«Όλα αυτά τα χρόνια το μόνο που
ευθυνόταν για το πόσο κακοπερνούσα ήταν η δειλία μου και η τεράστια προσπάθεια να αποδείξω στον εαυτό μου ότι δικαιούμαι και γω το νορμάλ. Το κανονικό όμως δεν είναι κάτι που πρέπει να αγωνιστείς γι αυτό, είναι δικαίωμα σου , όπως για όλους τους ανθρώπους». Με αυτές τις σκέψεις του Θοδωρή, του κεντρικού ήρωα-του δειλού του βιβλίου- κλείνει το βιβλίο το Ημερολόγιο ενός δειλού.
Ο Βασίλης Παπαθεοδώρου γράφει ένα βιβλίο για την ενδοσχολική βία, ένα θέμα που ίσως ακούγεται κλισέ και της μόδας. Αλλά δυστυχώς δεν είναι τίποτε από τα δύο. Η βία που βιώνουν τα παιδιά στο σχολείο είναι ένα φαινόμενο που δεν γνωρίζουμε την έκταση του , κυρίως γιατί τα θύματα δε μιλάνε. Παιδιά που πηγαίνουν στο σχολείο καθημερινά με έναν κόμπο στο στομάχι, με το φόβο του εξευτελισμού, με την αγωνία για το τι μπορεί να τα περιμένει από τους θύτες τους. Που κάθε μέρα περιμένουν ένα θαύμα για να γλιτώσουν από την κακία των συμμαθητών τους, κάποιο από μηχανής θεό να τους σώσει. Μόνο που αυτός μπορεί να μη φανεί ποτέ και τα σημάδια της ψυχικής και σωματικής κακοποίησης να τους ακολουθούν μια ζωή.
Ο Θοδωρής, ο ήρωας του Βασίλη είναι ένα παιδί της Β γυμνασίου, που έχει ήδη πέσει θύμα της κοροϊδίας των συμμαθητών του στην Ε δημοτικού. Αλλάζει σχολείο και πιστεύει ότι τα βάσανα του τελείωσαν. Βρίσκει ένα φίλο , τον Κώστα , με τον οποίο ταιριάζουν και έχουν κοινά ενδιαφέροντα (ταινίες, μουσική, παιχνίδια) και η Α Γυμνασίου κυλάει ήρεμα. Δυστυχώς στη Β γυμνασίου τα τμήματα του σχολείου συρρικνώνονται λόγω της οικονομικής κρίσης και ο Θοδωρής βρίσκεται στο ίδιο τμήμα με το νταή του σχολείου, τον Νίκο Γόλιο και τα πρωτοπαλίκαρα του. Ήδη από τη δεύτερη μέρα του σχολείου γίνεται φανερό ότι ο Θοδωρής αποτελεί το αγαπημένο θύμα της συμμορίας και η ζωή του αρχίζει να γίνεται δύσκολη. Λεκτικές προσβολές που σχετίζονται με το βάρος του (βουβάλι, παλιοχοντρέ, κωλοχοντρός), τη συμμετοχή του στο μάθημα και τους βαθμούς του (φύτουλας,γλείφτης) αλλά και τη σεξουαλική του ταυτότητα –χωρίς φυσικά να έχουν κανένα αποδεικτικό στοιχείο γι αυτό . Ο Θοδωρής υφίσταται όλη αυτή τη βία δίχως να αντιδρά και τις ελάχιστες φορές που το κάνει εισπράττει περισσότερη απαξίωση από τους θύτες. Οι καθηγητές δεν έχουν αντιληφθεί τίποτε και ο γυμναστής, πιστεύοντας ότι όλα αυτά είναι φυσιολογικά πειράγματα μεταξύ των μαθητών, χειρίζεται το θέμα με την συμπεριφορά ενός δεκαπεντάχρονου. Τα πράγματα όμως πάνε από το κακό στο χειρότερο καθώς ο Γόλιος και η παρέα του χοντραίνουν τις πλάκες τους και ο Θοδωρής βρίσκεται έκθετος με φωτογραφίες που έχουν τραβήξει στην τουαλέτα και ανεβάζουν στο facebook, χωρίς κινητό αφού του το κλέβουν και το χρησιμοποιούν κατά βούληση, και η ιστορία φτάνει στην κορύφωση της με το περιστατικό στο πάρτυ του σχολείου όπου ο Θοδωρής ρεζιλεύεται μπροστά σε όλο το σχολείο.
