Φωνές
Ιδανικές φωνές κι αγαπημένες
εκείνων που πεθάναν, ή εκείνων που είναι
για μας χαμένοι σαν τους πεθαμένους.
Κάποτε μες στα όνειρά μας ομιλούνε•
κάποτε μες στην σκέψι τες ακούει το μυαλό.
Και με τον ήχο των για μια στιγμή επιστρέφουν
ήχοι από την πρώτη ποίησι της ζωής μας —
σα μουσική, την νύχτα, μακρυνή, που σβύνει.
Το παραπάνω ποίημα σημαίνει κάτι πολύ ξεχωριστό για μένα. Μέσα από το μήνυμα των γλυκών αναμνήσεων που μας μεταδίδει και πιο συγκεκριμένα για αγαπημένα μας πρόσωπα που έχουν φύγει από τη ζωή ή για ανθρώπου που λησμονούμε χωρίς να είναι κοντά μας, εγώ θυμάμαι ένα από τα πιο αγαπημένα μου πρόσωπα , τον παππού μου!
εκείνων που πεθάναν, ή εκείνων που είναι
για μας χαμένοι σαν τους πεθαμένους.
Κάποτε μες στα όνειρά μας ομιλούνε•
κάποτε μες στην σκέψι τες ακούει το μυαλό.
Και με τον ήχο των για μια στιγμή επιστρέφουν
ήχοι από την πρώτη ποίησι της ζωής μας —
σα μουσική, την νύχτα, μακρυνή, που σβύνει.
Το παραπάνω ποίημα σημαίνει κάτι πολύ ξεχωριστό για μένα. Μέσα από το μήνυμα των γλυκών αναμνήσεων που μας μεταδίδει και πιο συγκεκριμένα για αγαπημένα μας πρόσωπα που έχουν φύγει από τη ζωή ή για ανθρώπου που λησμονούμε χωρίς να είναι κοντά μας, εγώ θυμάμαι ένα από τα πιο αγαπημένα μου πρόσωπα , τον παππού μου!
Αυτός είναι η πηγή της έμπνευσης και της ελπίδας μου. Είναι
αυτός που με συνόδευσε στα πρώτα μου βήματα και με συμβούλεψε σε διάφορες
δυσκολίες που έχω αντιμετωπίσει. Κάθε λέξη του ποιήματος με εκφράζει και μου
θυμίζει μια ολόκληρη ζωή που έχω ζήσει πλάι στον μοναδικό παππού που μπορούσε
να υπάρξει και πλέον ζει σε ένα μαγικό, μοναδικό τόπο μακριά από τη γη!!
Αγγελική Γεροβασίλη, Γ1
Ο ήλιος του απογεύματος
Την κάμαρην
αυτή, πόσο καλά την ξέρω.
Τώρα νοικιάζονται κι αυτή κ' η πλαγινή
για εμπορικά γραφεία. Όλο το σπίτι έγινε
γραφεία μεσιτών, κ' εμπόρων, κ' Εταιρείες.
Τώρα νοικιάζονται κι αυτή κ' η πλαγινή
για εμπορικά γραφεία. Όλο το σπίτι έγινε
γραφεία μεσιτών, κ' εμπόρων, κ' Εταιρείες.
Ά η κάμαρη
αυτή, τι γνώριμη που είναι.
Κοντά στην
πόρτα εδώ ήταν ο καναπές,
κ' εμπρός του ένα τούρκικο χαλί·
σιμά το ράφι με δυο βάζα κίτρινα.
Δεξιά· όχι, αντικρύ, ένα ντολάπι με καθρέφτη.
Στη μέση το τραπέζι όπου έγραφε·
κ' οι τρεις μεγάλες ψάθινες καρέγλες.
Πλάϊ στο παράθυρο ήταν το κρεββάτι
που αγαπηθήκαμε τόσες φορές.
κ' εμπρός του ένα τούρκικο χαλί·
σιμά το ράφι με δυο βάζα κίτρινα.
Δεξιά· όχι, αντικρύ, ένα ντολάπι με καθρέφτη.
Στη μέση το τραπέζι όπου έγραφε·
κ' οι τρεις μεγάλες ψάθινες καρέγλες.
