11 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1945
Σήμερα το πρωί ξύπνησα
όταν ο ήλιος ξεκίνησε να αστράφτει, τότε είδα από το παράθυρο της κουκέτας
μου , πως είχε καλό καιρό. Αυτό θα μας βοηθούσε να φτάσουμε γρηγορότερα στον προορισμό
μας , την Αλεξάνδρεια.
Σηκώθηκα και έπειτα από λίγο πήγα να φάω πρωινό. Εκεί συνάντησα
τον ταλαιπωρημένο καπετάνιο, που μόλις είχε φύγει από το τιμόνι και πήγαινε για
ύπνο. Τον ρώτησα αν φτάνουμε και μου είπε πως σε τρεις ώρες περίπου θα ήμασταν
στον προορισμό μας. Εκεί θα ξεφορτώσαμε σόγια και ρύζι τα οποία τα είχαμε φορτώσει
στη Ινδία.
Μόλις τέλειωσα πρωινό
πήγα ξανά στην καμπίνα. Όταν έφτασα βρήκα αρκετά παιδία που μέναμε μαζί στην καμπίνα , αλλά επειδή
τότε είχαν τελειώσει την βάρδια τους έπρεπε να ξεκουραστούν. Αφού έπρεπε να υπάρχει
ησυχία στο δωμάτιο έφυγα και πήγα να κάνω ένα τσιγάρο στο κατάστρωμα . Μόλις πήγα
, βρήκα πολλούς συνταξιδιώτες . Μιλήσαμε για τους αγαπημένους μας , ότι δηλαδή κάνουμε
κάθε μέρα .
Έπειτα από μια ώρα με φώναξαν γιατί έπρεπε να επισκευάσω κάτι
προβλήματα που είχε το πλοίο με τους ασύρματους . Όταν πήγα , διόρθωσα τα καθημερινά
και συνηθισμένα προβλήματα με τα καλώδια των κεραιών. Μόλις τέλειωσα την επισκευή
φτάσαμε στο προορισμό μας κατά τις έντεκα το πρωί .
Εκεί
πλαγιοδετήσαμε στην θέση που είχαμε αράξει το πλοίο την προηγούμενη φορά . Ο καιρός
ήταν ηλιόλουστος αλλά είχε αφόρητη ζεστή . Με τέτοιο καιρό το ξεφόρτωμα θα ήταν
πολύ δύσκολο . Δέκα ώρες εγώ εγώ μαζί με άλλους επτά συντρόφους ξεφορτώσαμε το εμπόρευμα
. Αρχικά ξεφορτώσαμε τα βάρια φορτία , δηλαδή το ρύζι. Έπειτα ξεκινήσαμε με την
σόγια . Δεν προλάβαμε να αδειάσουμε το εμπόρευμα από τις αποθήκες γιατί
νύχτωσε.
Μετά από τόσες ώρες
δουλειάς και κούρασης έπρεπε να ξεκουραστώ . Η ώρα ήταν ένια και μίση,
μετά από αυτή την ταλαιπωρία πήγα να φάω . Φάγαμε μαζί με τους υπόλοιπους
εργάτες .Μετά από αρκετή ώρα πήγα για ύπνο και όταν θα ξυπνούσα δε ήξερα τι με
περίμενε.
Θεόφιλος Έψιμος, Γ1
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου