ τους τα πεθερικά. Εκεί γίνονταν και το προικοσύμφωνο ή από τη μεριά του γαμπρού ή από τη μεριά της νύφης. Τότε όμως η νύφη έπρεπε να είχε την προίκα ό γαμπρός θα έπαιρνε σπίτι, υφαντά, τραπεζομάντηλα, χρήματα και ζώα.. Το νυφοστόλι κρατούσε 3 μέρες εκεί έκαναν στολισμό σπιτιού και τα προικιά του γαμπρού.
Έπειτα κάνανε τις τοπικές παραδόσεις πήγαιναν με γλυκά και καλούσαν τον κόσμο(δεν υπήρχαν έτοιμα γλυκά τότε).Στην συνέχεια μοίραζαν κουραμπιέδες σε όλους τους γνωστούς και ήταν και το κάλεσμα για το γάμο. Ο γαμπρός τον «χαλούσε», τον έκοβε και μοίραζε στον κόσμο που βρισκόταν σπίτι του. Και η νύφη και ο γαμπρός πήγαιναν με μουσικά όργανα ανάλογα με την οικονομική τους άνεση. Ο αντίγαμος : την άλλη μέρα πήγαιναν οι γονείς της νύφης και του γαμπρού και έτρωγαν σούπα.
Το πιο σημαντικό ήταν ότι η νύφη δεν έπρεπε να βγει από το σπίτι για 3 μέρες. Έπειτα πήγαιναν στην εκκλησία. Ο παπάς γνώριζε ότι υπάρχει ένα νιόπαντρο ζευγάρι και τους έδινε το πρώτο αντίδωρο. Αυτό είναι το λεγόμενο «κώτικο προξενιό»!
Νομική Καρπάθιου, Γ2
Το προξενιό δεν ήταν άλλο παρά οι μεθοδευμένες ενέργειες από την πλευρά των οικείων της νύφης για να ζητήσουν τον γαμπρό. Την πρωτοβουλία έπαιρναν οι εξ επαγγέλματος «προξενήτρες» συνήθως γυναίκες με χαρισματικές ικανότητες ή και κάποιος συγγενής, ύστερα από εντολή του πατέρα της κόρης, που είχε και το γενικό πρόσταγμα για την επιλογή του συντρόφου της θυγατέρας του.
Όλες οι κινήσεις μέχρι να τα «ξεσπάσουν» ήταν προσεκτικές τόσο από πλευράς προξενητάδων όσο και από τους οικείους. Ονόματα κτυπητά σε κάθε χωριό που έπαιζαν αυτό το ρόλο με ειδικά προσόντα, άφησαν εποχή. Αν όλα πήγαιναν καλά, η προξενήτρα αμοιβόταν πλουσιοπάροχα χρηματικά και με «μποξαλίκια» από τη νύφη. Δεν ήταν σπάνια τα περιστατικά που προσπαθώντας για τους άλλους φρόντιζε καμμιά φορά και για τον εαυτό της, αν ο υποψήφιος ενέπιπτε στα ενδιαφέροντά της. Γι αυτό και έλεγαν «Λεύτερος προξενητής για ελόγου του γυρέβγει».
Οι μαγικές και δεισιδαίμονες πράξεις για να «πιάσει» το προξενιό άνηκαν στην αποκλειστικότητα της προξενήτρας. Με απόλυτη μυστικότητα μετά από τις απαραίτητες βολιδοσκοπήσεις, έφτανε στο σπίτι του υποψήφιου γαμπρού συνήθως νύχτα με το φαναράκι, μπαίνοντας πάντα με το δεξί πόδι και προσέχοντας να μη σβήσει το φαναράκι στη διαδρομή ή να μη σκοντάψει πουθενά και πάει πίσω η δουλειά.
Όλα αυτά είχαν και την εύθυμη πλευρά τους στις μικρές κοινωνίες των χωριών μας που σε περίπτωση αποτυχίας «ποστρεφάρι», το θέμα, το θέμα διέρρεε και έβγαινε «έκτακτο δελτίο» στους καφενέδες.. Όσο για το διασκεδαστικό μέρος μετά το «ξέσπασμα» και την παράδοση του πιττακίου - προσυμφώνου του προικοσυμφώνου - στην οικογένεια του γαμπρού περιοριζόταν μόνο μεταξύ των οικείων που απολάμβαναν μαζί με τη μεγάλη χαρά και τα ορεκτικά καρυκεύματα από τις σπιτίσιες οικονομίες της «συμπεθέρας». Μετά την επιστροφή των εκπροσώπων της νύφης πατέρα, αδελφού ή θείου με τη συναίνεση και του γαμπρού οριζόταν η ημερομηνία για την τέλεση του αρραβώνα και την επισημοποίηση του γεγονότος.