Πλάϊ στο παράθυρο ήταν το κρεββάτι
που αγαπηθήκαμε τόσες φορές.
Θα βρίσκονται
ακόμη τα καϋμένα πουθενά.
Πλάϊ στο
παράθυρο ήταν το κρεββάτι·
ο ήλιος του απογεύματος τώφθανε ως τα μισά.
ο ήλιος του απογεύματος τώφθανε ως τα μισά.
... Απόγευμα η
ώρα τέσσερες, είχαμε χωρισθεί
για μια εβδομάδα μόνο... Αλλοίμονον,
η εβδομάς εκείνη έγινε παντοτινή.
για μια εβδομάδα μόνο... Αλλοίμονον,
η εβδομάς εκείνη έγινε παντοτινή.
Επέλεξα αυτό το ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη , επειδή είναι
ένα ερωτικό ποίημα με πολύ συναίσθημα, πολύ πάθος. Ο ποιητής μας το δείχνει αυτό
με την απώλεια ενός αγαπημένου του προσώπου που τόσο πολύ το αγαπούσε. Επίσης μου
αρέσει ο τρόπος με τον οποίο γράφει ο ποιητής το ποίημα χρησιμοποιώντας το
ερωτικό συναίσθημα.
Ειρήνη Βογιατζόγλου, Γ1
Θυμήσου, σώμα…
Σώμα, θυμήσου όχι μόνο το πόσο αγαπήθηκες,
όχι μονάχα
τα κρεβάτια όπου πλάγιασες,
αλλά κι
εκείνες τες επιθυμίες που για σένα
γυάλιζαν μες στα μάτια φανερά,
κι ετρέμανε
μες στην φωνή — και κάποιο
τυχαίον
εμπόδιο τες ματαίωσε.
Τώρα που
είναι όλα πια μέσα στο παρελθόν,
μοιάζει
σχεδόν και στες επιθυμίες εκείνες σαν να δόθηκες — πώς γυάλιζαν,
θυμήσου, μες
στα μάτια που σε κοίταζαν·
πώς έτρεμαν
μες στην φωνή, για σε, θυμήσου, σώμα.
|
Επέλεξα αυτό το ποίημα γιατί μιλάει για τις ελπίδες που
έχει κάποιος ή ένα ζευγάρι και μετά από ένα γεγονός-θλιβερό μάλλον- ματαιώνονται
όλα. Έτσι μέσα από το ποίημα καλούμαστε να θυμηθούμε όλα αυτά τα γεγονότα τα οποία
αναβλήθηκαν.
Γεωργία Διακονικολή, Γ1
«Απ’ τες εννιά»
Δώδεκα και
μισή. Γρήγορα πέρασεν η ώρα
απ’ τες εννιά
που άναψα την λάμπα,
και κάθισα
εδώ. Κάθουμουν χωρίς να διαβάζω,
και χωρίς να
μιλώ. Με ποιόνα να μιλήσω
κατάμονος μέσα
στο σπίτι αυτό.
Το είδωλον του
νέου σώματός μου,
απ’ τες εννιά
που άναψα την λάμπα,
ήλθε και με
ηύρε και με θύμισε
κλειστές
κάμαρες αρωματισμένες,
και περασμένην
ηδονή— τι τολμηρή ηδονή!
Κ’ επίσης μ’
έφερε στα μάτια εμπρός,
δρόμους που
τώρα έγιναν αγνώριστοι,
κέντρα γεμάτα
κίνησι που τέλεψαν,
και θέατρα και
καφενεία που ήσαν μια φορά.
Το είδωλον του
νέου σώματός μου
ήλθε και μ’
έφερε και τα λυπητερά·
πένθη της
οικογένειας, χωρισμοί,
αισθήματα
δικών μου, αισθήματα
των πεθαμένων
τόσο λίγο εκτιμηθέντα.
Δώδεκα και
μισή. Πώς πέρασεν η ώρα.
Δώδεκα και
μισή. Πώς πέρασαν τα χρόνια.
Το παραπάνω ποίημα είναι ένα από τα ωραιότερα του Καβάφη.
Αρχικά σε αυτό το ποίημα ο Καβάφης μας επαληθεύει την απογοήτευση του για τα
γηρατειά και την κατάντια του σώματος. Ο ίδιος είχε δηλώσει ότι δεν ήθελε να έχει
φωτογραφίες από μια ηλικία και μετά .Με αυτή την κίνηση του δείχνει ότι δε φοβάται
αν ανοιχτεί στους ανθρώπους και να δείξει ποιος είναι. Μας λέει τέλος πόσο γρήγορα
πέρασαν τα χρόνια.
Μαρία Ανθούλη, Γ1
«Κεριά»
Του μέλλοντος η μέρες στέκοντ’ εμπροστά μας
σα μια σειρά κεράκια αναμένα —
χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.
Η περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών σβυσμένων•
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,
κρύα κεριά, λυωμένα, και κυρτά.
Δεν θέλω να τα βλέπω• με λυπεί η μορφή των,
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ’ αναμένα μου κεριά.
Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω
τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,
τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.
Του μέλλοντος η μέρες στέκοντ’ εμπροστά μας
σα μια σειρά κεράκια αναμένα —
χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.
Η περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών σβυσμένων•
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,
κρύα κεριά, λυωμένα, και κυρτά.
Δεν θέλω να τα βλέπω• με λυπεί η μορφή των,
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ’ αναμένα μου κεριά.
Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω
τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,
τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.
Επέλεξα αυτό το ποίημα διότι μας μεταφέρει ένα μήνυμα αισιοδοξίας.
Αναφερόμενος στα αναμμένα κεριά τα οποία αντιπροσωπεύουν το αύριο και τα σβησμένα
κεριά το χτες, μας παροτρύνει να μην αφήνουμε το χτες να μας τραβάει πίσω, αλλά
να ζούμε το σήμερα και το αύριο χωρίς φόβο κοιτώντας μόνο μπροστά.
Δήμητρα Αιβαλιώτη, Γ1
Καλός και Κακός Καιρός
Δεν με πειράζει αν απλώνει
έξω ο χειμώνας
καταχνιά, σύννεφα, και κρυάδα.
Μέσα μου
κάμνει άνοιξη, χαρά αληθινή.
Το γέλιο είναι
ακτίνα, μαλαματένια όλη,
σαν την αγάπη
άλλο δεν είναι περιβόλι,
του τραγουδιού
η ζέστη όλα τα χιόνια λιώνει.
Τι ωφελεί οπού
φυτρώνει
λουλούδια έξω
η άνοιξης και σπέρνει πρασινάδα!
Έχω χειμώνα
μέσα μου σαν η καρδιά πονά.
Ο στεναγμός
τον ήλιο τον πιο λαμπρό σκεπάζει,
σαν έχεις λύπη
ο Μάης με τον Δεκέμβρη μοιάζει,
πιο κρύα είναι
τα δάκρυα από το κρύο χιόνι.
Διάλεξα αυτό το ποίημα του Καβάφη επειδή εκφράζει την ατομικότητα στη χαρά και
τη δυστυχία. Πρέπει μόνοι να προσπαθούμε να κατακτούμε την ευτυχία μας, γιατί
ακόμα κι αν όλα γύρω είναι χαρούμενα , εμείς πολλές φορές δεν μπορούμε να υπερβούμε την προσωρινή μας δυστυχία , για υτό και δεν
είναι δίκαιο να αφηνόμαστε να μας καταβάλλει μια γενική δυστυχία.
Γεωργία Αβρίθη, Γ1
Ένας γέρος
Στου καφενείου
του βοερού το μέσα μέρος
σκυμένος στο
τραπέζι καθετ’ ένας γέρος∙
με μιαν
εφημερίδα εμπρός του, χωρίς συντροφιά.
Και μες στων άθλιων γηρατειών την καταφρόνεια
Σκέπτεται πόσο
λίγο χάρηκε τα χρόνια
Που είχε και
δύναμι, και λόγο, κ’ εμορφιά.
Ξέρει που γέρασε πολύ· το νοιώθει, το κυττάζει.
Κ’ εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει
σαν χθες. Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό.
Κ’ εν τούτοις ο καιρός που ήταν νέος μοιάζει
σαν χθες. Τι διάστημα μικρό, τι διάστημα μικρό.
