Αγαπητή μου Μαίρη,
με το λιγοστό φως του φεγγαριού σου γράφω αυτό το
γράμμα, ώστε να σου περιγράψω την κατάσταση που υπάρχει εδώ στο Μεσολόγγι.
Όπως θα ξέρεις και από τα προηγούμενα γράμματα μου
τα πράγματα δεν είναι και τόσο καλά και μέρα με τη μέρα χειροτερεύουν. Από που
να πρωτοξεκινήσω; Από την πείνα που υπάρχει ή από την έλλειψη πολεμοφοδίων; Δεν
ξέρω ποιο είναι το χειρότερο. Βλέπω παιδιά μπροστά στα μάτια μου να πεθαίνουν,
επειδή οι γονείς τους δεν μπορούν να κάνουν τίποτα, ώστε να τους διαθέσουν λίγο
φαγητό. Όμως, δεν είναι μόνο αυτά που πεθαίνουν, αλλά και άνθρωποι που πολεμούν
στη μάχη. Χθες μάλιστα πάνω στα χέρια μου σκοτώθηκε ο Πέτρος, ο καλύτερος μου
φίλος. Τώρα που το διαβάζεις ίσως να μην αντιλαμβάνεσαι την τραγικότητα της
κατάστασης, γιατί δεν βρίσκεσαι εδώ να τα ζεις όλα αυτά.
Παρ'όλα αυτά, Μαίρη, να είσαι σίγουρη πως δεν
χάνουμε την ελπίδα μας! Νιώθουμε ελεύθεροι και αυτό είναι που μας κρατάει μέχρι
τώρα ζωντανούς! Μάλιστα, έχουμε ένα σχέδιο, ώστε να ξεφύγουμε από εδώ. Έχουμε
πολλές πιθανότητες να πεύχει και αν πετύχει, θα έρθω κατευθείαν στην Αθήνα να
σε βρω και να σε ζητήσω από τον πατέρα σου.
Να με περιμένεις Μαίρη!
Σε φιλώ
Πάνος
Κατερίνα Πατάκου. Γ4
21\03\1825
Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Όπως σου έχω γράψει οι Τούρκοι μας πολιορκούν. Δεν μπορούμε να βγούμε έξω
γιατί έχουμε τον φόβο να μην μας σκοτώσουν. Έχουμε μείνει χωρίς τρόφιμα και
κάνουμε ό,τι μπορούμε για να επιζήσουμε. Οι στρατιώτες μας είναι αδύναμοι. Δε
μπορούν ούτε τα όπλα τους να σηκώσουν από την πείνα. Πόσο ζηλεύω το πουλάκι που
παίρνει το σποράκι για να φάει. Ζηλεύω ακόμα και το σκουλήκι στο χώμα, γιατί
παρόλο που είναι το πιο ασήμαντο πλάσμα στον πλανήτη, είναι ελεύθερο, σε
αντίθεση με μας που είμαστε φυλακισμένοι. Όμως προτιμούμε αυτό παρά να γίνουμε
σκλάβοι.
Είναι
άνοιξη και όλα έχουν ανθίσει, είναι όλα τόσο όμορφα. Όμως δεν μπορούμε να τα
χαρούμε. Αναπολώ τις παλιές εποχές, που είχαμε άφθονο φαγητό, τα παιδιά παίζανε
ανέμελα στα λιβάδια γελώντας και φωνάζοντας. Μπορούσαμε να χαρούμε την μαγεία
της άνοιξης, όλα τα λουλούδια ανθισμένα και να μοσχοβολάνε. Οι γυναίκες να μαγειρεύουν
λαχταριστά φαγητά και να μυρίζει ο τόπος. Κάθε πρωί που ξυπνούσαμε για να ζυμώσουμε
το ψωμί μας. Μου λείπουν όλα αυτά. Αυτά που υπήρχαν πριν να μας πολιορκήσουν. Ας
ελπίσουμε πως κάποτε θα ξανανιώσουμε όλα αυτά τα συναισθήματα χαράς. Πλέον μόνο
αυτό μπορούμε να κάνουμε, να ελπίζουμε.
