Η γιαγιά μου , την εποχή που γνώρισε τον παππού μου ,
ήταν φοιτήτρια της φιλοσοφικής σχολής Αθηνών. Ήταν μία άριστη μαθήτρια και το
όνειρο της ήταν να γίνει φιλόλογος και να διδάξει. Ο παππούς μου ήταν
επιχειρηματίας στην Αφρική. Είχε φύγει από την Ελλάδα νεαρός αναζητώντας μία
καλύτερη ζωή.
Τα έξοδα
της γιαγιάς μου στην Αθήνα , τα είχε
αναλάβει ο θείος της και νονός της, πολύ γνωστός σπογγέμπορας της Καλύμνου.
Δυστυχώς όμως το 1954 οι σπογγέμποροι έπαθαν μεγάλη καταστροφή εξαιτίας μίας
αρρώστιας των σφουγγαριών. Έτσι ήταν αδύνατο πια η γιαγιά μου να συνεχίσει τις
σπουδές της.
Εκείνη
την εποχή συνέπεσε ένα ταξίδι του παππού μου στην Κω. Σκοπός του ταξιδιού ήταν
να βρει μία κοπέλα από την πατρίδα του , να την γνωρίσει και να κάνει οικογένεια.
Ήθελε όμως εκτός από όλα τα άλλα , να είναι όμορφη , γιατί και αυτός ήταν ένας
κούκλος.
Κάποιος
ξάδελφος του παππού μου μεσολάβησε για την γνωριμία τους η οποία υπήρξε καρμική
, γιατί αμέσως ερωτεύτηκε ο ένας τον άλλο. Ο γάμος έγινε μετά από ενάμισι μήνα
και μετά από ένα μήνα έφυγαν για την Αφρική , εκεί όπου ζούσε ο παππούς μου.
Εκεί
γεννήθηκαν και τα τρία παιδιά της γιαγιάς
μου , η μαμά μου και τα αδέλφια της. Η ζωή τους εκεί ήταν πολύ καλή , δυστυχώς όμως μετά από
την επανάσταση το 1967 αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα που αγάπησαν και
έζησαν ευτυχισμένοι.
Η
επιστροφή τους δεν ήταν εύκολη , γιατί
βιώνοντας τις μεγάλες καταστροφές στην Αφρική , έπρεπε να ξεκινήσουν από την
αρχή. Ήταν όμως τόσο αγαπημένοι μεταξύ τους και ο ένας αποτελούσε στήριγμα για
τον άλλο , ώστε αυτό να τους βοηθήσει να ξεπεράσουν την οποιαδήποτε δυσκολία .
Θεοδοσία Διακογιάννη, Γ1