Άλλη μια χρονιά για την Κινηματογραφική Λέσχη ξεκίνησε χτες. Κυριακή απόγευμα ήταν η πρώτη συνάντηση μας με τα μέλη της λέσχης και παρακολουθήσαμε την γαλλική ταινία La Famille Belier. Ευχόμαστε να έχουμε μια δυναμική και ουσιαστική χρονιά και φέτος!!Ακολουθούν οι σκέψεις και οι κριτικές των παιδιών!
Η ταινία στην πρωταγωνιστεί η οικογένεια Μπελιε είναι
άκρως συγκινητική, κοινωνική, οικογενειακή, διαχρονική. Πρόκειται για μια οικογένεια κωφαλάλων
με μοναδικό άτομο την Πώλα την κόρη τους, που δεν αντιμετωπίζει κάποιο
πρόβλημα. Η ταινία δεν αφήνει κανένα ασυγκίνητο, μικρό και μεγάλο. Οι μικροί
γιατί μπαίνουν στη θέση της πρωταγωνίστριας, αφού όλοι μας θέλουμε να ανοίξουμε
τα φτερά μας και να πετάξουμε όσο πιο κοντά στους στόχους μας, αφήνοντας όμως
μακριά την οικογένειά μας. Ειδικά όταν με αυτή την οικογένεια είσαι τόσο
δεμένος, τόσο αγαπημένος , τόσο εξαρτημένος από τη φροντίδα και τη στοργή που
εναλλάσσεται στα πρόσωπα της ταινίας τότε ο αποχωρισμός γίνεται ακόμα πιο
δύσκολος. Ίσως και λίγο
παραπάνω, εξαιτίας της ιδιαιτερότητας
των γονιών. Αντιδρούν έτσι γιατί δε θα "έχαναν" το παιδί τους μόνο,
αλλά το μέσο επικοινωνίας με τον κόσμο γύρω τους. Πρακτικά θέματα, οικονομικά,
απλά καθημερινά , τόσο στη δουλειά αλλά και στο σπίτι, θα τους δυσκόλευαν
πλέον. Γενικά, όταν ένα παιδί εγκαταλείψει το σπίτι, την οικογένεια, την ασφάλεια
και την όποια φροντίδα του προσφέρουν , οι γονείς αντιδρούν. Τα συναισθήματα είναι αντιφατικά. Χαράς
και λύπης γιατί, θέλεις να "πετάξει" με τα δικά του φτερά, να γίνει
αυτόνομος, να ανοίξει τους ορίζοντές του, να ανεξαρτητοποιηθεί αλλά από την
άλλη όμως δεν γίνεται να μην σου λείπει,να νοιάζεσαι και να ανησυχεις διαρκώς,
γιατί για τους γονείς δεν αλλάζει ΠΟΤΕ η ιδιότητά τους. Είναι πάντα το παιδί
τους όσο και να μεγαλώσει.
Νικολέτα Κανδυλάκη, Γ2
Η συγκεκριμένη
ταινία είχε αρκετά πράγματα και στιγμές που μου έκαναν εντύπωση! Ένα από αυτά
είναι ότι οι πρωταγωνιστές άλλαζαν χαρακτήρα! Για παράδειγμά ο καθηγητής της μουσικής
αρχικά ήταν ένας σνομπ, χωρίς τρόπους άνθρωπος που μισεί την δουλειά του και απαξιώνει
την παρούσα θέση του στο σχολείο ενός χωριού με ατάλαντα παιδιά όπως ο ίδιος
λέει στην αρχή της ταινίας, αργότερα όμως βλέπουμε μετατρέπεται σε έναν άνθρωπο
που προσπαθεί να βοηθήσει και να εμψυχώσει την Paula. Ακόμη, το αγόρι ενώ στην
αρχή προσελκύει το κορίτσι μετατρέπεται σε ένα αγενές αγόρι , από υποστηρικτικός
φίλος σε ζηλιάρη αντίπαλο και στην συνέχεια το αγόρι της πρωταγωνίστριας!