Σε λίγες
μέρες ετοιμάζουμε την έξοδο μας. Έχουμε ετοιμάσει ένα σχέδιο απόδρασης και
υπάρχει μια πιθανότητα να ζήσει κάποιος από μας. Θέλω να πιστεύω πως έστω και
λίγοι θα τα καταφέρουν και θα ζήσουν ξανά την ζωή τους.
Βούλα Πυλιώτη, Γ4
Αγαπητέ αδερφέ μου Αντώνη,
μακάρι
να ήξερες με πόση στενοχώρια σου γράφω αυτό το γράμμα, όταν ξέρω, πως μπορεί να
μην σε ξαναδώ ποτέ... Η ζωή εδώ είναι πάρα πολύ δύσκολη. Κινούμε γη και ουρανό,
για να εξασφαλίσουμε την επιβίωση μας. Ελπίζω να είσαι τουλάχιστον εσύ, καλά.
Οι
συνθήκες ζωής μας στην πόλη είναι άθλιες. Τρέφομαι ανά τρεις μέρες, και αν βρω
όνος μου κάτι. Τις προάλλες, τα παιδιά μου βρήκαν μια γάτα. Να φανταστείς, δεν
πήρα χαμπάρι , πότε την έπιασαν , την έψησαν και την έφαγαν. Τι να πω;
Εννοείται πως η ζωή η δική τους έχει προτεραιότητα. Εκτός από την πείνα , είναι
και οι αρρώστιες... Φάρμακα πια, δεν μπαίνουν στην πόλη, υπάρχουν δύο επιλογές.
Ή ο ασθενής, οδηγείται στην ανάνηψη μόνο με την βοήθεια του Θεού, ή πεθαίνει ,
γνωρίζοντας την χειρότερη μορφή θανάτου, τον αργό και βασανιστικό θάνατο.
Ξέρεις πόσο φοβάμαι, μήπως κολλήσω και εγώ καμία ασθένεια; Ξέρεις πόσο πιθανόν
είναι αυτό; Τί μπορώ να πω; Μακάρι να μην σταθώ άτυχος. Παρακαλώ τον Θεό κάθε
μέρα, τρεις φορές την μέρα, όπως μας είχε μάθει ο μπαμπάς. Τότε, τα περισσότερα
προβλήματα λύνονταν, τώρα,, δεν είμαι σίγουρος... Μακάρι στα δύσκολα, ο
οργανισμός μου να αναδειχθεί δυνατός και υγιής, σιδερένιος.
Μπορεί η πείνα, η φτώχεια, η αρρώστια και η
θνησιγένεια να αποτελούν σημαντικές δυσκολίες, ωστόσο , κατά καποιον τρόπο,
κουτσά-στραβά, αντέχομαι. Αυτό που δεν αντέχεται, είναι το ψυχολογικό κομμάτι.
Όλοι μας εδώ, νιώθουμε φόβο, αβεβαιότητα για το μέλλον, για το αν θα ζήσουμε,
αν θα απελευθερωθούμε, αν θα ξαναδούμε τα αγαπημένα μας πρόσωπα, αν θα
ξαναζωγραφιστεί το χαμόγελο στα ζαρωμένα από το κρύο και την πείνα χείλη μας.
Τρομάζουμε με την ασυνήθιστη ησυχία που υπάρχει. Δεν ακούγεται τίποτα, μόνο οι
ήχοι της φύση. Αραιά και που, πέφτουν 1-2 πυροβολισμοί , να μας υπενθυμίζουν
την μη αναστρέψιμη κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Αυτή η ησυχία , που
διακόπτεται από τους πυροβολισμούς, γεμίζει τις καρδιές μας ανησυχία, όλο και
αποδυναμώνει την λιγοστή ψυχική δύναμη που μας απομένει. Φοβάμαι πάρα πολύ.
Ακούγοντας
το κελάηδημα των πουλιών, τον αέρα, και αντικρίζοντας την φυσική ομορφιά της
πόλης μας, κλαίμε. Κλαίμε... κυρίως από παράπονο, που δεν μπορούμε να την
απολαύσουμε, λόγω του πολέμου. Μια μέρα, έκλαψα τόσο πολύ που λιποθύμησα. Εκτός
από αυτό, αναπολώ συνέχεια τις παιδικές μας αταξίες. Θυμάσαι που απέφυγες , το
πετραδάκι που σου πέταξα, και έσπασε το τζάμι; Θυμάσαι τα μολύβια που
πετούσαμε, τις αμέτρητες φωνές μας, το ξύλο που παίζαμε; Γελάω και κλαίω όταν
τα αναπολώ, αλλά στενοχωριέμαι ιδιαίτερα, αφού η κατάσταση είναι αξιοθρήνητη.
