Λίγο πριν την εκπνοή του καλοκαιριού και το άνοιγμα των σχολείων δημοσιεύουμε περσινές εργασίες των μαθητών του λυκείου της Αντιμάχειας. Τις εργασίες έστειλε η συνάδελφος και φίλη κ.Κυριακή Μαργαρίτη.Την ευχαριστούμε πολύ για την ευγενική παραχώρηση!
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Παντού βλέπω το πρόσωπο του νεκρού πια πολυαγαπημένου μου Αίμονα. Δάκρυα κατακλύζουν την ψυχή μου και μια απέραντη θλίψη με περιβάλλει. Πώς είναι δυνατόν; Δεν μπορώ να το πιστέψω! Πώς να αντέξει μια μάνα τον άδικο χαμό του γιου της; Δεν έχουν περάσει παρά μόνο λίγα λεπτά από την ώρα που έφτασε στα αυτιά μας η θλιβερή είδηση ότι το ίδιο του το ξίφος του στέρησε τη ζωή. Ακόμα ακούω τη φωνή του, ακόμα νιώθω τα χέρια του να μ’ αγκαλιάζουν. Σαν παραίσθηση νομίζω πως εξακολουθεί να είναι δίπλα μου. Λες κι ήταν ένα όνειρο κακό, ένας εφιάλτης, λες και τώρα θα μπει ξανά από την πόρτα του δωματίου. Ασυναίσθητα ψιθυρίζω «γιατί;»…
Επειδή δεν την αντέχω τη σιωπή πρέπει να τη σπάσω, με πνίγει και χάνομαι μέσα στη νεκρική σιγή. Καλύτερα να είχα φύγει εγώ παρά να χάσω το παιδί μου. Αν δε χανόταν η Αντιγόνη, δε θα είχαμε φτάσει τώρα σε τέτοιο σημείο. Χτυπημένη όμως ήταν από τη μοίρα, πόσα ν’ αντέξει εξάλλου; Η φυλακή δεν είναι εύκολο πράγμα. Αχ κοριτσάκι μου, χάθηκες κι εσύ και πήρες μαζί σου άθελά σου και το παιδί μου. Τουλάχιστον ο Αίμονας ξέρω πως θα σου κρατάει το χέρι εκεί στον Άδη, ξέρω πως θα είστε ευτυχισμένοι μαζί, ξέρω πως δε θα φοβάστε πια γιατί θα έχετε ο ένας τον άλλο.
Ήρθε λοιπόν κι η ώρα η δική μου να έρθω να σας συναντήσω. Δεν μου μένουν πολλά εμένα εδώ πάνω. Το ξέρω πως θα με πουν δειλή, αδύναμη και άλλα πολλά∙ μα κανείς δεν μπορεί να νιώσει τον πόνο μου. Κι αν κάποτε διαβάσει κανείς αυτή την τελευταία σελίδα, να ξέρεις αναγνώστη, δεν είναι με μελάνι γραμμένες αυτές οι λέξεις μα με δάκρυα και αίμα, με πόνο και ψυχή.
Φεύγω, λοιπόν, γιατί ο πόνος έγινε μαχαίρι που σταμάτησε τους κτύπους της καρδιάς μου. Πάω να βρω την ευτυχία δίπλα στο παιδί μου. Ελπίζω κανείς να μην περάσει τη στενοχώρια και τον πόνο τον δικό μου, αλλά ακόμη κι αν έρθουν δύσκολες στιγμές, κανείς να μην επιλέξει το τέλος το δικό μου. Η ζωή είναι ωραία κι ας έχει και τις άσχημες πλευρές της. Αξίζει για να ζήσει κανείς έστω και μια στιγμή που αργότερα θα του μείνει αξέχαστη σαν ανάμνηση. Απολαύστε την όσο περισσότερο μπορείτε, πιείτε μέχρι και την τελευταία της σταγόνα… Αντίο.