Το βιβλίο αυτό του Βασίλη (και θα μου συγχωρέσετε τον ενικό, αλλά μετά από τέσσερις επισκέψεις στο νησί και αντίστοιχες συναντήσεις με τους μαθητές μας, είμαστε πια φίλοι) είναι πάνω από όλα ένα αληθινό βιβλίο. Ο Βασίλης δεν δημιουργεί ψεύτικους χαρακτήρες, δεν επιδιώκει το διδακτισμό, δεν έχει στόχο να κερδίσει το εφηβικό κοινό γράφοντας εύκολα. Οι ήρωες του είναι παιδιά του σήμερα , με εφηβικές ανησυχίες, με την ενασχόληση με τα κινητά αλλά και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης , με τις καταπιεσμένες σκέψεις τους και τον αλλοπρόσαλλο συναισθηματικό τους κόσμο. Διαβάζοντας αυτό το βιβλίο μπαίνεις στη διαδικασία να καταλάβεις τον ψυχισμό του θύτη πέρα από το θυμό που νιώθεις για τη συμπεριφορά του απέναντι στο θύμα. Η παράλληλη αφήγηση των γεγονότων από τους δυο ήρωες , το θύτη και το θύμα , κρατάει ζωντανό το ενδιαφέρον του αναγνώστη που βιώνει τα έντονα συναισθήματα του θύματος (το φόβο, το θυμό, την πίκρα, την αίσθηση της απόρριψης, την ταπείνωση, το ΓΙΑΤΙ μου συμβαίνουν όλα αυτά, τι δεν κάνω σωστά,) αλλά μπαίνει και στη διαδικασία να «κατανοήσει» και τα ελατήρια του θύτη, την απαξίωση που βιώνει από μια οικογένεια που απέχει από τη ζωή του παιδιού και την ανυπαρξία ηθικών αξιών και ανθρωπιάς.
Ο Βασίλης είναι ένας συγγραφέας που συνομιλεί με τους έφηβους και η αληθινή επαφή και σχέση του με αυτούς αποτυπώνεται και στον τρόπο που γράφει. Λόγος ρέων, μεστός, με χρήση της νεανικής αργκό , που συμβάλλει στην αληθοφάνεια του βιβλίου , ουσιαστική κατάδυση στον ψυχισμό του καταπιεσμένου και φοβισμένου θύματος και αποκάλυψη όλων των ζοφερών σκέψεων ενός εφήβου που βιώνει τη βία των συνομηλίκων του.
Φτάνοντας στην τελευταία σελίδα του βιβλίου –που λειτουργεί λυτρωτικά- αντιλαμβάνεσαι ότι οφείλουμε ως κοινωνία να δώσουμε ένα τέλος σε αυτή τη βία που ανακυκλώνεται και αναπαράγεται ακρωτηριάζοντας το συναισθηματικό κόσμο ενός έφηβου. Και ως εκπαιδευτικοί οφείλουμε να έχουμε και ενημέρωση αλλά και να παρεμβαίνουμε στις περιπτώσεις που θα αντιληφθούμε ότι ένας μαθητής μας έχει πέσει θύμα εκφοβισμού.
Ο Βασίλης Παπαθεοδώρου έγραψε ένα βιβλίο που δε δίνει συνταγές για τη λύση του προβλήματος αλλά έμμεσα προτείνει λύσεις στο θύμα (μίλα, άνοιξε την ψυχή σου στους φίλους, την οικογένεια, τους καθηγητές σου, αντιμετώπισε το θύτη). Για να φτάσει σε όσα λέει ο Θοδωρής στο τέλος του βιβλίου: « Δε με ένοιαζε καθόλου να εκδικηθώ ή να με δικαιώσουν για όσα πέρασα κάποτε. Εγώ ο ίδιος δικαίωσα τον εαυτό μου όλα αυτά τα χρόνια, ξεπερνώντας τις αδυναμίες και τους φόβους μου με προσπάθεια και κόπο».
Γιώτα Κεφαλά
(Το ημερολόγιο ενός δειλού κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη)
(Το ημερολόγιο ενός δειλού κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη)
2 σχόλια:
Κυρία Κεφαλά, είναι και για μεγάλους έφηβους το βιβλίο αυτό;
Η κριτική σας με έβαλε σε περιασμό να το διαβάσω...
Είναι ένα βιβλίο για έφηβους αλλά και για μεγάλους. Και ναι, διαβάστε το!
Δημοσίευση σχολίου