Και συλλογιέται η Φρόνησις πως τον εγέλα·
και πως την εμπιστεύονταν πάντα — τι τρέλλα! —
την ψεύτρα που έλεγε· «Aύριο. Έχεις πολύν καιρό».
και πως την εμπιστεύονταν πάντα — τι τρέλλα! —
την ψεύτρα που έλεγε· «Aύριο. Έχεις πολύν καιρό».
Θυμάται ορμές που βάσταγε· και πόση
χαρά θυσίαζε. Την άμυαλή του γνώσι
κάθ’ ευκαιρία χαμένη τώρα την εμπαίζει.
χαρά θυσίαζε. Την άμυαλή του γνώσι
κάθ’ ευκαιρία χαμένη τώρα την εμπαίζει.
.... Μα απ’ το
πολύ να σκέπτεται και να θυμάται
ο γέρος εζαλίσθηκε. Κι αποκοιμάται
στου καφενείου ακουμπισμένος το τραπέζι.
ο γέρος εζαλίσθηκε. Κι αποκοιμάται
στου καφενείου ακουμπισμένος το τραπέζι.
Επέλεξα το ποίημα αυτό γιατί ο ποιητής μας μιλάει για τα χαμένα νιάταεός τυχαίου ανθρώπου δείχνοντας μας έτσι ότι πρέπει να ζούμε την κάθε στιγμή της ζωής μας και να αξιοποιούμε τις ευκαιρίες που μας δίνονται, γιατί κάποια μέρα θα μετανιώσουμε για αυτά τα οποία δεν κάναμε . Έτσι ο Κ.Π.Καβάφης περνάει ένα ωραίο μήνυμα στους αναγνώστες του.
Χρήστος Βρεττός, Γ1
«Τελειωμένα»
Μέσα στον φόβο και στες υποψίες,
με ταραγμένο νου και τρομαγμένα μάτια,
λυώνουμε και σχεδιάζουμε το πώς να κάμουμε
για ν’ αποφύγουμε τον βέβαιο
τον κίνδυνο που έτσι φρικτά μας απειλεί.
Κι όμως λανθάνουμε, δεν είν’ αυτός στον δρόμο•
ψεύτικα ήσαν τα μηνύματα
(ή δεν τ’ ακούσαμε, ή δεν τα νοιώσαμε καλά).
Άλλη καταστροφή, που δεν την φανταζόμεθαν,
εξαφνική, ραγδαία πέφτει επάνω μας,
κι ανέτοιμους — πού πια καιρός — μας συνεπαίρνει.
Μέσα στον φόβο και στες υποψίες,
με ταραγμένο νου και τρομαγμένα μάτια,
λυώνουμε και σχεδιάζουμε το πώς να κάμουμε
για ν’ αποφύγουμε τον βέβαιο
τον κίνδυνο που έτσι φρικτά μας απειλεί.
Κι όμως λανθάνουμε, δεν είν’ αυτός στον δρόμο•
ψεύτικα ήσαν τα μηνύματα
(ή δεν τ’ ακούσαμε, ή δεν τα νοιώσαμε καλά).
Άλλη καταστροφή, που δεν την φανταζόμεθαν,
εξαφνική, ραγδαία πέφτει επάνω μας,
κι ανέτοιμους — πού πια καιρός — μας συνεπαίρνει.
Επέλεξα αυτό ποίημα του Καβάφη, διότι είναι ένα ποίημα
που προσωπικά με εκφράζει. Επειδή μιλάει για διάφορα πράγματα που τελειώνουν,
το πώς τελειώνουν. Επίσης μας μιλάει γι αυτό που φοβόμαστε και προσπαθούμε να
το αντιμετωπίσουμε χωρίς ελπίδες , ενώ ουσιαστικά αυτό μας καταστρέφει , χωρίς
καμιά προετοιμασία, τόσο ξαφνικά, τόσο ραγδαία.
Κατερίνα Γιαλλούση, Γ1
2 σχόλια:
Μπράβο σας! Πολύ ωραία δουλειά!
Ευχαριστούμε Μαρία!!
Δημοσίευση σχολίου