Ευρυδίκη
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Είναι η τελευταία φορά που σου γράφω, γιατί σε λίγες ώρες θα βρίσκομαι στον κάτω κόσμο συντροφιά με τον πολυαγαπημένο μου Πολυνείκη. Δε μετανιώνω για την απόφασή μου να θάψω τον αδερφό μου. Τώρα όμως που βρίσκομαι τόσο κοντά στο θάνατο συνειδητοποιώ πόσα χάνω. Δεν θα κάνω ποτέ δική μου οικογένεια ούτε θα νιώσω τη χαρά της μητρότητας. Δεν θα έχω ποτέ την ευκαιρία να ζήσω μια φυσιολογική ζωή.
Αν οι θεοί θεωρούν δίκαιο να βρω το θάνατο ως αντάλλαγμα της πίστης και της αφοσίωσης στον αδερφό μου, ας γίνει έτσι. Το μόνο που μου δίνει κουράγιο αυτήν την κρίσιμη ώρα είναι η χαρά της αντάμωσης με τους γονείς μου, που βρήκαν ατιμωτικό θάνατο εξαιτίας των συμφορών που έπληξαν την οικογένειά μου.
Σε λίγο εγκαταλείπω τα εγκόσμια αφήνοντας πίσω την δύστυχη Ισμήνη να αντιμετωπίσει μόνη της τον σκληρό Κρέοντα και τον αγαπημένο μου Αίμονα να μαζέψει τα κομμάτια του ανεκπλήρωτου έρωτά μας.
Μη γελιέσαι όμως, δεν μετανιώνω ούτε στιγμή για τα πεπραγμένα. Παρόλο που το τίμημα είναι η ίδια μου η ζωή, εγώ τίμησα το νεκρό αδερφό μου. Το τέλος είναι πια κοντά. Το χάδι του θανάτου ήδη με τυλίγει.
Αντιγόνη
Και μια εργασία από την Α Λυκείου .Τι θα έγραφε η Αρετούσα για τον Ερωτόκριτο γνωρίζοντας ότι είναι εξόριστος και δε θα τον ξαναδεί ποτέ; Η εργασία γράφτηκε την ώρα του μαθήματος.
(Ερωτόκριτος: Το γράφει η Αρετούσα ενώ βρίσκεται στο κελί της)
Ξημέρωσε άλλη μια μέρα σε τούτο το κελί
που οι ώρες δεν περνούνε και μένω μοναχή.
Η πίεση μεγάλη κι ο πόνος δυνατός
μου’ λείπει ο ’Ρωτόκριτος, πού να’ ναι τώρα αυτός;
Μια στιγμή πριν ακόμα σβήσω και χαθώ
τα μάτια του ζητάω απ’ το θεό να δω.
Νομίζω δεν αντέχω, νομίζω δεν μπορώ
σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο τι κάνω τώρα εγώ;
Τα δάκρυα κυλούνε απ’ τα μάτια μου καυτά
’γω ’θε να τον φιλήσω ακόμα μια φορά.
Μ’ αν Θεέ μου αν λυγίσω και σπάσω σα γυαλί
πώς θα’ ρθει εκείνη η μέρα που θα’ μαστε μαζί;
Γι’ αυτό εγώ θα μείνω, θα μείνω δυνατή
ώστε να περιμένω η αγάπη μου να ξαναρθεί.
Τι σημασία έχει μέσα ή έξω από εδώ
ή αν το φως του ήλιου ποτέ δεν ξαναδώ;
Κάθε μου σκέψη στη ματιά του μια ηλιαχτίδα
κάθε ανάσα που είχα κοντά του μια νέα ελπίδα,
δεν βλέπω πια τ’ αστέρια μήτε τον ουρανό
το πρόσωπό του τάχα σε γαλάζιο ωκεανό.
Γι’ αυτό μια ευχή, μονάχα μια ευχή
αν μ’ αγαπάει κάπου έξω εκεί
καβαλάρης σ’ άσπρο άλογο να έρθει να με πάρει
να ζήσουμε για πάντα κάπου στο φεγγάρι!
Λ. Κ.
(όταν ήταν μαθήτρια του Α΄ 2 στο ΓΕΛ. Αντιμάχειας)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου