![](https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjvVVZEbF1xEeTPVaovRFpkXSo5MXq9tWYU2oGzv9ybqbrenLtfEIGbz3Vm4Z70jygksamp8x0RDiyUxMki4kW9_mYx2ZkVfs51PzGp_bX5lmXu8qz80TGB_SXrguWdXIcngT48ew6si-o/s320/love_471575.jpg)
….Πιάνει κι ο πρωτομάστορας και ρίχνει μέγα λίθο
Κι όμως η πέτρα έφυγε μακριά από τη γυναίκα,
γυρνά και ο πρωτομάστορας και δίνει μούντζες δέκα
«Αλίμονο σου κόρακα, αλίμονο σου μαύρε,
τα φάσκελα που σου στειλα τώρα πάρε.
Εγώ μια γυναίκα αγάπησα στη ζωή μου , μία
και θα αφήσω να χαθεί, για να χτιστεί αυτή η βλακεία;»
Και έξαλλος θέλει να πετάξει το πουλί στου γεφυριού τη λίμνη,
εκείνο να καταστραφεί και τίποτα μη μείνει.
Αρπάζει τότε το πουλί , στη θάλασσα το ρίχνει,
και ας φωνάζει αυτό –ίσως – και στη ζωή να μείνει.
Βγαίνει τότε η γυναίκα στην ακτή
Και δίνει του άντρα της ένα φιλί.
«Ω άντρα μου, ω του σπιτιού μου στυλοβάτη, ο Χάρος δε με ήβρε
και θα κοιμηθούμε και σήμερα στο ίδιο το κρεβάτι»
«Αμ όχι που θα άκουγα τον πονηρό τον κόραξ,
πήγε η καρδιά μου στην κούλουρη, μα γύρισε στον θώραξ».
Κι έτσι τελειώνει η ιστορία σε ένα ευχάριστο κλίμα,
Γιατί βαρέθηκα και γω να κάνω άλλη ρίμα.
Και τυχερός εστάθηκε ο μάστορας, που πέθανε η γυναίκα,
τελικά από την επάρατη τη νόσο,
και από τις γυναίκες που εγνώρισε έζησε άλλο τόσο.
1 σχόλιο:
Μπράβο Αργύρη!
Πολύ ωραίο!!!!!¨
:)
Δημοσίευση σχολίου