Σέβη Παρβέρη, Γ4
(πληροφορίες και από το βιβλίο «Κωακές καταγραφές από το χθές» του Θανάση Η. Γιωργαλλή)
Αν κάποιος είχε ένα κορίτσι έστελνε την προξενήτρα στην οικογένεια του αγοριού και εκείνη έβαζε το «αλάτι και το πιπέρι». Τι εννοούμε με αυτό; Αν η κοπελίτσα δεν ήταν τόσο όμορφη ή είχε κάποιο κουσούρι, η προξενήτρα την έκανε κούκλα… Αυτό βέβαια γινόταν και από την άλλη πλευρά. Μάλιστα για να κάνουν το προξενιό πάντα διάλεγαν την πιο καλή προξενήτρα, που ήταν η πιο καπάτσα
Οι οικογένειες κάνανε τραπέζι ή πήγαινε ο γαμπρός και η νύφη για να γνωριστούνε μεταξύ τους τα πεθερικά. Εκεί γίνονταν και το προικοσύμφωνο ή από τη μεριά του γαμπρού ή από τη μεριά της νύφης. Τότε όμως η νύφη έπρεπε να είχε την προίκα ό γαμπρός θα έπαιρνε σπίτι, υφαντά, τραπεζομάντηλα, χρήματα και ζώα.. Το νυφοστόλι κρατούσε 3 μέρες εκεί έκαναν στολισμό σπιτιού και τα προικιά του γαμπρού.
Έπειτα κάνανε τις τοπικές παραδόσεις πήγαιναν με γλυκά και καλούσαν τον κόσμο(δεν υπήρχαν έτοιμα γλυκά τότε).Στην συνέχεια μοίραζαν κουραμπιέδες σε όλους τους γνωστούς και ήταν και το κάλεσμα για το γάμο. Ο γαμπρός τον «χαλούσε», τον έκοβε και μοίραζε στον κόσμο που βρισκόταν σπίτι του. Και η νύφη και ο γαμπρός πήγαιναν με μουσικά όργανα ανάλογα με την οικονομική τους άνεση. Ο αντίγαμος : την άλλη μέρα πήγαιναν οι γονείς της νύφης και του γαμπρού και έτρωγαν σούπα.
Το πιο σημαντικό ήταν ότι η νύφη δεν έπρεπε να βγει από το σπίτι για 3 μέρες. Έπειτα πήγαιναν στην εκκλησία. Ο παπάς γνώριζε ότι υπάρχει ένα νιόπαντρο ζευγάρι και τους έδινε το πρώτο αντίδωρο. Αυτό είναι το λεγόμενο «κώτικο προξενιό»!
Νομική Καρπάθιου, Γ2
Το προξενιό δεν ήταν άλλο παρά οι μεθοδευμένες ενέργειες από την πλευρά των οικείων της νύφης για να ζητήσουν τον γαμπρό. Την πρωτοβουλία έπαιρναν οι εξ επαγγέλματος «προξενήτρες» συνήθως γυναίκες με χαρισματικές ικανότητες ή και κάποιος συγγενής, ύστερα από εντολή του πατέρα της κόρης, που είχε και το γενικό πρόσταγμα για την επιλογή του συντρόφου της θυγατέρας του.
Όλες οι κινήσεις μέχρι να τα «ξεσπάσουν» ήταν προσεκτικές τόσο από πλευράς προξενητάδων όσο και από τους οικείους. Ονόματα κτυπητά σε κάθε χωριό που έπαιζαν αυτό το ρόλο με ειδικά προσόντα, άφησαν εποχή. Αν όλα πήγαιναν καλά, η προξενήτρα αμοιβόταν πλουσιοπάροχα χρηματικά και με «μποξαλίκια» από τη νύφη. Δεν ήταν σπάνια τα περιστατικά που προσπαθώντας για τους άλλους φρόντιζε καμμιά φορά και για τον εαυτό της, αν ο υποψήφιος ενέπιπτε στα ενδιαφέροντά της. Γι αυτό και έλεγαν «Λεύτερος προξενητής για ελόγου του γυρέβγει».
Οι μαγικές και δεισιδαίμονες πράξεις για να «πιάσει» το προξενιό άνηκαν στην αποκλειστικότητα της προξενήτρας. Με απόλυτη μυστικότητα μετά από τις απαραίτητες βολιδοσκοπήσεις, έφτανε στο σπίτι του υποψήφιου γαμπρού συνήθως νύχτα με το φαναράκι, μπαίνοντας πάντα με το δεξί πόδι και προσέχοντας να μη σβήσει το φαναράκι στη διαδρομή ή να μη σκοντάψει πουθενά και πάει πίσω η δουλειά.
Όλα αυτά είχαν και την εύθυμη πλευρά τους στις μικρές κοινωνίες των χωριών μας που σε περίπτωση αποτυχίας «ποστρεφάρι», το θέμα, το θέμα διέρρεε και έβγαινε «έκτακτο δελτίο» στους καφενέδες.. Όσο για το διασκεδαστικό μέρος μετά το «ξέσπασμα» και την παράδοση του πιττακίου - προσυμφώνου του προικοσυμφώνου - στην οικογένεια του γαμπρού περιοριζόταν μόνο μεταξύ των οικείων που απολάμβαναν μαζί με τη μεγάλη χαρά και τα ορεκτικά καρυκεύματα από τις σπιτίσιες οικονομίες της «συμπεθέρας». Μετά την επιστροφή των εκπροσώπων της νύφης πατέρα, αδελφού ή θείου με τη συναίνεση και του γαμπρού οριζόταν η ημερομηνία για την τέλεση του αρραβώνα και την επισημοποίηση του γεγονότος.
Σέβη Παρβέρη, Γ4
(πληροφορίες και από το βιβλίο «Κωακές καταγραφές από το χθές» του Θανάση Η. Γιωργαλλή)