Δεν μπορώ να γυρίσω πίσω τον χρόνο, παρόλο που το θέλω. Δεν θα τα ξαναζήσουμε
όλα αυτά, το ξέρεις; Ποτέ!
Από το
κλάμα, αδυνατώ να συνεχίσω το γράμμα αυτό. Μπορεί να είναι μικρό η ελλιπές, και
να μην περιγράφει όλα μου τα συναισθήματα, αλλά αν με δουν σε τέτοια κατάσταση
θα τρελαθούν. Σε λίγες μέρες προετοιμάζουμε την έξοδο. Οι πιθανότητες είναι 90
θάνατος και 10 ζωή. Τι να πω; Τουλάχιστον οι πιθανότητες για ψυχική ελευθερία
έστω και για λίγα δευτερόλεπτα είναι 100%. Ότι και να γίνει , να ξέρεις ότι
ήμουν, είμαι και θα είμαι, όπου και να πάω, περήφανος που έχω έναν τέτοιο
αδερφό ... Που με βοήθησε να χαρώ έστω και λίγο την κατά τα άλλα μικρή μου ζωή.
Αντίο, αδερφέ μου ... Αντίο...
Με αγάπη,
Περής
Γεώργιος...
Αγαπητή Αλεξάνδρα,
Το χέρι μου τρέμει, ενώ σου γράφω αυτό το γράμμα.
Η κατάσταση στο Μεσολόγγι όλο και χειροτερεύει. Συγνώμη που δεν μπόρεσα να σας
επισκεφτώ την περασμένη βδομάδα, αλλά όλοι έχουν κλειστεί μέσα και απαγορεύεται
να βγούμε από τούτη την περιοχή. Ελπίζω να ήσαστε καλά εκεί πάνω. Ελπίζω να μην
βρεθείτε ποτέ στην δικιά μας θέση.
Γνωρίζεις πως κάθε άνοιξη φεύγω προς όμορφους
τόπους γεμάτους χρώμα και ζωντάνια για να ζωγραφίσω. Δυστυχώς τώρα δεν έχω την
δυνατότητα να το κάνω αυτό. Το μόνο που προσέχω είναι το να τρώνε τα παιδιά. Τουλάχιστον
απ’ ότι μας έχει απομείνει. Ο μικρός Γιάννης και η Αφροδίτη μου δεν έχουν
καταλάβει καλά καλά τι γίνεται, αλλά κάνω απελπισμένες προσπάθειες να τους
απασχολήσω, χωρίς να προσέχω πολύ την υγεία του εαυτού μου. Φοβάμαι πως θα
πεινάσουν, ή θα κολλήσουν κάποια ασθένεια , ενώ παίζουν έξω. Είναι πανέμορφη η
φύση και η αγάπη μου προς αυτή είναι απεριόριστη, όμως με στεναχωρεί που τόσοι
και τόσοι πεθαίνουν καθημερινά από ασιτία και αρρώστιες . Η γειτόνισσα δεν έχει
σταματήσει να κλαίει από χθες το βράδυ, επειδή πέθανε η μητέρα της και προσπαθώ
να αγνοήσω τις κραυγές της. Τι να πω; Ακόμα δεν έχω πάθει κάτι σοβαρό, αλλά ο
φόβος για τα παιδιά μου και τον εαυτό έχει αρχίσει να με τρώει από μέσα.
Εάν αυτό είναι το τελευταίο μου γράμμα προς εσένα,
πράγμα για το οποίο αμφιβάλλω, θέλω να σου πω πως ό,τι και να γίνει, στέλνω τις
ευχές μου σε εσένα και την μητέρα. Σας αγαπώ αφάνταστα. Ευχήσου μου καλή τύχη.
Με αγάπη, η αδερφή σου.
Κωνσταντίνα Ξαντά, Γ4
Τα πράγματα μέρα με την μέρα είναι πιο δύσκολα.
Δεν θα αντέξουμε για πολύ ακόμα. Τα παιδιά θέλουν να μάθουν αν θα σωθούμε, και
εμείς δεν μπορούμε να τους απαντήσουμε με σιγουριά αν θα ζήσουμε ή αν θα
πεθάνουμε. Άλλες φορές έρχονται σε εμάς και μας ζητάνε φαγητό όμως δυστυχώς δεν
έχουμε. Μαζευόμαστε όλοι στην πλατεία για συσσίτιο μικροί - μεγάλοι πηγαίνουμε
να πάρουμε λίγο από το φαγητό που βρήκε κάποιος άλλος και προθυμοποιήθηκε να το
μοιράσει στους υπόλοιπους. Η μερίδα είναι μικρή, αλλά τι να κάνουμε ! Το μυαλό
να είναι καλά να σκεφτεί κάτι να φύγουμε μπας και σωθούμε.
Δεν μας βλέπω όμως να πολεμάμε. Μέχρι και εμείς οι
Σουλιώτες , οι μόνοι εκπαιδευμένοι, δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι για να
βοηθήσουμε τον κόσμο να φύγει. Σήμερα μετά το μεσημέρι έτσι όπως ήμασταν όλοι
οι μεγάλοι μαζεμένοι, σκεφτήκαμε ότι θα ήταν καλύτερο να φύγουμε. Να κάνουμε
μία έξοδο. Όμως για να πετύχει πρέπει να σκεφτούμε πολλά ακόμα.
Καθώς μιλούσαμε με τους υπολοίπους για το σχέδιο
απόδρασης, γύρισα το κεφάλι μου και είδα τα παιδιά να παίζουν έξω στην φύση,
στα άνθη που είχαν βγει και στο φρέσκο χορταράκι. Εκεί ήταν που το αποφάσισα.
Εγώ δεν πρόκειται να πεθάνω Ανοιξιάτικα. Μες στη χαρά της φύσης δεν ταιριάζει ο
θάνατος και τους το δήλωσα. Συμφώνησαν όλοι μαζί, μάλιστα ένας πρόσθεσε πως για
να πετύχουμε την τέλεια απόδραση, δεν πρέπει να καταλάβουν οι πολιορκητές πως
είμαστε ξύπνιοι.
Στη συνέχεια, αρχίσαμε όλοι να λέμε ιδέες για την
<< έξοδο >>. Μέχρι και τα παιδιά μας βοήθησαν , όταν πλέον δεν τα
ακούγαμε και υποθέσαμε ότι κοιμήθηκαν. Το τελικό σχέδιο το αποφασίσαμε εκεί. Οι
γυναίκες θα κοιμίσουν τα παιδιά, όπως κάθε φορά, όμως θα πρέπει να υπνωτίσουν
με κάποιον τρόπο τα μωρά για να μην ξυπνήσουν και μας πάρουν είδηση. Στη
συνέχεια οι γυναίκες θα ντυθούν σαν άντρες, ώστε στην απειροελάχιστη περίπτωση
που θα μας δουν να νομίζουν πως είναι η νυχτερινή μα ς περίπολος. Όλα είχαν
εξεταστεί μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας. Σε 2 μέρες απελευθερωνόμαστε!
Επικρατεί
μία μεγάλη ανησυχία και φόβος, κανείς Δεν θέλει να πεθάνει και φυσικά δεν
θέλουν να πεθάνουν τα παιδιά τους. Το χειρότερο είναι, ότι η φύση συνεχίζει τη
ζωή της. Δεν σταμάτησε για συμπαράσταση ο Φλεβάρης. Ήρθε και έφυγε. Δεν μπορώ
να φανταστώ πως αρκετοί από εμάς θα πεθάνουν, χαρά θεού. Όλοι είμαστε έτοιμοι
για τον θάνατο ,όμως κανένας δεν ξέρει τι θα κάνει εφόσον βγει. Εφόσον
δραπετεύσει από βρώμικα χέρια του εχθρού.
Προσευχόμαστε για το
καλύτερο όλοι μας, και ελπίζουμε να εισακουστούν οι προσευχές μας. Η τελευταία
μας λειτουργία θα γίνει λίγο πριν από την έξοδο. Θεέ μου σώσε μας!
Δήμητρα Παππά, Γ4