Επίσης, οι γονείς που στην αρχή έτρεμαν στην ιδέα πως θα έφευγε η κόρη τους στο
τέλος χαρήκανε περισσότερο από εκείνη! Επιπλέον, κατά την διάρκεια της ταινίας
παρατήρησα πως η Paula ενώ μας συστήθηκε σαν ένας δυνατός χαρακτήρας αρκετές φορές
"λύγιζε" αφού ντρεπόταν στο σχολείο να συναντήσει το αγόρι και να
τραγουδήσει! Προσπαθούσε να βοηθήσει την οικογένεια της όμως δεν μετέφραζε
πάντα σωστά αυτά που της έλεγαν. Ένα άλλο θετικό που είχε η ταινία ήταν η σωστή
επιλογή τραγουδιών! Η ερμηνεία των τραγουδιών ξεκουράζουν τους θεατές όμως
παράλληλα οι στίχοι κάνουν την ταινία ακόμα πιο συγκινητική! Όπως κάθε ταινία
έτσι και αυτή είχε ένα αρνητικό στοιχείο! Υπήρχε μια μικρή υπερβολή όσον αφορά
τους γονείς και την μερικές φορές "ανώριμη" συμπεριφορά τους!
Κατερίνα
Λαμπροπούλου, Γ6
Η οικογένεια
Μπελιέ μας μεταφέρει στον κόσμο των κωφάλαλων με έναν χιουμοριστικό, αλλά
ταυτόχρονα και με έναν πολύ συγκινητικό τρόπο! Η Πώλα, δυστυχώς για τη μητέρα
της (;;;), είναι το μοναδικό άτομο από αυτήν τη τετραμελή οικογένεια που
έχει την ικανότητα να μιλήσει και να ακούσει. Όμως η ικανότητα αυτή της
δημιουργεί πολλές ευθύνες, καθώς πρέπει να λειτουργεί ως διερμηνέας της
οικογένειας, να φροντίζει τη φάρμα και παράλληλα να πηγαίνει καθημερινά στο
σχολείο.
Μέχρι που
κάποια στιγμή η ζωή της αλλάζει εντελώς. Συμμετέχοντας στη χορωδία του
σχολείου, ανακαλύπτει το ταλέντο της στη μουσική, το στολίδι του λαιμού της
όπως αναφέρει ο δάσκαλος της μουσικής. Έτσι ο δάσκαλος της μουσικής της
θα της προτείνει να συμμετέχει σε έναν διαγωνισμό στο Παρίσι. Εκείνη όμως
αρνείται, διότι ότι νιώθει ότι είναι υπεύθυνη για την οικογένειά της και η
υπερπροστατευτικότητα της μητέρας της κυρίως την απωθεί ακόμα περισσότερο. Όμως
ο Γκάμπριελ, τον οποίο ερωτεύεται η Πώλα, μέσα από τις πρόβες της χορωδίας μια
και κάνουν ντουέτο, και η μοναδική της φίλη τη μεταπείθουν, γιατί καταλαβαίνουν
ότι “πνίγεται” σε αυτήν την οικογένεια που “δεν την αφήνει να πετάξει” και δεν
μπορεί να ακολουθήσει τα όνειρά της. Δυστυχώς η οικογένειά δεν φαίνεται να
ενθουσιάζεται καθόλου με την ιδέα αυτή. Η μητέρα της δηλώνει ότι όταν έμαθε πως
η Πώλα ήταν φυσιολογική, ή μάλλον αυτό που έχει ορίσει η κοινωνία ως
“φυσιολογικό”, στενοχωρήθηκε και ο άντρας της, ο πατέρας της Πώλα, την
ενθάρρυνε. Το ότι τραγουδούσε την έκανε να ωρύεται και να λυπάται ακόμα
περισσότερο
Αλλά μετά τη
μουσική παράσταση της χορωδίας, η στάση των γονιών της και κυρίως του πατέρα
της διαφοροποιείται. Πέρα από την καταπληκτική ερμηνεία όλων των μελών της
χορωδίας των τραγουδιών του Μισέλ Σαρντού, το εκπληκτικό ντουέτο του Γκαμπριέλ
και της Πώλα, που δεν ακούσαμε -παρόλα αυτά συνεχίζω να επιμένω πως ήταν
εκπληκτικό (;;;)-, γιατί ο σκηνοθέτης μας έβαλε στην θέση των γονιών της. Κατά
τη διάρκεια του τραγουδιού είδαν και είδαμε, ως κωφοί και εμείς, θεατές να
δακρύζουν, ενώ μόλις τέλειωσαν ένα τεράστιο πλήθος σηκώνεται και χειροκροτά,
γιατί κι οι δυο τους κάνουν θαύματα στη μουσική. Και εγώ, ως κωφός
θεατής, εξαιτίας του σκηνοθέτη, να στενοχωριέμαι που δεν άκουσα αυτά τα
“θαύματα”... Τελικά οι γονείς της τής επέτρεψαν τη συμμετοχή της στο διαγωνισμό
και κατά τη διάρκεια που τραγουδούσε η Πώλα το τραγούδι του Μισέλ Σαρντού “Je
vole” (=πετώ) αρχίζει και κάνει μετάφραση στη νοηματική τους στίχους στους
γονείς την αφήσουν να “πετάξει” εκεί που είναι τα όνειρά της, μακρυά τους….
Αγαπητοί μου
γονείς, φεύγω
Σας αγαπώ, μα
φεύγω
Δεν θα έχετε
πλέον παιδιά
Απόψε
Δεν δραπετεύω,
πετώ
Καταλάβετε το καλά,
πετώ
Χωρίς καπνό,
χωρίς αλκοόλ
Πετώ, πετώ
Με παρατηρούσε
χθές
Ανήσυχη,
προβληματισμένη, η μητέρα μου
Σαν να το είχε
αισθανθεί
Πράγματι,
αμφέβαλε
Άκουγε
Είπα ότι ήμουν
καλά
Όλα έμοιαζαν
γαλήνια
Έκανε σαν να
μη συνέβη τίποτα
Και ο
αβοήθητος πατέρας μου
χαμογέλασε
Μην
επιστρέψεις
Απομακρύνσου
λίγο ακόμα
Υπάρχει ένας
σταθμός, άλλος ένας σταθμός
Και τελικά ο
Ατλαντικός
Αγαπητοί μου
γονείς, φεύγω
Σας αγαπώ, μα
φεύγω
Δεν θα έχετε
πλέον παιδιά
Απόψε
Δεν δραπετεύω,
πετώ
Καταλάβετε το
καλά, πετώ
Χωρίς καπνό,
χωρίς αλκοόλ
Πετώ, πετώ
Στο δρόμο ρωτώ
τον εαυτό μου
αν οι γονείς
μου υποψιάζονται
ότι τα δάκρυά
μου έχουν βυθίσει
τις υποσχέσεις
και την επιθυμία να προχωρώ
Στη ζωή μου να
πιστεύω μόνο
ό,τι μου είχε
υποσχεθεί
Γιατί, πού και
πώς
Μέσα σε αυτό
το τρένο που απομακρύνεται
κάθε στιγμή
Είναι
παράξενο, αυτό το κλουβί
που εμποδίζει
το στήθος μου
Δεν μπορώ να
αναπνεύσω πια
Με εμποδίζει
στο να τραγουδώ
Αγαπητοί μου
γονείς, φεύγω
Σας αγαπώ, μα
φεύγω
Δεν θα έχετε
πλέον παιδιά
Απόψε
Δεν δραπετεύω,
πετώ
Καταλάβετε το
καλά, πετώ
Χωρίς καπνό,
χωρίς αλκοόλ
Πετώ, πετώ
Λαλαλαλα...
Πετώ
Πετώ
Κατερίνα Παπαδάκη, απόφοιτος, μαθήτρια Α λυκείου