Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2012

Αγαπητέ Θεέ(2η συνάντηση της λέσχης ανάγνωσης)


Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου, τελευταία ημέρα πριν τα Χριστούγεννα και η Λέσχη Ανάγνωσης συναντήθηκε στη βιβλιοθήκη του σχολείου για να συζητήσει το βιβλίο του Έρικ Εμάνουελ Σμιτ «Αγαπητέ Θεέ».

Η συζήτηση ήταν πολύ ενδιαφέρουσα, γιατί το βιβλίο δεν άρεσε σε όλους-κάποιοι το βρήκαν υπερβολικά θλιβερό και απαισιόδοξο, ενώ άλλοι χιουμοριστικό και αισιόδοξο.

Η Θεοδοσία και η Σέα βρήκαν πολύ ενδιαφέρουσα την υπόθεση και τους άρεσε η θαρραλέα αντιμετώπιση μιας τέτοιας δύσκολης ασθένειας από ένα τόσο μικρό αγόρι. Η Σεα μάλιστα μας δήλωσε πως το διάβασε δυο φορές και τώρα πια αυτό είναι το αγαπημένο της βιβλίο.

Η Σοφία(Πανέρα) και η Ευγενία βρήκαν αισιόδοξο το βιβλίο και η μεν Σοφία εντυπωσιάστηκε από τη συμβουλή της θείας Ρόουζ σχετικά με τα γράμματα στο Θεό, ενώ η Ευγενία θεώρησε το όλο σχέδιο με τα γράμματα σαν ένα πολύ ωραίο παιχνίδι. Η δε Ελένη (Κιαπόκα) το βρήκε πολύ έξυπνο και γεμάτοι χιούμορ.

Η Μάρα έκλαψε πολύ με το βιβλίο. Το θεώρησε μακάβριο και πολύ λυπητερό και δεν της άρεσε καθόλου. Επίσης μας παρακάλεσε να μην ξαναδιαβάσουμε κάτι τέτοιο!

Στη Δανάη δεν άρεσε διόλου ο τρόπος παρουσίασης του θέματος-τον οποίο βρήκε πολύ παιδικό- και θεώρησε επίσης απαράδεκτο τον τρόπο με τον οποίο ο  Όσκαρ αντιμετώπιζε τους γονείς του. Πιστεύει ότι όφειλε να είναι πιο καλός μαζί τους.

Η Διονύσια αν και αρχικά ψυχοπλακώθηκε στη συνέχεια εντυπωσιάστηκε με τον τρόπο που αντιμετώπιζε το θάνατο ο Όσκαρ και θύμωσε με τους γονείς του, οι οποίοι δεν ήταν ειλικρινείς απέναντι του.

Ο Αριστοτέλης, ο ρεαλιστής της παρέας, θεώρησε ότι ο πρωταγωνιστής του βιβλίου έλεγε ψέματα στον εαυτό του σχετικά με το θάνατο και γι αυτό το βιβλίο δεν του άρεσε ιδιαίτερα.

Η Ελένη(Σκουμπουρδή) όπως και η Ελένη (Πατάκου) το βρήκαν πολύ συγκινητικό. Η Ελένη Σ. μας είπε ότι αν τελικά επιζούσε ο Όσκαρ , θα θεωρούσε μη ρεαλιστικό το βιβλίο, ενώ Η Ελένη Π. βρήκε πολύ ενδιαφέροντα τον τρόπο σκέψης του ‘Οσκαρ καθώς και τη σχέση του με την Πέγκι Μπλου. Και αυτό που θα της μείνει από το βιβλίο είναι η ατάκα του ‘Οσκαρ ότι κάθε μέρα είναι μια ξεχωριστή μέρα!

Η Σοφία (Σούλη) έκλαψε και αυτή πολύ-από την αρχή κιόλας του βιβλίου, αλλά βρήκε πολύ όμορφη την υπόθεση και είναι πια ένα από τα αγαπημένα της!

Όσο για την Κατερίνα , έμεινε περισσότερο σε όλα όσα λέει ο συγγραφέας για το θάνατο καθώς και την αντιμετώπιση της ζωής-σε ιδέες λίγο πιο φιλοσοφικού περιεχομένου!

Κλασσικά μείναμε σε αυτό που λέει ο Όσκαρ ότι η ζωή είναι ένα δώρο!!

Το επόμενο βιβλίο μας είναι το βιβλίο της Σώτης Τριανταφύλλου "Μιλώντας με την Αλίκη για τη φιλοσοφία και το νόημα της ζωής".

Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2012

"Ένας αριθμός", (εναλλακτικό τέλος για το κείμενο του Τσέχοφ)



Β. Βαν Γκογκ, Η αναγνώστρια νουβέλας. 1888. Σε ιδιωτική συλλογή.
...Γιατί είσαι άβουλη;
Τότε η Ιουλία πήρε το θάρρος να μιλήσει.
-Και το μπορώ να κάνω;Να φωνάξω για το δίκιο μου;Δεν μπορώ!
-Γιατί να μην μπορείς;
-Γιατί δεν είναι όλοι σαν εσάς.Εσείς μου κάνατε αυτήν την πλάκα,για να πάρω ένα μάθημα αλλά οι προηγούμενοι εργοδότες μου με κλέβανε στα αλήθεια.
-Αφού το είχες καταλάβει...γιατί δεν μίλησες;
-Μίλησα,είπε η Ιουλίε και έσκυψε το κεφάλι της.
-Τότε,γιατί δε μίλησες και τώρα;
-Γιατί δε θέλω να πάθω ό,τι έπαθα και στην προηγούμενη δουλειά μου.
-Και τι έπαθες στην προηγούμενη δουλειά σου; ρώτησε ο εργοδότης με μεγάλη περιέργεια.
-Δεν άντεχα κάθε φορά τα ίδια και μίλησα!Είπα στον πρώην εργοδότη μου οτι με αδικούσε...η Ιουλία έκανε μια μικρή παύση...και τι κατάλαβα;συνέχισε η Ιουλία!Ούτε πληρώθηκα,έστω και με μεγάλη μείωση,και τη δουλειά μου την έχασα.
Ο εργοδότης λυπήθηκε πραγματικά πολύ και της είπε:
-Εδώ σε αυτό το σπίτι δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα.Πάντα να διεκδικείς τα δικαιώματα σου.
Το πρόσωπο της Ιουλίας έλαμψε από χαρά.Ευχαρίστησε θερμά τον εργοδότη και έφυγε απο το γραφείο.Απο εκείνη τη στιγμή η Ιουλία δεν έπαψε να διεκδικεί το δίκιο της και η ζωή της κύλησε πολύ πιο όμορφα!

Σέα Ντρέου, Β4

Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2012

Life is beautiful




Η ζωή είναι γεμάτη από ανάμεικτα συναισθήματα αγάπης, χαράς, λύπης , γέλιου, πόνου και έντασης. Ζωή είναι ό,τι νιώθουμε,  ό,τι ελπίζουμε, .ό,τι  ονειρευόμαστε , ό,τι σκεφτόμαστε , ό,τι φοβόμαστε, ό,τι βλέπουμε, ό,τι αγγίζουμε. Είναι το φως και το σκοτάδι, η ψυχή και το σώμα, το θάρρος και ο φόβος..
Η ζωή μπορεί να μην είναι τυλιγμένη με μια κορδέλα, δεν παύει όμως να είναι δώρο, ένα πολύτιμο δώρο., το οποίο ο άνθρωπος πρέπει να χαίρεται , να σέβεται και να εκτιμά. Παρόλο που είναι μικρή και έχει τέλος, είναι ωραία. Η ομορφιά της βρίσκεται στο ότι κάθε φορά αναζητούμε καινούρια πράγματα. Αν ξέρεις να τη ζεις καλά εκμεταλλευόμενος την κάθε στιγμή, τότε έχεις βρει το νόημα της και συνεπώς την ευτυχία…
Η ζωή είναι σαν ένα πλεκτό. Έρχεσαι στον κόσμο και σου δίνεται ένα κουβάρι μαλλί για να το κάνεις κάτι. Ξεκινάς και πλέκεις και το μόνο που σκέφτεσαι είναι να το πλέξεις όσο καλύτερα μπορείς , να καταφέρεις να φτιάξεις το σχέδιο που ονειρεύτηκες. Οι κόμποι σου να είναι περιποιημένοι και κρυμμένοι. Καθώς περνούν όμως  τα χρόνια και βλέπεις το κουβάρι σου να τελειώνει, αγωνιάς μήπως και δεν μπορέσεις να τελειώσεις το πλεκτό σου.Το κουβάρι μας λοιπόν μικρό ή μεγάλο είναι στα χέρια μας. Ας βάλουμε λοιπόν όλη μας την τέχνη να γίνει όμορφο , με χαρούμενα χρώματα και σχέδια , ζεστό και απαλό.

Αναστασία  Παπαγγελή, Γ3

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2012

Ένας διαφορετικός άνθρωπος (αφιερωμένο στην Παγκόσμια Ημέρα Ατόμων με Αναπηρία)


Εδώ και πολύ καρό, κάθε απόγευμα, παίρνω τη Μιχαέλα μια βόλτα στη γειτονιά, έτσι για να ξεκολλήσει λίγο από την καθημερινότητα. Το ίδιο κάναμε και χτες το απόγευμα. Καθώς περπατούσαμε λοιπόν κάποια στιγμή μου είπε να σταματήσουμε και να κάτσουμε σε ένα παγκάκι. Μου έλεγε παράξενα πράγματα που τα περισσότερα δεν τα καταλάβαινα. Κάποια στιγμή μου είπε να της υποσχεθώ κάτι. Δεν θα μπορούσα να της αρνηθώ τίποτα και έτσι της είπα πως ότι και να μου ζητήσει εγώ θα της το κάνω. Μου είπε λοιπόν :

-Θέλω να μου υποσχεθείς ότι θα είσαι πάντα δίπλα μου και θα με προστατεύεις. Και ότι δε θα με αφήσεις και δε θα με ξεχάσεις ποτέ.

Κοιτώντας την έκπληκτη της υποσχέθηκα ότι θα την αγαπώ και θα την προστατεύω για πάντα .Προσπαθούσα να καταλάβω γιατί μου μιλούσε έτσι μέχρι που μου ζήτησε να την σηκώσω και να χορέψουμε. Εκεί! Χωρίς να την ενδιαφέρει τι θα πει ο κόσμος που ήταν γύρω μας.

Έτσι βάζοντας το αγαπημένο της τραγούδι να παίζει στο κινητό μου σηκώθηκα και αρχίσαμε το χορό. Αυτή τη φορά ήταν διαφορετικά, ο τρόπος που με αγκάλιαζε και με κρατούσε, δεν ξέρω , ήταν πολύ παράξενος και τόσο τρυφερός! Την κοίταξα με απορία αλλά εκείνη χωρίς να μου πει τίποτα συνέχισε να χορεύει. Μόλις τέλειωσε το τραγούδι την κατέβασα.
 
 

Είχε πια νυχτώσει όταν της είπα να γυρίσουμε στο σπίτι. Η μαμά είχε μαγειρέψει το αγαπημένο της φαγητό και ο μπαμπάς της ετοίμαζε μια έκπληξη. Εκείνη όμως δεν ήθελε να πάει, μου ζήτησε μόνο να την αφήσω να κάνει μια βόλτα μόνη της! Θα ήταν η πρώτη φορά που θα βρισκόταν μόνη της. Δεν ήθελα να την αφήσω, φοβόμουνα, αλλά ο τρόπος που με κοίταζε….. Την έβαλα στο καροτσάκι της και μου έδωσε ένα φιλί και μια αγκαλιά σαν αυτή που δίνουν στους συγγενείς τους, αυτοί που ετοιμάζονται να φύγουν για ένα μακρινό ταξίδι.

Την άφησα και λίγα δευτερόλεπτα μετά χτύπησε το κινητό. Την άφησα λίγο από τα μάτια μου . Ήταν η μαμά .Η Μιχαέλα τους είχε αφήσει ένα σημείωμα που έλεγε ότι δεν μπορεί να συνεχίσει να ζει μέσα στην απομόνωση και τη λύπηση.. Οι τελευταίες τέσσερις λέξεις της :Σας αγαπώ και συγγνώμη ……. Ήταν οι ίδιες με αυτές που είχε ψιθυρίσει η Μιχαέλα καθώς βγαίναμε από το σπίτι .Κοίταξα ευθεία και ..την είδα να με κοιτάει ενώ στεκόταν στην άκρη του πεζοδρομίου περιμένοντας..ένα φορτηγό κατευθυνόταν προς τα εκεί. Έτρεξα…. μα ήταν πια αργά. Η αδερφή που τόσο αγαπούσα, η αδερφή που τόσο λάτρευα , είχε φύγει από κοντά μου… Της υποσχέθηκα να μην την αφήσω ποτέ και την άφησα. Δάκρυα γέμισαν το πρόσωπο μου.

Γύρισα σπίτι και πήγα στο δωμάτιο της .Το δωμάτιο της που ήταν γεμάτο ζωντάνια πριν λίγες ώρες. Άνοιξα το συρτάρι που άκουγα να ανοίγει και να κλείνει κάθε βράδυ. Ένα γράμμα σταμπωμένο από σταγόνες δάκρυα ξεχώριζε. Πάνω έγραφε «στην αγαπημένη μου αδερφή». Πρώτη φορά κατάλαβα πως ένιωθε για μένα , πόσο πολύ με αγαπούσε, πόσο με λάτρευε..Η αδερφή μου έφυγε γιατί δεν άντεχε την απομόνωση,. Δεν άντεχε να την κοροϊδεύουν, δεν άντεχε να τη λυπούνται. Στο τέλος του γράμματος της με αχνά γράμματα έγραφε : δεν με άφησες εσύ, εγώ ήθελα να φύγω. Θα σε αγαπώ και θα σε προστατεύω όπως εσύ. Ήσουν η καλύτερη αδερφή που θα μπορούσα να έχω…..

 

Θεοδοσία Διακογιάννη, Γ1

Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012

Το μυστικό της δούκισσας, Βασίλης Ραϊσης


Κυριακή απόγευμα η λέσχη ανάγνωσης της Γ Γυμνασίου πραγματοποίησε την πρώτη επίσημη συνάντηση της για φέτος. Ήδη η λέσχη ανάγνωσης της Α Γυμνασίου έχει συναντηθεί δύο φορές και τα παιδάκια μας οδεύουν στο τρίτο τους βιβλίο. Οι μεγάλοι της Γ Γυμνασίου, καθότι πολυάσχολοι ,μόλις την Κυριακή κατόρθωσαν να συναντηθούν για να συζητήσουν το βιβλίο του Βασίλη Ραϊση «Το μυστικό της Δούκισσας».

Η μόνη που δεν τέλειωσε το βιβλίο ήταν η Σοφία, η οποία μας δήλωσε πως δεν της κίνησε το ενδιαφέρον. Η Θεοδοσία πάλι το διάβασε μεν, αλλά βρήκε πολύ αργούς τους ρυθμούς του και κρίνει ότι απευθύνεται σε μικρότερες ηλικίες. Ωστόσο της άρεσε πολύ το τέλος. Ο Αριστοτέλης βρήκε πολύ ενδιαφέρουσα την ιστορία και τους ήρωες ξεχωριστούς. Όλοι ήταν ιδιαίτεροι χαρακτήρες (με αποκορύφωμα τον Μπας).Ο Θεολόγος το διάβασε πολύ γρήγορα και μας δήλωσε ότι του άρεσε, αν και θεώρησε πολύ προβλέψιμο το τέλος και την εξέλιξη της ιστορίας αγάπης. Η Ευγενία αρχικά βρήκε βαρετή την υπόθεση, αλλά το διάβασε ολόκληρο. Η Κατερίνα, η Σέια και η Ελένη δήλωσαν πως τους άρεσε, αν και δεν ενθουσιάστηκαν με την ιστορία. Η Μαρία πάλι θα το ήθελε πιο περιπετειώδες.

Στη συζήτηση που ακολούθησε μιλήσαμε για τα θέματα που αναδεικνύει το βιβλίο ξεκινώντας από το θέμα του ρατσισμού. Οι κάτοικοι του νησιού είναι προκατειλημμένοι απέναντι στη Δούκισσα λόγω του υδροκεφαλισμού της. Γι αυτούς είναι κάτι ανεξήγητο και ξένο ως εικόνα γι αυτό και την περιθωριοποιούν. Άλλωστε ο ρατσισμός έχει τη βάση του πάντα στο φόβο για το ξένο, το διαφορετικό.

Παράλληλα αναφερθήκαμε στην προσπάθεια των παραγόντων του τόπου(δήμαρχος, δημοσιογράφος)να εκμεταλλευτούν οικονομικά το θέμα του κρανίου, παραβλέποντας οτιδήποτε άλλο.

Κυρίως όμως η συζήτηση μας περιστράφηκε γύρω από την ομάδα που είχε δημιουργήσει ο Ιξίωνας και τον τρόπο που αυτή λειτουργούσε. Παρατηρήσαμε την είσοδο σε αυτή των πιο αδύναμων χαρακτήρων και των πιο περιθωριοποιημένων παιδιών .Ο Ιξίωνας ως ο πιο ισχυρός και με τη μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση κουμάνταρε τους υπόλοιπους. Στην ομάδα του δεν είχαν θέση δυναμικές προσωπικότητες αλλά άτομα με έλλειμμα αυτοπεποίθησης. Ωστόσο και στο πρόσωπο του Ιξίωνα αναγνωρίσαμε ένα δυστυχισμένο παιδί, ένα παιδί που διψούσε για την πατρική αναγνώριση. Η οργάνωση της ομάδας του και ο τρόπος στελέχωσης της μας θύμισε το σήμερα και τη δημιουργία τέτοιων ρατσιστικών ομάδων – κυρίως ανάμεσα σε νέους ανθρώπους.

Συνοψίζοντας αυτό που μας άρεσε στο βιβλίο ήταν η κινηματογραφική πλοκή του και οι ενδιαφέροντες χαρακτήρες του. Θεωρήσαμε δε αριστουργηματικές τις τελευταίες σελίδες , οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν την αρχή για ένα μάθημα δημιουργικής γραφής!

Ζωή


 
Ζωή ,μια λέξη τόσο δα μικρή
που όμως περιέχει
το γέλιο, την πνοή ..
Ζωή θα πει ο πόνος
μα και η δόση της χαράς
που πάντα θα κυριαρχεί
μες τη ζωή όπου και αν πας.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Η ζωή σε κάνει τούμπες
και χαίρεται γελά..
με τα εμπόδια που βάζει
και πέφτεις μες σ' αυτά.
Μα όμως όταν έρθει
εκείνη η στιγμή, που θα μπορέσεις
ν' αποδείξεις πως είσαι δυνατή
τότε θα κλάψει όπως εσύ!
~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Το σ' αγαπώ είναι μια λέξη
που περιγράφει τη ζωή
και όταν την ακούω με πιάνει ταραχή.
Όμως δεν είναι επαρκής
μόνο να ζήσεις και ν' αγαπήσεις,
αλλά να νιώσεις μέσα σου
πως θες ν αποχωρήσεις.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Φοβάμαι τη ζωή
κι' αυτά που θ' αντικρίσω
γιατί μέσα σ' αυτή
θα πρέπει να επιζήσω!!!


 

Ελένη Αννιτσάκη, Γ1

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012

Ασφυξία


 

Brian Viveros. Suffocate.
Μια πόρτα άνοιξα, δίχως να χτυπήσω
Ανάπνευσα δίχως τον αέρα να μυρίσω.

Άνοιξα μια πόρτα και αντίκρισα το τίποτα, τα πάντα…

Δυο δωμάτια μέσα σε ένα άσπρο διάδρομο.
Το ένα μαύρο, το άλλο μπλε.

Στο μαύρο δωμάτιο κοιμόταν η ελπίδα.
Βιβλία πεταμένα, παραμύθια ξεχασμένα.
Ματωμένες λέξεις που μοναχά ένα παιδί κατάλαβε.
Όνειρα με τα οποία οι πεθαμένοι θα γελούσαν

και οι τρελοί θα τραγουδούσαν.

Στο μπλε δωμάτιο δάκρυα κυλούσαν.
Συνθήματα δίχως νόημα φώναζαν.

Και εγώ σαν πάτησα στο πάτωμα πνίγηκα.

Βαθιά θάλασσα το πάτωμα ήταν
που με πήγε σε ποτάμι..

Και όταν ξύπνησα νόμιζα ότι είχα πεθάνει.

Όχι, εγώ, εγώ είμαι ακόμα εδώ.
Η φαντασία μου πέθανε, ο εαυτός μου πέθανε.
Το σώμα μου επιβίωσε και έγινε ένα με το πλήθος.......



Νικολέτα Σούλη ( τμήμα Γ3,  απόφοιτος του σχολικού έτους 2010-2011, μαθήτρια σήμερα της Β Λυκείου)

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2012

Το προξενιό της γιαγιάς Ελευθερίας - Η ιστορία της Σταματίας.




Γιαγιά Ελευθερία:

          <<Το 1979,μήνα Απρίλιος λίγο πριν το Πάσχα ήρθε κάποιος γείτονας μου και μου είπε ότι υπάρχει κάποιος κύριος που έχει έρθει απ' την Αυστραλία, είναι χωρισμένος και ψάχνει μία καλή κοπέλα να παντρευτεί, στην ηλικία του. Εγώ όμως ήμουν 20 και ο κύριος αυτός 28. Μετά απο πολύ ψάξιμο, δυστυχώς δεν βρήκε την κατάλληλη. Τελικά μου είπαν ότι θέλει να με δει. Εγώ όμως τότε εργαζόμουν όπως όλες οι κοπέλες του χωριού στο εργοστάσιο με τα υφάσματα. Αφού σχόλασα και πήγα σπίτι, ενώ πηγαινοερχόταν εκείνος συνέχεια και ρωτούσε και έλεγε ότι ήθελε να με δει και να με γνωρίσει εγώ αρνιόμουν, αφού ήμουν πολύ μικρή για γάμο και θα έμενε η μαμά μου μόνη της. Μετά από πολύ πίεση απ'τα αδέρφια μου και από τον γείτονα, με κατάφεραν να πω το ναι για να με δει. Αυτός ο κύριος ήταν ευκατάστατος από την Αυστραλία και είχε έρθει με τον μικρό του γιο.

       Ήταν μεγάλη Παρασκευή και είχα σχολάσει απ' το εργοστάσιο, αφού δουλεύαμε και εκείνη την ημέρα. Μόλις έφτασα σπίτι, έπρεπε να κάνω όλες τις δουλειές του σπιτιού αφού η μητέρα μου δεν μπορούσε, επειδή ήταν άρρωστη. Ύστερα από πολλές επισκέψεις του γείτονα, μου είπε ''Έλα, έλα και έχει αγανακτήσει ο άνθρωπος που περιμένει και είναι ντροπή''. Ήμουν σε μεγάλο δίλλημα. Έλεγα ''να πάω, να μην πάω, να πάω, να μην πάω''. Έβρισκα δικαιολογία ότι είχα δουλειές αλλά τελικά μου είπε ο γείτονας ότι μπορεί να μην έρθει αύριο και να γυρίσει πίσω στην Αυστραλία, αφού δεν βρήκε την κατάλληλη. Έτσι αναγκάστηκα να πάω. Πήρα την αδερφή μου και την νύφη μου και πήγαμε οι τρεις μας.

                      Εγώ ήμουν μέσα στα μαύρα. Μαύρο πουκαμισάκι, μαύρη φούστα και μια γαλανή κορδελίτσα σαν φιογκάκι, αφού ήταν και μεγάλη Παρασκευή. Πήγαμε στο άλλο χωριό κοντά στον Αγ.Γιώργη για να δούμε αυτόν τον κύριο. Με το που φτάνουμε στο προαύλιο μας βλέπει καλά καλά ο κύριος Σταμάτης και αφού του είχαν πει πως μοιάζω λέει ''Εσύ είσαι η Ελευθερία'' και λέω ''Ναι εγώ είμαι''.''Επιτέλους'' μου είπε, πιο πριν όμως είχε πιει και μισό μπουκάλι ουίσκι όσο περίμενε. Μπήκα μέσα χαιρετιστήκαμε με τα τυπικά και του εξήγησα τους λόγους που άργησε να με γνωρίσει. Έπειτα  καθίσαμε και διώξαμε τους άλλους στην κουζίνα για να τα πούμε μόνοι μας. Μιλήσαμε και μου είπε ότι ήταν ξαναπαντρεμένος και ότι απλά θα είχαμε το ένα παιδί μαζί μας. Του είπα ότι δεν έχω αντίρρηση και αυτό του άρεσε. Γιατί έψαχνε να βρει γυναίκα που να δέχεται το παιδί του. Ήταν δύσκολο αφού καμία γυναίκα δεν δεχόταν παλικάρι 13 χρονών. Βέβαια εγώ δεν ήξερα ότι είχε άλλες δύο κόρες, αλλά μου είπε ότι θα τις κρατήσει η μάνα τους. Αργότερα ρώτησε πόσο χρονών είμαι. Εκεί τα βρήκα σκούρα! Ο γείτονας του είχε πει 25 αλλά επειδή δεν μπορούσα να του πω ψέματα, του είπα ότι είμαι 20.Παραξενεύτηκε και ρώτησε ''Τώρα τι κάνουμε;;;'', αφού του άρεσα αλλά ήμουν μικρή. Τότε του είπα ότι αν δύο άνθρωποι ταιριάζουν τα χρόνια δεν έχουν σημασία. Του άρεσε πολύ αυτό που του είπα και αυτή ήταν η φράση που ''τον έριξα''. Και έτσι έγινε το συνοικέσιο.

         Η μαμά μου δεν ήξερε τίποτα, για να μην το μάθει το χωριό. Φωνάξαμε τους υπόλοιπους και τους ανακοινώσαμε ότι το προξενιό πέτυχε. Μας πήρε τότε ο Σταμάτης με το τζιπάκι του το οποίο ήταν το μόνο που υπήρχε στην Κω. Μας πήγε στην μητέρα μου και με το που βλέπει τον γαμπρό, του λέει ότι τον είδε στον ύπνο της! Δεν ήταν καλό όνειρο αλλά ο Σταμάτης ήταν επίμονος και με διεκδίκησε. Μετά από κάτι μέρες αρραβωνιαστήκαμε φτιάξαμε τα χαρτιά μας για την Αυστραλία, παντρευτήκαμε και πήγαμε στην Αυστραλία. Έτσι μετά από λίγους μήνες γύρισα στην Κω έγκυος στο πρώτο παιδί, τον δεύτερο χρόνο ξανακατέβηκα στην Κω με το δεύτερο παιδί, έπειτα με το τρίτο και τώρα πια αφού έχει πεθάνει ο παππούς ο Σταμάτης, χαίρομαι τα εγγονάκια μου!

 

Σταματία Παστρικού, Γ3

 

Με αφορμή το προξενιό του Ερωτόκριτου - Η ιστορία της γιαγιάς της Γεωργίας


Tο 1969, η γιαγιά μου η Θέμις σπούδαζε στη σχολή οικοκυρικής της Λέρου. Εκεί γνώρισε έναν νεαρό ο οποίος έλεγε συνέχεια άσχημα πράγματα για τον αδελφό του τον Ιάκωβο. Έλεγε ότι του έστελνε λεφτά για τη σχολή και τον αποκαλούσε ''κορόιδο''.

    Μια μέρα λοιπόν, η θέμις και η παρέα σκέφτηκαν να κάνουν πλάκα στον Ιάκωβο ότι η Θέμης τον αγαπαει. Άρχισαν να ανταλλάσουν γράμματα και μια μέρα θέλησαν να ανταλλάξουν και φωτογραφίες. Η γιαγιά μου η θέμις του έστειλε μια και εκείνος ξετρελάθηκε από την ομορφιά της. Όταν όμως ήρθε η σειρά του να στείλει φωτογραφία και η θέμις τον είδε, δεν τον ήθελε πια γιατί ήταν άσχημος και άρχισε να τον αποφεύγει.

        Ο Ιάκωβος όμως ήταν τόσο ξετρελαμένος μαζί της που πήρε τους γονείς του και το καΐκι του και ήρθε στην Κω από τη Μύκονο για να τη ζητήσει σε γάμο. Η γιαγιά μου δεν μπορούσε να αρνηθεί να τον παντρευτεί και δέχτηκε.

Και όμως, παρόλο που ο παππούς μου ο Ιάκωβος δεν ήταν όμορφος εξωτερικά, είχε τον πιο τέλειο χαρακτήρα. Ήταν καλόκαρδος, δουλευταράς και στάθηκε στη γιαγιά μου που ήταν ανάπηρη για όλη της τη ζωή...! Από αυτήν την ιστορία διδάχτηκα πως η εξωτερική ομορφιά δεν έχει καμία απολύτως σημασία!

 

Γεωργία Μονογυιού, Γ3

 

Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Με αφορμή το προξενιό του Ερωτόκριτου - Η ιστορία της γιαγιάς της Θεοδοσίας


Η γιαγιά μου , την εποχή που γνώρισε τον παππού μου , ήταν φοιτήτρια της φιλοσοφικής σχολής Αθηνών. Ήταν μία άριστη μαθήτρια και το όνειρο της ήταν να γίνει φιλόλογος και να διδάξει. Ο παππούς μου ήταν επιχειρηματίας στην Αφρική. Είχε φύγει από την Ελλάδα νεαρός αναζητώντας μία καλύτερη ζωή.

         Τα έξοδα της γιαγιάς  μου στην Αθήνα , τα είχε αναλάβει ο θείος της και νονός της, πολύ γνωστός σπογγέμπορας της Καλύμνου. Δυστυχώς όμως το 1954 οι σπογγέμποροι έπαθαν μεγάλη καταστροφή εξαιτίας μίας αρρώστιας των σφουγγαριών. Έτσι ήταν αδύνατο πια η γιαγιά μου να συνεχίσει τις σπουδές της.

         Εκείνη την εποχή συνέπεσε ένα ταξίδι του παππού μου στην Κω. Σκοπός του ταξιδιού ήταν να βρει μία κοπέλα από την πατρίδα του , να την γνωρίσει και να κάνει οικογένεια. Ήθελε όμως εκτός από όλα τα άλλα , να είναι όμορφη , γιατί και αυτός ήταν ένας κούκλος.

         Κάποιος ξάδελφος του παππού μου μεσολάβησε για την γνωριμία τους η οποία υπήρξε καρμική , γιατί αμέσως ερωτεύτηκε ο ένας τον άλλο. Ο γάμος έγινε μετά από ενάμισι μήνα και μετά από ένα μήνα έφυγαν για την Αφρική , εκεί όπου ζούσε ο παππούς μου.

         Εκεί γεννήθηκαν και τα τρία παιδιά της γιαγιάς  μου , η μαμά μου και τα αδέλφια της. Η ζωή τους  εκεί ήταν πολύ καλή , δυστυχώς όμως μετά από την επανάσταση το 1967 αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα που αγάπησαν και έζησαν ευτυχισμένοι.

         Η επιστροφή τους δεν ήταν εύκολη ,  γιατί βιώνοντας τις μεγάλες καταστροφές στην Αφρική , έπρεπε να ξεκινήσουν από την αρχή. Ήταν όμως τόσο αγαπημένοι μεταξύ τους και ο ένας αποτελούσε στήριγμα για τον άλλο , ώστε αυτό να τους βοηθήσει να ξεπεράσουν την οποιαδήποτε δυσκολία .
Θεοδοσία Διακογιάννη, Γ1

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Με αφορμή το προξενιό του Ερωτόκριτου - Η αληθινή ιστορία της γιαγιάς της Άννας



Τα παλαιότερα χρόνια οι οικογένειες συνήθιζαν να παντρεύουν τα παιδιά τους με προξενιό. Δεν τους ρωτούσαν, απλά το ανακοίνωναν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ενωθούν οι δυνάμεις των δυο οικογενειών και επίσης συνηθίζονταν ο άντρας ή η γυναίκα να πάρουν κάποιον-οια της ίδιας κοινωνικής τάξης.
Ο προπάππους μου είχε την τύχη να πάρει την γυναίκα που αγαπούσε αλλά μετά από πολύ ταλαιπωρία. Γνωρίστηκαν κατά την περίοδο του Β΄ παγκοσμίου πολέμου ανάμεσα στην Ρωσία και την Γερμάνια. Έτυχε να κάνουν πορεία οι στρατιώτες από το χωριό της προγιαγιάς μου. Εκεί την είδε και την ερωτεύτηκε αμέσως. Ρώτησε τα πάντα για αυτήν και της είπε ότι θα την περιμένει το βράδυ στο σημείο που γνωρίστηκαν. Έτσι έκλεισαν το πρώτο τους ραντεβού. Όταν έφτασε η στιγμή που έπρεπε να το ανακοινώσει τους γονείς του αυτοί αρνήθηκαν το γεγονός να είναι με μια κατώτερης τάξης και αμόρφωτη, ενώ ο προπάππους μου είχε τελειώσει πανεπιστήμια και μάλιστα από τα καλύτερα.
Φαινόταν τρελό μια φτώχεια χωριατοπούλα να είναι με τον πλούσιο και μορφωμένο γιο τους. Αυτός περπατούσε τέσσερα χιλιόμετρα για να την δει έστω και για λίγο. Αυτό γινόταν μέχρι την στιγμή που το έμαθε ο πατέρας του και εξοργίστηκε, με αποτέλεσμα να μην τον αφήνει να πάει πουθενά χωρίς την συνοδεία του.
Τελικά ο προπάππους μου (ο Ιβάν) τα παράτησε όλα. Ένα βράδυ έφυγε από το σπίτι μόνο με λίγα χρήματα και χωρίς καθόλου από την τεράστια περιουσία του. Βρέθηκε με την (Μαρία) προγιαγιά μου και δεν την αποχωρίστηκε ποτέ ξανά. Έμειναν μαζί στο σπίτι της γιαγιάς. Ήταν πολύ ευτυχισμένοι και ποτέ τους δεν είχαν προβλήματα -μάλιστα έκαναν και πέντε παιδιά.
Όσο για τους γονείς του προπάππου μου με τον καιρό το δέχτηκαν..και όλα κύλησαν μια χαρά!

 

Άννα Γεωργαντή, Γ1

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

Το γεφύρι της Άρτας (η παραλλάγή της Διώνης)



Σαράντα πέντε μάστοροι και εξήντα μαθητάδες
γιοφύρι -ν- θεμελίωναν στην Άρτας το ποτάμι .
Ολημερίς το χτίζανε το βράδυ γκρεμιζόταν.
Μοιρολογούν οι μάστοροι και κλαίνε οι μαθητάδες:
<<Αλίμονο στους κόπους μας κρίμα στις δουλεψές μας,ολημερίς να χτίζουμε το βράδυ να γκρεμίεται !>>
<Α δε στοιχειώσετε άνθρωπο γιοφύρι δεν στεριώνει και μην στοιχειώσετε ορφανό ,μην ,ξένο μη διαβάτη , παρά του πρωτομάστορα το όμορφο παλικάρι» Το άκουσε ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει !
Τι να σκεφτεί ,τι να γενεί ,τι να πρωτοκάμει τι γιο του για να σώσει και το γιοφύρι να στεριώσει .
Τρεις μέρες το σκεφτόταν τρεις νύχτες πολεμούσε .
Την τρίτη την φαρμακερή εσηκώθη απελπισμένος.
Βαριά τα πόδια έσυρε και φτάνει στο ποτάμι.
Να πέσει μέσα ήθελε μη δει το κακό που φτάνει .
Και εκεί μες στην θολούρα του μες στην απελπισία του ο γιος του πλησίασε και έκατσε κοντά του .
Σιγά βγήκε η φωνή απο τα σωθικά του :
<<Μην βασανίζεσαι πατέρα ουτε και μην χαλιέσαι
εγώ κρυφά πλησίασα και άκουσα την ορμήνια που το πουλί σας έδωσε την λύση για να βρείτε .
Εγώ λοιπόν θα στοιχειωθώ το γιοφύρι να στεργιώσω>>.
Καλά καλά τα λόγια του δεν πρόλαβε να τελειώσει σεισμός μεγάλος έγινε και έπεσε το γιοφύρι.
Και τότε όλοι κατάλαβαν πως μήτε το γιοφύρι μήτε  άλλο ανθρώπινο έργο δεν μπορεί να σταθεί, αν την ευτυχία του ανθρώπου στερεί!!!


Διονύσια Παπανικόλα, Γ3

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2012

Το γιοφύρι της Άρτας (η παραλλαγή της Διονυσίας)


 
 
 
 
Σαράντα πέντε μάστοροι και εξήντα μαθητάδες

γιοφύρι εθεμέλιωναν στης Άρτας το ποτάμι .

Ολημερίς το χτίζανε το βράδυ εγκρεμιζόταν.

Μοιρολογούν οι μάστοροι και λεν οι μαθητάδες:

<<Θεέ μια λύση δώσε 'μας γιοφύρι να στεριώσει

γιατί εμείς σε αυτό το γεφύρι και την ψυχή μας έχουμε δώσει>>.

 
Το ακούει τότε ο Θεός και αμέσως λύση βρίσκει:

 Αν θέλετε γιοφύρι να στεριώσει

πρέπει ο πρωτομάστορας λουλούδι πάει και κόψει.

Το ακούει ο πρωτομάστορας και αμέσως απαντάει:

αφού έτσι λέει η μοίρα για τούτο το γιοφυρι

εγώ θα πάω ,εγώ θα βρω ετούτο το λουλούδι

 που έχει πάνω στα αγκάθια του τον κόπο τον δικό μας,

 και θα στεριώσει για καιρό τούτο το χτίσιμο μας.
 

Έτσι λοιπόν ξεκίνησε για εκείνο το λουλούδι

Και 'χουν τώρα τα αγκάθια του στο στήθος απομείνει.

Μα δεν μιλά δεν βγάζει πια λαλιά,

γιατί με τούτα τα αγκάθια γιοφύρι στερεώνει

και όλου του κόσμου τα καλά στον κόσμο τούτο  δίνει.

Διονυσία Ντούλα, Γ3

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012

Το γεφύρι της Άρτας (η παραλλαγή της Σοφίας)



Τ'άκουσε ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει.
Πιάνει, μηνάει της λυγερής:
Μήτε να πάει στο γιόμα, μήτε να πάει και να διαβεί της Άρτας το γιοφύρι,
παρά να κάτσει σπίτι της, να βάλει τα καλά της και να'βγει μόνο την αυγή γοργά να πάει στη χώρα.
Εκεί να βρει φαρί γοργό να πάει στο πατρικό της, μήτε να βγει από 'κει, μήτε και αυτόν να ψάξει.
Τι κι αν βρεθούνε αυτοί σιμά ο θάνατος θε να'ρθει.
Για το γιοφύρι θα σας πω τη θλιβερή ιστορία.
Σαρανταπέντε μάστοροι και εξήντα μαθητάδες πάει, χαθήκαν άδικα και δεν ξαναγυρνάνε,όπως και τα πικρά νερά στου ποταμού την κοίτη.

Σοφία Πανέρα, Γ3

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

Το γεφύρι της Άρτας (η παραλλάγή της Ελένης)


o        Σαράντα πέντε μάστοροι και εξήντα μαθητάδες
όλοι τους επεθάνανε και τρέχαν οι κυράδες.
Γιοφύρι θεμελιώνανε της Άρτας ξακουστό,
γιατί εκείνο έφαγε κόσμο πολύ τρανό.
Τη νύχτα εκαθόντουσαν και έχτιζαν με κόπο
Τη μέρα το 'βρισκαν σαν χθες όπως το είχαν πρώτο
και εκείνοι εστενάζανε δεν ξέρανε τον λόγο.
Έτσι μια νύχτα στην σκοπιά βάλανε έξι άντρες
και την επόμενη νεκρούς βρήκαν τους φουκαράδες.
Όλοι θρηνούσαν και σκοπιά εβάλαν άλλους δέκα
όμως και αυτοί τα τίναξαν,  δεν είπανε κουβέντα.

Όσο περνούσε ο καιρός εχάνονταν και άλλοι
και μάνες τώρα έκλαιγαν και χάνονταν στην ζάλη.
Στο τέλος μόνο ένας έμεινε,  ο πρωτομάστορ
και όλοι οι συγγενείς νεκρών μαζώχτηκαν και άστον
τον φάγανε και αυτόν σε μια στιγμή τον κακομοίρη
Χάθηκαν τώρα όλοι με μιας,δεν έμεινε κανείς
μα το γιοφύρι άχτιστο δεν έμεινε πολύ.
Ήρθε ένας μάγος ξακουστός, φίνος και με μπέσα
και μες τη νύχτα το 'φτιαξε δίχως να πει κουβέντα.

Έτσι κτίστηκε γερό και διάσημο το γιοφύρι
μα δεν μαθεύτηκε ποτέ ο λόγος που έκανε τις γυναίκες τους να χάσουνε τους άντρες
και χήρες να απομείνουνε και στη ζωή μονάχες.
Τους θρήνησαν πολύ καιρό, μα γρήγορα εβρήκαν
καινούριους άντρες για να δουν ξανά αυτήν την γλύκα
που είχαν χάσει για καιρό όταν τα 'χαν τινάξει
οι σύζυγοι τους οι τρανοί και είχανε πλαντάξει.

 

Ελένη Αννιτσάκη, Γ1

Το γιοφύρι της Άρτας (η παραλλαγή του Αριστοτέλη)





Τ’ άκουσ’ ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει

Και αφού το ξανασκέφτεται πάλιν ερωτάει:

«Σίγουρα τρόπος άλλος δεν υπάρχει ω προφήτη;»

Και αυτός μετά από συλλογισμό του απαντά:

«Υπάρχει και άλλο μονοπάτι μακρύ και ξένο

Πέρα απ’ τα βόρεια τα βουνά τα δυο τα ψηλά

Και πέρα από το σκοτεινό το βάλτο βρίσκεται

Ένα δαχτυλίδι μαγικό που ‘ναι αγιασμένο

Όποιος ετούτο το φοράει αιώνια θα ζει

Και σ’ όποιο κτίσμα εντοιχιστεί δε θα καταστραφεί

Αλλά ο δρόμος είναι επικίνδυνος και κρύος

Και η ελπίδα λιγοστή και θαρραλέοι λίγοι

Σίγουρα θες τέτοιο ρίσκο να πάρεις ω μάστορα;»

Και με βραχνή φωνή εκείνος απαντά σε τούτα:

«Εγώ για τη γυναίκα μου και το νοικοκυριό μου

Και βουνά θα σκαρφαλώσω και βάλτους  θα περάσω

Αρκεί να υπάρχει ελπίδα να ζήσω τ΄ όνειρο

Τη γέφυρα να χτίσω και να ‘μαι ευτυχισμένος"
 
 
 
 
 
Τούτα είπε και κίνησε αμέσως προς το βορρά
Τα πράγματά του μάζεψε και πήρε και εφόδια

Και συνοδεία ήρθαν και μάστορες και μαθητές

Και φτάσανε εις τα βουνά τα δύο τα ψηλά

Και το κρύο φαρμακερό αλύπητα χτυπούσε

Μα ‘κείνοι όλοι απαθείς είχαν ο ένας τ’ άλλο

Και με γέλια και χαρές το βάλτο πλησιάσανε

Και ξημερώνοντας η τρίτη μέρα τον διάβηκαν

Και φτάσανε εις τη σπηλιά με μέγα δαχτυλίδι

Και ψάξανε μες το σκοτάδι επί δύο ώρες

Και σαν βρέθηκε το επήρε ο πρωτομάστορας

Με δάκρυα στα μάτια τους ευχαριστούσε όλους

«Ευχαριστώ Ω φίλοι μάστορες και μαθητάδες

Για ετούτο το μαρτύριο που με γλιτώσατε

Μακάρι οι οικογένειες σας γερές να είναι

Σαν το γεφύρι που θα χτίσουμε το αγκρέμιστο»

Τούτα είπε και ξεκίνησαν πίσω να γυρίσουν

Και η πέμπτη μέρα σαν ξημέρωνε γυρίσανε

Το δαχτυλίδι ρίξανε και το γεφύρι χτίσαν

Και κείνο πάλι στέριωσε και γκρέμισμα δεν είχε

Κ’ όταν γύρισ’ ο μάστορας στην οικογένειά του
Δόθηκ’ αιώνια ευτυχία σ’ όλους κοντά του.


Αριστοτέλης Δράκος, Γ1

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Λέσχη Ανάγνωσης 2012-2013!!!


Το προηγούμενο Σάββατο συναντήθηκε για πρώτη φορά η Λέσχη Ανάγνωσης του σχολείου. Φέτος αποφασίσαμε να γίνουν δύο τμήματα : ένα της Α Γυμνασίου και ένα της Β και Γ Γυμνασίου. Η λέσχη Ανάγνωσης της Α Γυμνασίου θα έχει συντονίστρια την κ.Κρικέλη και η λέσχη της Β και Γ Γυμνασίου τις κυρίες Γεωργακά και Κεφαλά.



Στη βιβλιοθήκη του σχολείου μαζεύτηκαν λοιπόν οι συμμετέχοντες στη λέσχη της Β και Γ Γυμνασίου για να γνωριστούν μεταξύ τους και να ενημερωθούν τα νέα μέλη για τον τρόπο λειτουργίας της λέσχης. Φέτος έχουμε τη χαρά να συμμετέχουν στη λέσχη αρκετά αγόρια, σε αντίθεση με άλλες χρονιές όπου κυριαρχούσαν τα κορίτσια.




Η συνάντηση ήταν σύντομη μιας και τα περισσότερα μέλη γνώριζαν τις λεπτομέρειες της λειτουργίας και το μόνο που μας έμεινε να αποφασίσουμε ήταν το βιβλίο με το οποίο θα ξεκινούσαμε τις φετινές μας αναγνώσεις. Μετά από τη βιβλιοπαρουσίαση που έκαναν ορισμένα μέλη – τα οποία ήρθαν προετοιμασμένα(!)-  ψηφίσαμε την πρόταση που μας φάνηκε πιο ενδιαφέρουσα. Έτσι το πρώτο βιβλίο που θα διαβάσουμε είναι "Το μυστικό της δούκισσας¨", του Βασίλη Ραϊση.



Η υπόθεση του βιβλίου είναι η εξής :

Σ' ένα μικρό νησί του Αιγαίου ένα κορίτσι ανακαλύπτει σε μια σπηλιά ένα παράξενο κρανίο. Το χαρίζει στο αγόρι που της αρέσει, νομίζοντας ότι του δίνει επιτέλους την απόδειξη ότι οι εξωγήινοι υπάρχουν.
Το κρανίο το διεκδικούν και κάποιοι άλλοι μαθητές, που το είχαν βρει πρώτοι και το χρησιμοποιούσαν σε παράξενες κρυφές τελετές. Κανείς όμως δεν φαντάζεται την πραγματική του ιστορία, που αναφέρεται σε ένα σκοτεινό κομμάτι του παρελθόντος του νησιού.
Τελικά το μυστικό του κρανίου θα έρθει στην επιφάνεια, αναστατώνοντας όλο το νησί.


 Η λέσχη ανάγνωσης της Α Γυμνασίου διαβάζει το βιβλίο του Ευγένιου Τριβιζά "Το σεντούκι με τις πέντε κλειδαριές".





Και η υπόθεση είναι η ακόλουθη :
Ένας εκκεντρικός κόμης, ένας αμύθητος θησαυρός, ένας μνησίκακος μπάτλερ, μια πεινασμένη τίγρη, πέντε χρυσά κλειδιά, μια απροσδόκητη κληρονομιά και ένα θανάσιμο μυστικό συνθέτουν τη συναρπαστική αυτή περιπέτεια ενός κουρδιστή πιάνων που προσπαθεί να ανακαλύψει πέντε χαμένα κλειδιά, σκόρπια στα πέρατα του κόσμου.