Τ’ άκουσ’ ο
πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει
Και αφού το
ξανασκέφτεται πάλιν ερωτάει:
«Σίγουρα
τρόπος άλλος δεν υπάρχει ω προφήτη;»
Και αυτός
μετά από συλλογισμό του απαντά:
«Υπάρχει και
άλλο μονοπάτι μακρύ και ξένο
Πέρα απ’ τα
βόρεια τα βουνά τα δυο τα ψηλά
Και πέρα από
το σκοτεινό το βάλτο βρίσκεται
Ένα
δαχτυλίδι μαγικό που ‘ναι αγιασμένο
Όποιος
ετούτο το φοράει αιώνια θα ζει
Και σ’ όποιο
κτίσμα εντοιχιστεί δε θα καταστραφεί
Αλλά ο
δρόμος είναι επικίνδυνος και κρύος
Και η ελπίδα
λιγοστή και θαρραλέοι λίγοι
Σίγουρα θες
τέτοιο ρίσκο να πάρεις ω μάστορα;»
Και με
βραχνή φωνή εκείνος απαντά σε τούτα:
«Εγώ για τη
γυναίκα μου και το νοικοκυριό μου
Και βουνά θα
σκαρφαλώσω και βάλτους θα περάσω
Αρκεί να
υπάρχει ελπίδα να ζήσω τ΄ όνειρο
Τη γέφυρα να
χτίσω και να ‘μαι ευτυχισμένος"
Τούτα είπε
και κίνησε αμέσως προς το βορρά
Τα πράγματά του μάζεψε και πήρε και εφόδια
Τα πράγματά του μάζεψε και πήρε και εφόδια
Και συνοδεία
ήρθαν και μάστορες και μαθητές
Και φτάσανε
εις τα βουνά τα δύο τα ψηλά
Και το κρύο
φαρμακερό αλύπητα χτυπούσε
Και με γέλια
και χαρές το βάλτο πλησιάσανε
Και
ξημερώνοντας η τρίτη μέρα τον διάβηκαν
Και φτάσανε
εις τη σπηλιά με μέγα δαχτυλίδι
Και ψάξανε
μες το σκοτάδι επί δύο ώρες
Και σαν
βρέθηκε το επήρε ο πρωτομάστορας
Με δάκρυα
στα μάτια τους ευχαριστούσε όλους
«Ευχαριστώ Ω
φίλοι μάστορες και μαθητάδες
Για ετούτο
το μαρτύριο που με γλιτώσατε
Μακάρι οι
οικογένειες σας γερές να είναι
Σαν το
γεφύρι που θα χτίσουμε το αγκρέμιστο»
Τούτα είπε
και ξεκίνησαν πίσω να γυρίσουν
Και η πέμπτη
μέρα σαν ξημέρωνε γυρίσανε
Το δαχτυλίδι
ρίξανε και το γεφύρι χτίσαν
Και κείνο
πάλι στέριωσε και γκρέμισμα δεν είχε
Κ’ όταν
γύρισ’ ο μάστορας στην οικογένειά του
Δόθηκ’
αιώνια ευτυχία σ’ όλους κοντά του.Αριστοτέλης Δράκος, Γ1
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου